Categories : νέα

13 Δεκ
Παχυσαρκία και συννοσηρότητες – Συνεδρία
Η παχυσαρκία αποτελεί ένα φαινόμενο που έχει λάβει ανησυχητικές διαστάσεις και μία από τις σημαντικότερες προκλήσεις του 21ου αιώνα για τη δημόσια υγεία παγκοσμίως, με τη χώρα μας να βρίσκεται στις υψηλότερες θέσεις όσον αφορά στον επιπολασμό της νόσου τόσο στους ενήλικες όσο και στα παιδιά. Το εξαιρετικά επίκαιρο αυτό θέμα συζητήθηκε σε μία άκρως κατατοπιστική συνεδρία που διοργανώθηκε σε συνεργασία με τη «Συμμαχία για την Καταπολέμηση της Παχυσαρκίας», υπό την προεδρία του Καθηγητή Παθολογίας του Ε.Κ.Π.Α. κ. Νικόλαου Τεντολούρη.
[gallery link="file" size="medium" ids="11082,11087,11083,11084,11086,11085"] Η «Συμμαχία για την καταπολέμηση της παχυσαρκίας», ανέφερε προλογίζοντας τη συνεδρία ο συντονιστής της κ. Τεντολούρης, είναι μια συμμαχία 29 επιστημονικών εταιρειών που ξεκίνησε τις δράσεις της το 2022, παρουσίασε το έργο της στην Επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων της Βουλής με σκοπό την ευαισθητοποίηση της πολιτείας για το θέμα της παχυσαρκίας και, στη συνέχεια, συνεργάσθηκε με το ΚΕΣΥ για τη δημιουργία ενός θεραπευτικού πρωτοκόλλου για την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας σε παιδιά και ενήλικες. Τον Σεπτέμβριο του 2024, συμπλήρωσε ο κ. Τεντολούρης, εκδόθηκε το ΦΕΚ που καθορίζει τις προϋποθέσεις σύστασης και λειτουργίας Ιατρείων Παχυσαρκίας για παιδιά και ενήλικες τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα.Η οικονομική διάσταση
Η παχυσαρκία συνιστά απειλή για το μέλλον του εθνικού συστήματος υγείας, ξεκίνησε την ομιλία του ο Επίκουρος Καθηγητής Οικονομικών της Υγείας και Οικονομικής Αξιολόγησης Τεχνολογιών Υγείας στο Τμήμα Πολιτικών Δημόσιας Υγείας του Π.Α.Δ.Α. κ. Κώστας Αθανασάκης, καθώς πρόκειται για ένα νόσημα, αλλά και κοινωνικό φαινόμενο, με σημαντικές οικονομικές διαστάσεις. Όπως συμβαίνει με κάθε νόσημα, οι συνέπειες της παχυσαρκίας είναι άμεσες και έμμεσες και αφορούν τόσο τη διαχείριση των συννοσηροτήτων στο σύστημα υγείας, όσο και τις ευρύτερες επιπτώσεις της νόσου στην κοινωνία, που σχετίζονται με τη μείωση της παραγωγικότητας και την ανάγκη υποστήριξης των πασχόντων. Το έμμεσο κόστος της παχυσαρκίας, λόγω των πολλών συννοσηροτήτων, είναι σχεδόν τόσο υψηλό όσο το άμεσο. Το συνολικό κόστος της παχυσαρκίας ανέρχεται στο 2,5% του ΑΕΠ των ανεπτυγμένων χωρών. Για την Ελλάδα εκτιμάται σε περισσότερα από 4 δισ. € ετησίως και περιλαμβάνει τη δαπάνη για τη διαχείριση της νοσηρότητας, αλλά και το κόστος των συνεπειών της νόσου στην παραγωγικότητα. Τα επόμενα 30 χρόνια, η υπερβαρότητα και η παχυσαρκία εκτιμάται πως κατά μέσο όρο θα μειώσουν το ΑΕΠ κατά 3,3%, δηλαδή περίπου 6-7 δισ. €, ενώ επιπλέον θα ευθύνονται για το 8,2% της ετήσιας δαπάνης υγείας. Τον Μάρτιο του 2024, συνέχισε ο ομιλητής, δημοσιεύθηκαν τα αποτελέσματα μίας μελέτης που διεξήχθη με σκοπό την εκτίμηση της οικονομικής επιβάρυνσης που προκαλεί η παχυσαρκία και οι σχετιζόμενες με αυτήν συννοσηρότητες στα συστήματα υγείας 