Ομιλία Λίλιαν-Βενετίας Βιλδιρίδη: Οικονομική βιωσιμότητα του συστήματος υγείας

H Γενική Γραμματέας Υπηρεσιών Υγείας, Λίλιαν-Βενετία Βιλδιρίδη ξεκίνησε την ομιλία της αναφερόμενη στον κεντρικό ρόλο των δημόσιων συστημάτων υγείας στις σύγχρονες κοινωνίες μέσω της συμβολής τους στη διατήρηση και βελτίωση της υγείας των πολιτών.

Τα δημόσια συστήματα υγείας διέπονται από τις αρχές της καθολικής πρόσβασης, της αποτελεσματικότητας, της ισότητας και της αλληλεγγύης, είπε. Με αφορμή την πρόσφατη εμπειρία της πανδημίας, ένα άλλο χαρακτηριστικό τους που αναδύθηκε είναι η προσαρμογή σε μεταβαλλόμενα περιβάλλοντα και περιόδους κρίσης. Η κ. Βιλδιρίδη τόνισε ότι τα συστήματα υγείας οφείλουν να παραμένουν βιώσιμα, επιδιώκοντας την ισορροπία μεταξύ της ποιοτικής κάλυψης των υγειονομικών αναγκών του πληθυσμού, ακόμα και σε περιόδους κρίσης, και της συμμόρφωσης με τους εκάστοτε χρηματοδοτικούς περιορισμούς.

Παράγοντες βιωσιμότητας των συστημάτων υγείας

Η Γενική Γραμματέας αναφέρθηκε στους σημαντικότερους παράγοντες που διαμορφώνουν από κοινού με τις πολιτικές υγείας τις δυναμικές του χώρου της υγειονομικής περίθαλψης και επηρεάζουν τη βιωσιμότητα των δημόσιων συστημάτων υγείας. Οι παράγοντες αυτοί αφορούν (α) στο αυξανόμενο κόστος περίθαλψης λόγω της τεχνολογικής εξέλιξης, της εμφάνισης νέων φαρμάκων, των καινοτόμων θεραπειών και της συχνότητας εμφάνισης χρόνιων νοσημάτων, (β) τη γήρανση του πληθυσμού που σχετίζεται με την αύξηση των χρόνιων νοσημάτων και την πολυνοσηρότητα, (γ) την εμφάνιση νέων ασθενειών, των οποίων η αντιμετώπιση απαιτεί σημαντικές δαπάνες και (δ) την κλιματική αλλαγή που μπορεί να οδηγήσει σε φυσικές καταστροφές ή να έχει αρνητικές επιπτώσεις για την υγεία του πληθυσμού. Σχετικά με την πρόσβαση σε καινοτόμες θεραπείες και ιατρικές πράξεις, η κ. Βιλδιρίδη επίσης ανέφερε πως πρόκειται για ένα δυναμικό ζήτημα, αλλά απαιτείται σοβαρή αξιολόγηση της καινοτομίας καθώς δεν αποφέρει πάντα προστιθέμενη αξία.

Η μακροχρόνια διασφάλιση της βιωσιμότητας και της ποιότητας των συστημάτων υγείας δυσχεραίνεται από το ότι οι οικονομικοί, και κατ’ επέκταση οι διαθέσιμοι υγειονομικοί πόροι, είναι πεπερασμένοι, επισήμανε η ομιλήτρια. Μάλιστα, τόνισε ότι το ζήτημα της βιωσιμότητας των δημόσιων συστημάτων υγείας ξεπερνά τα εθνικά σύνορα και απαιτεί στενή συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) και από κοινού λήψη μέτρων, προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι κοινές προκλήσεις των συστημάτων υγείας. Στα μέτρα που προτείνονται για τη μείωση του κόστους διατηρώντας παράλληλα την ποιότητα της περίθαλψης είναι η ενίσχυση της πρόληψης και της προαγωγής υγείας και η αύξηση της αποδοτικότητας των συστημάτων υγείας.

