Σ.Τ. Χρηματοδότηση της υγείας για την επίτευξη καθολικής κάλυψης

Καθώς η συζήτηση για τη χρηματοδότηση του τομέα υγείας δεν είναι κάτι νέο, είμαστε πλέον σε θέση όλοι να γνωρίζουμε τα κυριότερα προβλήματα που απειλούν τη βιωσιμότητα του συστήματος υγείας της χώρας μας.

Το χαμηλό (10%) συγκριτικά με το μέσο όρο του ΟΟΣΑ (14%) ποσοστό συνολικών δημόσιων δαπανών για την υγεία, η διαχρονική δημόσια υποχρηματοδότηση του συστήματος υγείας, αλλά και οι υψηλές ιδιωτικές δαπάνες υγείας αποτελούν όλα συνιστώσες ενός χρόνιου πλέον προβλήματος για το οποίο καλούμαστε πλέον επιτακτικά να βρούμε λύσεις, ανέφερε ο Επίκουρος Καθηγητής Οικονομικών της Υγείας στο London School of Economics and Political Science (LSE) κ. Ηλίας Κυριόπουλος προλογίζοντας τη Στρογγυλή Τράπεζα που διεξήχθη υπό την προεδρία του.

Μία πρόταση για τη χρηματοδότηση της υγείας

Στη χώρα μας τόσο η συνολική δαπάνη για την υγεία όσο και η δημόσια δαπάνη για την υγεία υπολείπονται από το μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ, ανέφερε ο Πρόεδρος της Οργανωτικής Επιτροπής του Συνεδρίου κ. Κώστας Αθανασάκης, στην ομιλία του «Μια πρόταση για τη χρηματοδότηση για την υγεία». Στην Ελλάδα έχουμε ένα σύστημα που έχει μάθει να λειτουργεί με υψηλή ιδιωτική δαπάνη -ένα φαινόμενο που είναι δυστυχώς διαχρονικό- και αυτό πλήττει δύο μεγάλους τομείς στο σύστημα υγείας, την κάλυψη του πληθυσμού και το κατά πόσο η ιδιωτική αυτή δαπάνη είναι στην πραγματικότητα αποδοτική. Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως η βιωσιμότητα έχει δύο διαστάσεις, εξήγησε ο καθηγητής, δημοσιονομική, δηλαδή επάρκεια των πόρων, και οικονομική, δηλαδή αποδοτικότητα των πόρων, δύο στοιχεία που είναι και τα δύο σημαντικά.

Δεχόμενοι ότι η δημόσια δαπάνη υγείας πρέπει να αυξηθεί για να μπορέσει να ισορροπήσει το σύστημα, αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να εισέλθουν δημόσιοι πόροι στο σύστημα υγείας, οι οποίοι προφανώς θα πρέπει να κοπούν από κάποιον άλλο τομέα, συνέχισε ο κ. Αθανασάκης.

Μία πολύ αισιόδοξη ασφαλώς θετική εξέλιξη, επισήμανε, είναι ότι η σημερινή κυβέρνηση ανακοίνωσε πως προτίθεται να κατευθύνει ένα μέρος της υπεραπόδοσης του φορολογικού συστήματος στην υγεία, κάτι που μπορεί να μεταβάλλει ουσιαστικά τους δείκτες καθολικής κάλυψης.

Όταν οι πόροι είναι πεπερασμένοι, ανέφερε ο καθηγητής, προφανώς μας απασχολεί η αποδοτικότητα, αλλά μας απασχολεί και η επάρκειά τους. Μία πρόταση που φαίνεται ότι κερδίζει έδαφος σε διεθνές επίπεδο αυτή τη στιγμή είναι οι λεγόμενοι «φόροι υπέρ υγείας». Εξηγώντας τι ακριβώς σημαίνουν οι «φόροι υπέρ υγείας», ο ομιλητής ανέφερε πως, παρά το γεγονός πως πρόκειται για έναν φόρο, ο κύριος στόχος του δεν είναι οικονομικός αλλά αποσκοπεί στη βελτίωση της δημόσιας υγείας. Για παράδειγμα, κύριος σκοπός της αύξησης των τιμών των τσιγάρων δεν είναι να αυξηθούν τα έσοδα, αλλά να μειωθεί η κατανάλωση προς όφελος της υγείας των πολιτών, εξήγησε ο κ. Αθανασάκης, προσθέτοντας ότι για τον ίδιο λόγο συζητείται σήμερα και το ενδεχόμενο φορολόγησης των αναψυκτικών με υψηλή περιεκτικότητα σε ζάχαρη. Για να αντιληφθούμε τη σημασία και των δύο αυτών μέτρων, θα πρέπει να λάβουμε υπόψη τη μεγάλη επίδραση που έχουν στις νεότερες γενιές. Οι πολιτικές αυτού του τύπου αποσκοπούν στην ώθηση του πληθυσμού προς πιο υγιεινές συμπεριφορές, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει πως δεν έχουν και οικονομικό αποτέλεσμα. Οι πολιτικές αυτές συνοδεύονται ασφαλώς από πολλές αβεβαιότητες, αλλά συνοδεύονται και από τη βεβαιότητα ότι μπορούν να έχουν σημαντικό αντίκτυπο στη δημόσια υγεία και για το λόγο αυτό σε γενικές γραμμές υποστηρίζονται.

