Εκδήλωση 40 Χρόνια ΕΣΥ

Το εθνικό σύστημα υγείας αποτελεί σε κάθε χώρα τον πυρήνα του κοινωνικού κράτους, χρειάζεται ωστόσο νέους πόρους, νέες ιδέες και παραγωγική κριτική προκειμένου να μπορεί να είναι βιώσιμο και στο μέλλον.

Στη συζήτηση για τα 40 χρόνια του ΕΣΥ, στην οποία συμμετείχαν διακεκριμένοι εκπρόσωποι του πολιτικού και του ακαδημαϊκού κόσμου, υπό το συντονισμό του έγκριτου δημοσιογράφου κ. Τάσου Τέλλογλου, έγινε αποτίμηση των 40 ετών λειτουργίας του εθνικού συστήματος υγείας στη χώρα μας και διατυπώθηκαν προτάσεις για την επιβίωσή του τα επόμενα χρόνια.

Η αποτίμηση των δεδομένων και οι μεταρρυθμιστικές αλλαγές με βάση τα δεδομένα αυτά αποτελούν το κλειδί για την επιβίωση του συστήματος υγείας, ανέφερε ο Πρύτανης του ΕΚΠΑ κ. Γεράσιμος Σιάσος. Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ασφαλώς, επισήμανε ο καθηγητής, ότι ο πρώτος πάροχος υπηρεσιών υγείας στη χώρα μας ήταν οι πανεπιστημιακές κλινικές, οι οποίες προσφέρουν έργο εδώ και 200 χρόνια. Αυτές αποτέλεσαν τη βασική συνιστώσα και τη ραχοκοκαλιά του ΕΣΥ, το οποίο δεν θα υπήρχε χωρίς αυτές. Οι πανεπιστημιακές κλινικές προσφέρουν το 40% του κλινικού έργου στις περιοχές τους, υπογράμμισε ο κ. Σιάσος, και ο σημαντικός τους ρόλος αναγνωρίζεται από την πολιτική ηγεσία, η οποία έχει προβεί σε ενέργειες για την ενδυνάμωση και ενίσχυσή τους.

Το λόγο έλαβε ο καθηγητής Χειρουργικής κ. Χρήστος Δερβένης, ο οποίος απαντώντας σε ερώτηση του κ. Τέλλογλου αν το μόνο πρόβλημα του ΕΣΥ είναι η υποχρηματοδότησή του, ανέφερε πως η χρηματοδότηση δεν λύνει όλα τα προβλήματα. Βιώσιμο σύστημα, εξήγησε, είναι αυτό που επιτρέπει την ικανοποίηση των αναγκών της παρούσας γενιάς χωρίς να διακινδυνεύει την κάλυψη των αναγκών των επόμενων γενιών. Τα συστήματα υγείας δεν έχουν διαχρονική αξία, τόνισε ο Καθηγητής, απαιτούν διαρκείς αλλαγές και μεταρρυθμίσεις, οι οποίες θα πρέπει να ελέγχονται και να εξελίσσονται στην πάροδο του χρόνου, καθώς πρέπει να εξυπηρετούν τις ανάγκες της εκάστοτε εποχής που επίσης μεταβάλλονται. Η εκτίμηση επομένως των αναγκών του πληθυσμού προηγείται της εκτίμησης του κόστους. Είναι απαραίτητο να υπάρξει διαχωρισμός της χρηματοδότησης από την παραγωγή, καθώς και μέτρηση και αξιολόγηση των αποτελεσμάτων, κατέληξε ο κ. Δερβένης.

Η συζήτηση για το ΕΣΥ δεν θα πρέπει να εστιάζει στην εμπειρική γνώση και τις εικασίες, αλλά στα δεδομένα, κοινωνικοοικονομικά, περιβαλλοντικά κ.ά., δήλωσε η Αναπληρώτρια Γραμματέας του Τομέα Υγείας του ΠΑΣΟΚ κ. Αγάθη-Ρόζα Βρεττού. Η εύρρυθμη λειτουργία του ΕΣΥ απασχολεί ασφαλώς κάθε εργαζόμενο σε νοσοκομειακή δομή, καθώς επηρεάζει σημαντικά τον χρόνο που του μένει για την άσκηση του κύριου έργου του. Σε αυτό το ζήτημα, μπορεί να βοηθήσουν σημαντικά τόσο η ψηφιοποίηση όσο και η αύξηση του διοικητικού προσωπικού των νοσοκομείων, υπογράμμισε η κ. Βρεττού. Μεγάλη σημασία, πρόσθεσε, έχει φυσικά και ο τρόπος επιλογής των διοικητών των νοσοκομειακών μονάδων, ο τρόπος χρηματοδότησης και ελέγχου και η μέτρηση των αποτελεσμάτων με βάση τις πραγματικές ανάγκες του πληθυσμού.