Στη συνέχεια, η κ. Βιλδιρίδη αναφέρθηκε στο εθνικό σύστημα υγείας και το γεγονός ότι, 40 χρόνια από την ίδρυσή του, το Ε.Σ.Υ. συνεχίζει να στηρίζει την υγειονομική κάλυψη του πληθυσμού παρά τις διαχρονικές προκλήσεις. Ανέφερε, ωστόσο, ότι στην μεταπανδημική εποχή, ζητήματα αποδοτικότητας, καθολικότητας και βιωσιμότητας χρήζουν επανεξέτασης και ότι η ανάγκη για την επαναθεμελίωση του συστήματος και την αντιμετώπιση των χρόνιων παθογενειών είναι επιτακτική. Μιλώντας με στοιχεία, σημείωσε ότι, κατά την τελευταία δεκαετία, τα επίπεδα μη καλυπτόμενων αναγκών ιατρικής περίθαλψης στην Ελλάδα (8,1% του πληθυσμού το 2019) λόγω κόστους, απόστασης και χρόνου αναμονής, ήταν σταθερά υψηλότερα από τα αντίστοιχα επίπεδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (1,7% κατά μέσον όρο το 2019). Οι πηγές χρηματοδότησης των δαπανών υγείας, είπε η κ. Βιλδιρίδη, είναι ο κρατικός προϋπολογισμός, η υποχρεωτική κοινωνική ασφάλιση, οι ιδιωτικές πληρωμές των νοικοκυριών και η προαιρετική ιδιωτική ασφάλιση. Ωστόσο, σημείωσε ότι, το 2019, η Ελλάδα είχε το δεύτερο χαμηλότερο ποσοστό χρηματοδότησης των συνολικών δαπανών υγείας από το δημόσιο (60%) μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και σημαντικά χαμηλότερο από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης που κυμαίνεται στο 80%. Όπως διευκρίνισε, το 35% των δαπανών για την υγεία στην Ελλάδα προέρχεται από τα νοικοκυριά, κυρίως μέσω της συμμετοχής των ασφαλισμένων για τα φάρμακα και τις υπηρεσίες που δεν περιλαμβάνονται στη δέσμη παροχών, όπως επισκέψεις σε ειδικούς ιατρούς, νοσηλευτική περίθαλψη και οδοντιατρική περίθαλψη, ενώ η προαιρετική ασφάλιση υγείας αντιπροσωπεύει μόνο το 5% των συνολικών δαπανών για την υγεία.

Η Γενική Γραμματέας τόνισε ότι η διατήρηση της οικονομικής βιωσιμότητας του Ε.Σ.Υ. αποτελεί μια εξαιρετικά σύνθετη άσκηση, καθώς οι περιορισμοί λόγω των δημοσιονομικών δυνατοτήτων της χώρας σε συνδυασμό με τη σημαντική ιδιωτική συμμετοχή στις δαπάνες υγείας απαιτούν μεταρρυθμιστικές πολιτικές για τον περιορισμό των ιδιωτικών δαπανών και την ταυτόχρονη βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας. Αντίστοιχης σημασίας πρόκληση για την οικονομική βιωσιμότητα είναι και τα οικονομικά των νοσοκομείων. Επιπλέον, επισήμανε, ο τρόπος χρέωσης των νοσοκομειακών υπηρεσιών, οι υπερτιμολογημένες αγορές υλικού και οι σπατάλες εντός του συστήματος υγείας έχουν οδηγήσει στη δημιουργία ελλειμμάτων, τη μη αποδοτική κατανομή πόρων και τη σημαντική αύξηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών που έχουν ανέλθει στο ύψος του 1,35 δισ. ευρώ, από το οποίο, το μισό περίπου ποσό αφορά δαπάνες φαρμάκων λόγω καθυστέρησης υπολογισμού του clawback.

Βήματα για τον εξορθολογισμό των δαπανών

H κ. Βιλδιρίδη στη συνέχεια τόνισε ότι χρειάζονται ενέργειες που θα στοχεύουν στον εξορθολογισμό των δαπανών ώστε οι νοσοκομειακές παρεμβάσεις και πράξεις που διενεργούνται να είναι πράγματι προς όφελος των ασθενών. Μάλιστα σημείωσε ότι το τρέχον σύστημα επιβραβεύει τους σπάταλους, καθώς οι προϋπολογισμοί των νοσοκομείων καταρτίζονται βάσει ιστορικών στοιχείων για τις δαπάνες, χωρίς να λαμβάνουν υπόψη το παραγόμενο έργο ή την ανάγκη για κτιριολογικές και υλικοτεχνικές παρεμβάσεις, με αποτέλεσμα όποιος ξοδεύει τα περισσότερα να παίρνει άκριτα και τα περισσότερα.

Στο πλαίσιο αυτό, η κ. Βιλδιρίδη, ανακοίνωσε μία σειρά από ενέργειες για τη διόρθωση αυτών των παθογενειών και την εξασφάλιση της οικονομικής βιωσιμότητας ξεκινώντας με το σύστημα των DRGs (ομοιογενείς διαγνωστικά ομάδες). Διευκρίνισε επίσης ότι η καθολική έναρξη λειτουργίας του συστήματος των DRGs για τον δημόσιο τομέα έχει οριστεί για το πρώτο τρίμηνο του 2024. Το σύστημα αυτό κατατάσσει τους ασθενείς σε ομάδες βάσει της ομοιότητας των κλινικών χαρακτηριστικών και διαγνώσεων και της ομοιότητας των απαιτούμενων πόρων για τη διαχείρισή τους με σκοπό τη δικαιότερη, τεκμηριωμένη και διαφανή διαχείριση των οικονομικών πόρων. Μάλιστα, η Γενική Γραμματέας ανακοίνωσε ότι αναμένεται άμεσα η έναρξη αποζημίωσης όλων των νοσοκομείων της 7ης και της 3ης υγειονομικής περιφέρειας, καθώς και επιλεγμένων νοσοκομείων της 1ης και 2ης Υ.Πε., τα οποία έχουν ήδη ενταχθεί στο σύστημα των DRGs. Τόνισε ότι τα πρώτα αποτελέσματα εφαρμογής του συστήματος είναι θετικά ως προς τη συλλογή και αξιοποίηση δεδομένων υγείας, την ακριβή και λεπτομερή αποτύπωση του κλινικού έργου, τη διαλειτουργικότητα και συνεργασία μεταξύ των φορέων του δημοσίου και τον εξορθολογισμό των δαπανών του συστήματος υγείας, στοιχεία τα οποία συντελούν στο στήσιμο ενός συστήματος υγείας που σέβεται τις ανάγκες των χρηστών του και τη διάθεση των πόρων και διατηρεί το κοινωνικό του πρόσημο.