Ο φόρος στα τσιγάρα, εκτός της μείωσης που μπορεί δυνητικά να επιφέρει στην κατανάλωσή τους από τους καπνιστές, μειώνει και την πιθανότητα έναρξης του καπνίσματος από μη καπνιστές, συμπλήρωσε ο κ. Κυριόπουλος, ευχαριστώντας τον ομιλητή και επισημαίνοντας ότι οι «φόροι υπέρ υγείας» -ή όπως λέγονταν παλαιότερα «φόροι αμαρτίας»- είναι ένα θέμα με έντονο debate, καθώς υπάρχει και το επιχείρημα ότι προοδευτικά λειτουργούν αντίστροφα.

Ο ρόλος της ιδιωτικής ασφάλισης στην κάλυψη του ασφαλιστικού κενού

Ο Πρόεδρος της Επιτροπής Υγείας της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδας κ. Γιάννης Καντώρος, στην ομιλία του με τίτλο «Ιδιωτική Ασφάλιση: βιώσιμη λύση για τη συμπλήρωση του ασφαλιστικού κενού στην υγεία», αναφέρθηκε στο μεγάλο άνοιγμα της ψαλίδας για τις «out of pocket» δαπάνες που δημιουργήθηκε κυρίως κατά τα χρόνια της οικονομικής κρίσης και στη συνέχεια παγιώθηκε. Φέρνοντας παραδείγματα από χώρες της Ευρώπης όπου εφαρμόζονται διαφορετικά ασφαλιστικά συστήματα, όπως το Βέλγιο, τη Γαλλία, την Ολλανδία και τη Γερμανία, επισήμανε ότι στις περισσότερες από τις χώρες αυτές, εξαιρουμένου του Βελγίου, οι out of pocket δαπάνες είναι πολύ χαμηλότερες από ό,τι στη χώρα μας (55%, 9%, 9% και 12%, σε σύγκριση με 33-35% στη χώρα μας, αντίστοιχα).

Στην Ελλάδα, συνέχισε ο κ. Καντώρος, η συζήτηση αυτή ουσιαστικά δεν έχει ακόμη ανοίξει. Το πρόβλημα της κάλυψης υγείας του πληθυσμού δεν είναι δυνατόν να λυθεί μόνο με φόρους, καθώς έχει πολλές συνιστώσες, όπως την υποχρηματοδότηση, την ελλιπή αποδοτικότητα του συστήματος, αλλά και την απουσία κινήτρων και συμπληρωματικότητας δημόσιου-ιδιωτικού τομέα. Η χρηματοδότηση από μόνη της δεν αποτελεί λύση, εξήγησε, καθώς το δημογραφικό πρόβλημα της χώρας και η συνεχής αύξηση του κόστους της ιατρικής τεχνολογίας δημιουργούν μία συνθήκη όπου θα απαιτούνται όλο και περισσότεροι πόροι.

Επομένως, το σύστημα υγείας θα πρέπει να ανασχεδιασθεί και να υπάρξει συμπληρωματικότητα ώστε να γίνει πιο αποδοτικό και να εξοικονομούνται πόροι.