Το σύστημα υγείας κάθε χώρας δείχνει την ιστορία της, είπε η Κοσμήτωρ της Σχολής Δημόσιας Υγείας του ΠΑΔΑ κ. Ελπίδα Πάβη, προσθέτοντας πως τα συστήματα υγείας είναι κατ’ εξοχήν ανοικτά και αλληλεπιδρούν με το περιβάλλον τους. Σε ερώτηση του κ. Τέλλογλου εάν και κατά πόσο μπορεί να επιτευχθεί τελικά η πολυπόθητη ισότητα στην πρόσβαση, απάντησε πως ο στόχος «ίση υγεία για όλους δωρεάν» που τέθηκε κατά την ίδρυση του ΕΣΥ ήταν εξαρχής ανέφικτος λόγω των υφιστάμενων δομικών ανισοτήτων. Ανισότητες πάντα υπήρχαν και θα υπάρχουν, ανέφερε η καθηγήτρια. Μπορεί να μην μπορούν να εξαλειφθούν, ωστόσο η αντιμετώπισή τους θα πρέπει να αποτελεί πάντα έναν στόχο που δεν μένει σε επίπεδο ρητορικής και οι δράσεις που εφαρμόζονται να φθάνουν στις ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού. Για να είναι βιώσιμο ένα σύστημα υγείας ασφαλώς δεν μπορεί να είναι νοσοκομειοκεντρικό, συνέχισε η κ. Πάβη, τονίζοντας πως θα πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στην ΠΦΥ, καθώς προάγει τόσο την ισότητα στην πρόσβαση όσο και τη δημόσια υγεία. Με ενίσχυση της ΠΦΥ και της Δημόσιας Υγείας και με μείωση των ανισοτήτων με ειδικούς στόχους και δράσεις μπορούμε να έχουμε ένα πιο βιώσιμο και δίκαιο σύστημα υγείας, κατέληξε η ομιλήτρια.

Το γεγονός ότι στην πάροδο των χρόνων βλέπουμε να συζητούνται ξανά και ξανά τα ίδια ζητήματα χωρίς να δίνονται λύσεις προφανώς δεν μας τιμά ως κοινωνία, επισήμανε ο Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης κ. Άδωνις Γεωργιάδης. Δυστυχώς, η θεωρία απέχει συχνά πολύ από την πράξη, καθώς η αντίσταση σε κάθε αλλαγή αποτελεί διαδεδομένη νοοτροπία στη χώρα μας. Πολλές μεταρρυθμίσεις και αλλαγές που έχουν κατά καιρούς προταθεί στον τομέα της υγείας συνάντησαν έντονες αντιδράσεις -και από τον ιατρικό κόσμο, για λόγους ανταγωνισμού- και αρκετές ορθολογικές προτάσεις βρέθηκαν αντιμέτωπες με κατεστημένα συμφέροντα που δεν τις άφησαν να ευδοκιμήσουν. Παρ’ όλα αυτά, το σύστημα υγείας της χώρας μας δεν είναι τόσο κακό, παρατήρησε ο υπουργός, καθώς βλέπουμε χώρες όπως το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιταλία με πολύ μεγαλύτερες αναμονές. Όσον αφορά στη χρηματοδότηση, συνέχισε ο κ. Γεωργιάδης, το σύστημα υγείας θα χρειάζεται συνεχώς όλο και περισσότερους πόρους, λόγω της ανάπτυξης νέων φαρμάκων και τεχνολογιών, αλλά και της γήρανσης του πληθυσμού. Η λύση για να μπορεί να είναι βιώσιμο το σύστημα, είναι να δούμε πόσο αντέχουμε πραγματικά να πληρώσουμε και να κατανείμουμε τους πόρους αυτούς με τον πιο ορθολογικό και αποτελεσματικό τρόπο. Το κλειδί για τη λήψη ορθολογικών αποφάσεων και τη βιωσιμότητα του συστήματος υγείας είναι η αξιοποίηση και αξιολόγηση των δεδομένων που διαθέτουμε, ολοκλήρωσε την τοποθέτησή του ο Υπουργός.

Οι αντιδράσεις στις μεταρρυθμίσεις δεν είναι κάτι καινούργιο στη χώρα μας, ανέφερε ο πρώην Υπουργός κ. Ανδρέας Λοβέρδος. Ο ΕΟΠΥΥ, που υπήρξε η μεγαλύτερη αλλαγή που έγινε στην υγεία μετά την ίδρυση του ΕΣΥ, ψηφίσθηκε εν μέσω μεγάλου θορύβου, έντονων αντιδράσεων και τρομερής άρνησης. Ανατρέχοντας στο 1983 που ψηφίσθηκε το ΕΣΥ, συνέχισε ο Καθηγητής, διαπιστώνουμε ότι και τότε υπήρξαν τρομερές αντιδράσεις από την πλειονότητα του πολιτικού και ιατρικού κόσμου, που θεωρούσαν ότι θα ήταν μια καταστροφική αλλαγή. Πρέπει να πάρουμε απόφαση ότι μόνο έτσι γίνονται οι μεταρρυθμίσεις στη χώρα μας, με δύναμη και αποφασιστικότητα και κόντρα στις αντιδράσεις. Μία συνιστώσα του ΕΣΥ στην οποία θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση είναι το ΕΚΑΒ, ως ένας τρόπος ελαχιστοποίησης του χρόνου παραμονής των ασθενών μέσα στο νοσοκομείο και ελέγχου της εισόδου σε αυτά. Αυτή είναι μία σημαντική μεταρρύθμιση που θα μπορούσε να γίνει, καθώς το νοσοκομείο δεν είναι ξενοδοχείο, τόνισε ο κ. Λοβέρδος, και ασφαλώς δεν είναι ούτε μονάδα πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας ούτε οικογενειακός ιατρός.