4 χωρών της Ευρώπης (Ελλάδα, Τσεχία, Ρουμανία, Ουγγαρία), στις οποίες το ποσοστό παχυσαρκίας υπερβαίνει το 20%. Τα αποτελέσματα της διερεύνησης του ετήσιου κόστους 10 τυπικών συννοσηροτήτων της παχυσαρκίας στο σύστημα υγείας κάθε μίας εκ των 4 αυτών χωρών έδειξαν πως η διαχείριση των νοσολογικών καταστάσεων που επάγονται από την παχυσαρκία, όπως η καρδιακή ανεπάρκεια και η χρόνια νεφρική νόσος, απαιτεί χιλιάδες ευρώ ετησίως. Η παχυσαρκία σχετίζεται επομένως με νοσολογικές καταστάσεις που είναι ιδιαίτερα δαπανηρές για τα συστήματα υγείας, πόσο μάλλον αν υπολογίσουμε ότι η υπερβαρότητα και η παχυσαρκία στον πληθυσμό συνεχώς αυξάνονται. Η έρευνα αυτή τονίζει την αναγκαιότητα για δράση και πολιτικές πρόληψης και διαχείρισης της παχυσαρκίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ώστε να περιοριστούν οι οικονομικές επιπτώσεις στα συστήματα υγείας. Καθιστά ωστόσο εμφανή και την ευκαιρία που υπάρχει για μείωση των σοβαρών αυτών νοσολογικών καταστάσεων μέσω των δράσεων μείωσης της παχυσαρκίας. Η μετάβαση σε προληπτικά μοντέλα φροντίδας μπορεί να μειώσει την οικονομική επιβάρυνση στα δημόσια συστήματα υγείας. Αξίζει να σημειωθεί πως, σήμερα, λιγότερο από το 3% των δαπανών για την υγεία στις χώρες του ΟΟΣΑ κατανέμεται σε δραστηριότητες πρόληψης δημόσιας υγείας. Στην Ελλάδα, τόσο η παιδική (<15 ετών) παχυσαρκία όσο και η παχυσαρκία των ενηλίκων αυξάνονται, επισήμανε ο κ. Αθανασάκης. Η σύνθετη φύση ωστόσο του προβλήματος απαιτεί πολλαπλότητα και στις προσεγγίσεις, επομένως οι εθνικές στρατηγικές για την καταπολέμηση της παχυσαρκίας δεν μπορεί να είναι μονοδιάστατες, αλλά θα πρέπει να περιλαμβάνουν:- Καθιερωμένες δράσεις για την προαγωγή της δημόσιας υγείας (αγωγή υγείας, εγγραμματοσύνη υγείας, έγκυρη πληροφόρηση κ.λπ.).
- Παρεμβάσεις βασισμένες στη συμπεριφορική επιστήμη για την ώθηση του πληθυσμού σε υγιεινές επιλογές (τοποθέτηση προϊόντων στα σχολεία, προώθηση της υγιεινής διατροφής και της σωματικής δραστηριότητας κ.λπ.).
- Ισχυροποίηση της σήμανσης στα τρόφιμα, με απλό, ευδιάκριτο και εύληπτο τρόπο.
- Συμβουλευτική – διεπιστημονική υποστήριξη, δηλαδή προσέγγιση των υπηρεσιών υγείας.
- Οικονομική κινητροδότηση για υγιεινές επιλογές (φόροι υγείας).
Η διάσταση της υπευθυνότητας στις φαρμακευτικές στρατηγικές κατά της παχυσαρκίας
Στη συνέχεια, τον λόγο έλαβε η κ. Μαίρη Καραγεώργου, Διευθύντρια Εταιρικών Υποθέσεων στη Novo Nordisk Ελλάς, η οποία μίλησε για την ευθύνη και συμμετοχή της φαρμακοβιομηχανίας στην ανάπτυξη στρατηγικών και τη χάραξη πολιτικών κατά της παχυσαρκίας. Δίνοντας την παγκόσμια διάσταση της παχυσαρκίας, η κ. Καραγεώργου ανέφερε πως μεταξύ των ετών 1990-2022, τα ποσοστά παιδικής παχυσαρκίας παγκοσμίως τετραπλασιάσθηκαν, ενώ τα ποσοστά παχυσαρκίας των ενηλίκων διπλασιάσθηκαν. Το 2022, οι άνθρωποι με παχυσαρκία υπερέβαιναν το ένα δισεκατομμύριο, εκ των οποίων 880 εκατ. ήταν ενήλικοι και 159 εκατ. παιδιά. Στην Ελλάδα, μόνο το 30% του πληθυσμού έχει φυσιολογικό βάρος, ενώ το 37,6% των Ελλήνων είναι