Κάνοντας αναφορά στα διαφορετικά μοντέλα που εφαρμόζονται σε χώρες της Ευρώπης όπως η Γαλλία, η Γερμανία και η Ολλανδία, στα οποία υπάρχει συμπληρωματικότητα, επισήμανε πως σαφώς για τη λήψη τέτοιων ριζικών μεταρρυθμίσεων απαιτείται χρόνος για να επιτευχθεί συναίνεση. Το σύστημα που έχει υιοθετήσει η Ολλανδία, το οποίο είναι και το πιο προχωρημένο καθώς όλη η διαχείριση του συστήματος υγείας έχει περάσει στις ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες, εφαρμόσθηκε μετά από μία δεκαετία διαβουλεύσεων. Το σύστημα αυτό έχει αποδειχθεί άκρως αποδοτικό και συνδέεται με υψηλό δείκτη ικανοποίησης του πληθυσμού.

Δεν λείπει μόνο η χρηματοδότηση, παρατήρησε ο κ. Καντώρος, λείπουν τα DRGs, η ενίσχυση της ΠΦΥ ώστε να γίνει πιο αποδοτική, αλλά και η διευκόλυνση της ίδρυσης νέων μονάδων υγείας, η οποία θα βελτιώσει την πρόσβαση και θα επιτρέψει να λειτουργήσει καλύτερα ο ανταγωνισμός.

Πρέπει να διερωτηθούμε γιατί είμαστε σήμερα από τις πιο ακριβές χώρες στην υγεία. Χρειαζόμαστε διαφάνεια, gatekeeping και καλή χρήση της τεχνολογίας, υπογράμμισε ο ομιλητής. Η χρηματοδότηση είναι ένας βασικός παράγοντες, αλλά όχι ο μοναδικός παράγοντας για τη βιωσιμότητα του συστήματος υγείας.

Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε επίσης ότι πολύ σημαντικό είναι και το ζήτημα της μέτρησης των εκβάσεων, επισήμανε ο κ. Κυριόπουλος καλώντας στο βήμα τον επόμενο ομιλητή.

Ο ρόλος της φαρμακοβιομηχανίας στη χρηματοδότηση της υγείας

Τη σκυτάλη των εισηγήσεων έλαβε ο Καθηγητής του ΕΜΠ και Επιστημονικός Σύμβουλος του ΙΟΒΕ κ. Άγγελος Τσακανίκας, ο οποίος μίλησε για τον ρόλο της φαρμακοβιομηχανίας στη χρηματοδότηση της υγείας. Αρκετά από τα προβλήματα που υπήρχαν όταν έγινε το «κλείδωμα» της δαπάνης το 2010  διορθώθηκαν, ανέφερε ο κ. Τσακανίκας στην έναρξη της ομιλίας του, και το περιβάλλον σήμερα είναι πολύ διαφορετικό καθώς βρισκόμαστε σε πορεία ανάπτυξης.

Τα τελευταία χρόνια, ωστόσο, τα δεδομένα και οι συνθήκες αλλάζουν ραγδαία και το δημογραφικό σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες επιβαρύνουν σημαντικά το σύστημα υγείας απειλώντας εκ νέου τη βιωσιμότητά του.

Για να παραμείνει το σύστημα υγείας της χώρας μας βιώσιμο, πρέπει επομένως να αλλάξουν κάποια πράγματα. Στις διορθώσεις που θα πρέπει να γίνουν απαραιτήτως στο σύστημα περιλαμβάνεται ασφαλώς η δημιουργία και εφαρμογή ενός συστήματος κινήτρων, το οποίο σήμερα δεν υπάρχει, υπογράμμισε ο ομιλητής. Σήμερα, οι ιδιωτικές εταιρείες τροφοδοτούν ουσιαστικά το δημόσιο σύστημα υγείας. Ωστόσο είμαστε πλέον σε ένα περιβάλλον όπου θα πρέπει να εξετάσουμε επίσης εάν και κατά πόσο αξιοποιούνται οι πόροι που διοχετεύονται από τις ιδιωτικές εταιρείες στο σύστημα υγείας. Τα ζητήματα που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε είναι πολλά, αυτό που είναι θεμελιώδες και προέχει ωστόσο να διορθωθεί για να μπορέσουμε να προχωρήσουμε είναι το σύστημα κινήτρων, κατέληξε ο κ. Τσακανίκας.

Δυστυχώς, επειδή πολλά  από τα διαρθρωτικά μέτρα που συζητούνται για τη βιωσιμότητα του συστήματος υγείας έχουν μεγάλο κόστος στο παρόν ενώ τα αποτελέσματά τους και το όφελος που προσφέρουν θα φανεί στο μέλλον, σχολίασε ο κ. Κυριόπουλος, οι πολιτικοί τείνουν να τα τοποθετούν σε δεύτερη μοίρα.