Η πραγματικότητα είναι ότι ο ΕΟΠΥΥ, η ηλεκτρονική συνταγογράφηση και τα clawbacks αποτελούν τους βασικούς λόγους που δεν κατέρρευσε το ΕΣΥ και η χώρα μας εν μέσω των μνημονίων, συμπλήρωσε ο κ. Γεωργιάδης.

Συζήτηση

Στην ερώτηση του κ. Τέλλογλου προς τους ομιλητές, τι θα πρότειναν ότι πρέπει να αλλάξει αυτή τη στιγμή στο ΕΣΥ, ο κ. Σιάσος αναφέρθηκε στις αμοιβές των ιατρών, οι οποίες δεν ανταποκρίνονται σε καμία περίπτωση στο έργο τους με αποτέλεσμα να φεύγουν εκτός της χώρας, και στη μεγάλη έλλειψη που υπάρχει σήμερα σε νοσηλευτικό προσωπικό. Προκειμένου να καλυφθεί η έλλειψη νοσηλευτών στο μέλλον, θα πρέπει να στηριχθούν οι νοσηλευτικές σχολές και να αυξηθεί ο αριθμός των εισακτέων σε αυτές, πρότεινε ο καθηγητής.

Να ολοκληρωθεί ο ΕΟΠΥΥ, ήταν η απάντηση του κ. Δερβένη, να αποκτήσει τον πραγματικό του ρόλο, να διαχωρισθεί η χρηματοδότηση από την παραγωγή, οι αμοιβές των ιατρών να συνδεθούν με το έργο τους και να γίνεται αξιολόγηση των παρεχόμενων υπηρεσιών από τον ΕΟΠΥΥ και χρηματοδότηση βάσει της αξιολόγησης αυτής. Τέλος, θα πρέπει επίσης να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στην εκπαίδευση των ιατρών, συμπλήρωσε ο ομιλητής.

Η λύση για να είναι βιώσιμο το σύστημα υγείας είναι η επανεπένδυση στο ανθρώπινο δυναμικό, πρότεινε η κ. Βρεττού. Προφανώς το σύστημα υγείας έχει και πρέπει να έχει στο επίκεντρο τον ασθενή, αλλά δεν μπορεί να υπάρξει και χωρίς ιατρούς και νοσηλευτές. Απαιτείται καλή εκπαίδευση και εξειδίκευση του νοσηλευτικού προσωπικού, του οποίου ο ρόλος δεν αναγνωρίζεται όσο θα έπρεπε από την κοινωνία. Για να έχουμε ένα σύστημα υγείας υψηλής ποιότητας, θα πρέπει το ανθρώπινο δυναμικό που το στελεχώνει να είναι επίσης υψηλής ποιότητας. Δεν αρκούν μόνο οι αμοιβές, θα πρέπει να επενδύσουμε στη νέα γενιά, να δοθούν κίνητρα, εκπαίδευση και καλύτερο εργασιακό περιβάλλον.

40 χρόνια μετά την ίδρυση του ΕΣΥ, 40% των δαπανών υγείας στη χώρα μας εξακολουθούν να είναι ιδιωτικές, ποσοστό που είναι πολύ μεγάλο και προφανώς θα πρέπει να βρεθούν πολιτικές ώστε να μειωθεί, επισήμανε η κ. Πάβη. Θα πρέπει επίσης να ενισχυθεί η ΠΦΥ με βάση τις σύγχρονες ανάγκες και να δημιουργηθούν δομές αποκατάστασης και μακροχρόνιας φροντίδας που λείπουν τελείως από την Ελλάδα, συμπλήρωσε.

Είναι γεγονός πως το ΕΣΥ αποτελεί έναν πολύ σημαντικό θεσμό στη χώρα μας, παρά το γεγονός πως έχει ελλείψεις και ακόμη διαμορφώνεται, ανέφερε ολοκληρώνοντας την εκδήλωση ο κ. Τέλλογλου και ευχαρίστησε τους συνομιλητές τους για την εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και εποικοδομητική συζήτηση.