Η δεύτερη ενέργεια για την οποία μίλησε η κυρία Βιλδιρίδη είναι η συμμετοχή της Εθνικής Κεντρικής Αρχής Προμηθειών Υγείας (Ε.Κ.Α.Π.Υ.) στην αγορά φαρμάκων. Η Ε.Κ.Α.Π.Υ., αναλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τις διαδικασίες προμήθειας φαρμάκων που διενεργούνται κατόπιν διαγωνιστικών διαδικασιών και συμφωνιών που συνάπτει η Επιτροπή Διαπραγμάτευσης τιμών φαρμάκων για τον εφοδιασμό των νοσοκομείων του Ε.Σ.Υ. και του Γ.Ν. Θεσσαλονίκης Παπαγεωργίου. Ο τρόπος αγοράς της Ε.Κ.Α.Π.Υ. έχει οργανωθεί έτσι ώστε να εξοφλεί τα τιμολόγια πριν γίνουν ληξιπρόθεσμα, ενώ εφαρμόζεται για πρώτη φορά και πλήρως ψηφιακά η κεντρική διαχείριση φαρμάκων για τα νοσοκομεία της χώρας με ταυτόχρονη αποτύπωση των αναγκών τους. Στο πλαίσιο της επίσπευσης των διαδικασιών αποζημίωσης και παρακολούθησης των δαπανών, η σχετική ψηφιακή πλατφόρμα δύναται να επεκταθεί ώστε να υποστηρίζει αργότερα και αγορές υλικών και υπηρεσιών των νοσοκομείων μέσω διαγωνισμών. Η κ. Βιλδιρίδη επεσήμανε, επίσης, ότι το υπουργείο σκοπεύει να επιταχύνει τον υπολογισμό του clawback, για τον οποίο παρατηρούνται σημαντικές καθυστερήσεις, αφού μόλις πριν από 2 μήνες υπολογίστηκε το clawback του δεύτερου εξαμήνου του 2022. Οι καθυστερήσεις αυτές έχουν άμεσο αρνητικό αντίκτυπο στις πληρωμές από τα νοσοκομεία και την αύξηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών φαρμάκων.

Τέλος, η Γενική Γραμματέας ανέφερε ότι τον Οκτώβριο 2023 συγκροτήθηκε ομάδα εργασίας στο Υπουργείο Υγείας με έργο την εξέταση θεμάτων οικονομικής φύσεως των νοσοκομείων και των Υ.ΠΕ., τη σύνταξη σχετικών προτάσεων και εισηγήσεων και την εξέταση των ζητημάτων που θα ανακύψουν για την καλύτερη μετάβαση στην πλήρη εφαρμογή του συστήματος κοστολόγησης και αποζημίωσης των νοσοκομειακών υπηρεσιών. Στην ομάδα εργασίας συμμετέχουν εκπρόσωποι των οικονομικών διευθύνσεων όλων των Υ.Πε., του ΚεΤεΚΝΥ, του Ε.Ο.Π.Υ.Υ., της Ε.Κ.Α.Π.Υ. και των οικονομικών υπηρεσιών του Υπουργείου Υγείας, προκειμένου να γίνει ενδελεχής ανταλλαγή απόψεων και να επιτευχθούν βέλτιστες λύσεις.

Η κ. Βιλδιρίδη ολοκλήρωσε την ομιλία της αναφέροντας ότι το δημόσιο σύστημα υγείας, παρότι βίωσε μια βαθιά δεκαετή κρίση και μια πρωτόγνωρη πανδημία, στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων αποδεικνύοντας το υψηλό επίπεδο του ιατρικού, νοσηλευτικού και λοιπού προσωπικού. Ανέφερε ότι οι απαραίτητες μεταβολές εκσυγχρονισμού των λειτουργιών του συστήματος αναπτύσσονται σε ένα περιοριστικό πλαίσιο χρηματοδότησης. Ωστόσο, έκλεισε με το αισιόδοξο μήνυμα ότι το μεταρρυθμιστικό εγχείρημα που θα προάγει την καθολική πρόσβαση στο δημόσιο σύστημα υγείας και θα ενισχύσει την ανθεκτικότητά του μπορεί να υποστηριχθεί χρηματοδοτικά με ένα οικονομικά βιώσιμο τρόπο, δεδομένης της δεδηλωμένης πολιτικής βούλησης και των όλο και λιγότερο ασφυκτικών οικονομικών περιορισμών.