Πολιτική για την αύξηση των επενδύσεων στην υγεία

Μπορεί η χρηματοδότηση της υγείας  από το δημόσιο να αποτελεί σημαντική δημόσια επένδυση, ωστόσο στη χώρα μας γίνονται σημαντικές επενδύσεις και από τον ιδιωτικό τομέα -και όχι μόνο από τη φαρμακοβιομηχανία, ανέφερε η Γενική Γραμματέας Ιδιωτικών Επενδύσεων στο Υπουργείο Ανάπτυξης κ. Βασιλική Λοΐζου, κατά την έναρξη της ομιλίας της «Η πολιτική για την αύξηση των επενδύσεων στην υγεία».

Το αισιόδοξο είναι ότι σήμερα υπάρχουν πολλά περιθώρια ανάπτυξης σε διάφορους τομείς, υπογράμμισε η ομιλήτρια, και η χώρα μας τα τελευταία χρόνια προσελκύει όντως επενδύσεις και σε νέες τεχνολογίες, σε μεγάλο βαθμό. Ήδη από τη στρατηγική του «Σχεδίου Πισσαρίδη», οι επενδύσεις στον χώρο της υγείας αποτελούσαν προτεραιότητα της παρούσας κυβέρνησης, δήλωσε η κ. Λοΐζου, και έτσι ένα μεγάλο ποσό από το Ταμείο Ανάκαμψης αφιερώθηκε για τέτοιες επενδύσεις.

Τα διαρθρωτικά προβλήματα που αναφέρθηκαν ασφαλώς απαιτούν αποφασιστικές τομές για να αντιμετωπισθούν, ανέφερε η Γενική Γραμματέας, επισημαίνοντας πως ο χώρος της υγείας έχει το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό ότι όποια επένδυση και να κάνουμε στον ιδιωτικό τομέα, ο βασικός αγοραστής παραμένει το δημόσιο.

Παρέχοντας κίνητρα στις στρατηγικές επενδύσεις, συνέχισε η κ. Λοΐζου, δεχόμαστε συνεχώς προτάσεις από φαρμακευτικές εταιρείες, που επενδύουν σε νέες τεχνολογίες, σε έρευνα και ανάπτυξη, και ήδη έχουν εγκριθεί επενδύσεις συνολικού κόστους άνω των 300 εκατομμυρίων ευρώ, το οποίο είναι πολύ ενθαρρυντικό.

Επιπλέον, στον αναπτυξιακό νόμο, που αποτελεί ένα κλασικό εργαλείο που διαχρονικά βοηθάει τη βιομηχανία και την ανάπτυξη στην Ελλάδα, έρχεται να προστεθεί και το επενδυτικό clawback, το οποίο προσπαθεί να εξισορροπήσει τη στρέβλωση που δημιουργείται με τους «κλειδωμένους» προϋπολογισμούς για τις δαπάνες φαρμάκου, παρέχοντας ένα επιπλέον κίνητρο για προστιθέμενη αξία των επενδύσεων.

Ένα ζήτημα που η κυβέρνηση θεωρεί επίσης πολύ σημαντικό και συζητάει σήμερα είναι να βρεθούν τρόποι να δοθούν συγκεκριμένα κίνητρα ώστε να γίνουν στοχευμένα επενδύσεις, με μακροπρόθεσμο σχεδιασμό. Εκτός των ιδιωτικών επενδύσεων, στο Υπουργείο Ανάπτυξης υπάρχουν και οι επενδύσεις απευθείας Έρευνας και Ανάπτυξης που υπάγονται στη Γενική Γραμματεία Έρευνας και Καινοτομίας, ανέφερε η ομιλήτρια, συμπληρώνοντας ότι προφανώς επιθυμία όλων είναι να αποσυνδεθούν οι επενδύσεις από το clawback και να βρεθεί μία διαρθρωτική λύση ώστε να ξεκλειδώσουν οι προϋπολογισμοί στις δαπάνες φαρμάκων και να υπάρχουν μηχανισμοί ελέγχου.

Προτεραιότητα της κυβέρνησης αποτελεί επίσης η χρηματοδότηση και επένδυση σε νέες τεχνολογίες, όπως η τεχνητή νοημοσύνη (ΑΙ), ολοκλήρωσε την εισήγησή της η κ. Λοΐζου, ώστε να μπορέσουμε να βελτιώσουμε τη φροντίδα υγείας των κατοίκων απομακρυσμένων περιοχών, στόχος που έχει προστιθέμενη αξία όχι μόνο στην οικονομία αλλά και στην ποιότητα ζωής των πολιτών.

Συζήτηση

Το πρόβλημα με τη φαρμακευτική αγορά και τον χώρο της υγείας γενικότερα είναι ότι λειτουργεί εδώ και πολλά χρόνια με στρεβλώσεις, κάποιες εκ των οποίων μπορούν να διορθωθούν πιο άμεσα και κάποιες άλλες είναι χρόνιες διαρθρωτικές στρεβλώσεις που απαιτούν βαθιά μέτρα και θα πάρουν πολύ χρόνο για να διορθωθούν, ξεκίνησε τη συζήτηση ο κ. Κυριόπουλος, ρωτώντας τον κ. Αθανασάκη ποιος πιστεύει ότι είναι ο καλύτερος τρόπος για να διασφαλισθεί η βιωσιμότητα του συστήματος και καλώντας όλους τους ομιλητές να κάνουν μία τοποθέτηση πάνω στο θέμα αυτό.

Όταν μιλάμε για βιωσιμότητα, εξήγησε ο κ. Αθανασάκης, αναφερόμαστε σε δύο ζητήματα, επάρκεια πόρων και αποδοτικότητα. Για να καταλήξουμε στην καταλληλότερη πολιτική για το σύστημά μας, πρέπει πρώτα να δούμε τι ακριβώς συμβαίνει. Πρέπει να γνωρίζουμε τι ακριβώς χρηματοδοτούμε, γιατί το χρηματοδοτούμε, ποιον στόχο έχουμε και να έχουμε συμφωνήσει ποιες είναι οι ομάδες του πληθυσμού στις οποίες στοχεύει η συγκεκριμένη χρηματοδότηση. Όλα αυτά τα θέματα πρέπει να συζητούνται με σαφείς όρους για να μπορέσουν να σχεδιασθούν και να υπάρξουν σαφείς πολιτικές. Ορισμένες ανεπάρκειες του συστήματος μπορούν να διορθωθούν με έξυπνες πολιτικές που θα βασίζονται στην επίγνωση του πού θέλουμε να πάμε και πώς θα φθάσουμε εκεί.

Το θετικό είναι, ανέφερε ο κ. Τσακανίκας, ότι η χώρα μας έχει αποφασίσει να επενδύσει στον τομέα της υγείας. Οι επενδύσεις αυτές αναμένεται να δημιουργήσουν ΑΕΠ, δημόσια έσοδα, θέσεις εργασίας, προστιθέμενη αξία. Είναι ένα σημαντικό ζήτημα που μας ενδιαφέρει όλους, καθώς προσφέρει μεγάλο περιθώριο εξοικονόμησης. Διαθέτουμε δεδομένα για να μπορέσουμε να χτίσουμε μία φαρμακευτική πολιτική, απαιτείται ωστόσο να τα αξιοποιήσουμε.

Η καθολική πρόσβαση στα δεδομένα απαιτεί συνεργασία, παρατήρησε ο κ. Καντώρος. Για να μπορέσει να αλλάξει το μοντέλο ιδιωτικής ασφάλισης στη χώρα μας, που σήμερα απευθύνεται στους λίγους, απαιτούνται γενναίες μεταρρυθμίσεις. Ο ιδιωτικός τομέας έχει να προσφέρει πολλά, πρέπει ωστόσο να δημιουργηθεί και  ένα πλαίσιο που να διευκολύνει τις επενδύσεις. Υπάρχει ασφαλώς μια σειρά πραγμάτων που πρέπει να γίνει, εν τέλει θα οδηγήσουν όμως σε εξοικονόμηση πόρων, κατέληξε, υπογραμμίζοντας ότι η αποδοτικότητα είναι αυτή τη στιγμή πιο σημαντική από τη χρηματοδότηση.

Αν και υπάρχουν πολλές ευκαιρίες για επενδύσεις στην υγεία, σχολίασε η κ. Λοΐζου, δυστυχώς την παρούσα στιγμή, το υπάρχον πλαίσιο δεν επιτρέπει να πραγματοποιηθούν. Δεν πρέπει ωστόσο να ξεχνάμε ότι ο χώρος της υγείας μπορεί να φέρει μεγάλη προστιθέμενη αξία στο ΑΕΠ της χώρας.