άτομα με υπερβαρότητα (άνδρες: 45% - γυναίκες: 30,6%) και το 32,1% των Ελλήνων είναι άτομα με παχυσαρκία (άνδρες: 30,5% - γυναίκες: 33,6%), δηλαδή 1 στους 3 Έλληνες ζει με υπερβαρότητα και παχυσαρκία. Ο επιπολασμός της νόσου δεν αφήνει περιθώρια για αδράνεια, τόνισε η κ. Καραγεώργου, καθώς το πρόβλημα είναι παγκόσμιο και οι προσπάθειες των κρατών να το αντιμετωπίσουν αποτυγχάνουν. Στη Μ. Βρετανία, για παράδειγμα, από το 1992 όλες οι κυβερνήσεις αναγνωρίζουν πως το πρόβλημα της παχυσαρκίας είναι σημαντικό. Παρ’ όλα αυτά, ενώ έχουν γίνει πολλά, έχουν συσταθεί και καταργηθεί πάνω από 15 επιτροπές, έχουν τεθεί στόχοι, έχουν εφαρμοσθεί πολλές στρατηγικές και πολιτικές, το πρόβλημα της παχυσαρκίας παραμένει σήμερα άλυτο. Στη χώρα μας, τα τελευταία χρόνια έχει συντελεστεί μεγάλη πρόοδος, συνέχισε η κ. Καραγεώργου. Δημιουργήθηκε το θεραπευτικό πρωτόκολλο, καθώς και το σχέδιο δράσης κατά της παιδικής παχυσαρκίας, ενώ αναμένεται σύντομα και το αντίστοιχο για τους ενήλικες, και υπάρχει μία αποζημιούμενη θεραπεία. Τα βήματα αυτά δεν πρέπει να τα θεωρούμε αυτονόητα, καθώς υπάρχουν οικονομίες μεγαλύτερες από της Ελλάδας όπου η παχυσαρκία δεν έχει καν αναγνωριστεί ως νόσος. Ωστόσο, η χώρα μας καλείται να αντιμετωπίσει ακόμη σημαντικές προκλήσεις, όπως την απουσία ολοκληρωμένης προσέγγισης για την πρόληψη και διαχείριση της παχυσαρκίας, τη μη προτεραιοποίηση σε σχέση με άλλες χρόνιες, μη μεταδοτικές νόσους, την απουσία δεδομένων για διαμόρφωση πολιτικής στη βάση της τεκμηρίωσης (πρέπει να δημιουργηθούν μητρώα για να μπορούν να αξιολογούνται οι δράσεις που πραγματοποιούνται) και, τέλος, το υψηλό οικονομικό φορτίο σε συνδυασμό με τους περιορισμένους πόρους του συστήματος υγείας. Σύμφωνα με μία ανάλυση, το 2020 οι σχετικές με την υπερβαρότητα και την παχυσαρκία δαπάνες άγγιξαν παγκοσμίως τα 2 δισ. δολάρια, ενώ εκτιμάται πως το 2030 θα ανέλθουν σε 3 δισ. $ και το 2060 θα εξαπλασιασθούν και θα είναι 18 δισ. $. Στην Ελλάδα, καταγράφεται το υψηλότερο κόστος για συννοσηρότητες όπως η καρδιακή ανεπάρκεια και η χρόνια νεφρική νόσος. Η Novo Nordisk, ανέφερε η ομιλήτρια, αποτελώντας σύμμαχο της πολιτείας και όλων των εμπλεκομένων στη μάχη κατά της παχυσαρκίας, βρίσκεται σε ανοιχτό διάλογο με την πολιτεία, την ιατρική κοινότητα, την ακαδημαϊκή κοινότητα, τις ενώσεις ασθενών, τους δημοσιογράφους, αλλά και τον ιδιωτικό τομέα. Στο πλαίσιο της υπευθυνότητας, η εταιρεία επενδύει στην αναζήτηση νέων καινοτόμων θεραπευτικών επιλογών για να βοηθήσει τα άτομα με παχυσαρκία να ζήσουν περισσότερο και καλύτερα, συμμετέχοντας σε μεγάλα κλινικά προγράμματα, και συνεργάζεται με την πολιτεία προκειμένου τα φάρμακα τα οποία παράγει να φθάνουν στους ασθενείς. Η Novo Nordisk βρίσκεται κοντά στην ιατρική κοινότητα και στους συλλόγους ασθενών υποστηρίζοντας τις δράσεις τους και, παράλληλα, στηρίζει την ακαδημαϊκή κοινότητα για την παραγωγή και συλλογή δεδομένων προκειμένου να παράγονται ορθές πολιτικές προσεγγίσεις. Επιπλέον, εδώ και 2 χρόνια, υλοποιεί πρωτοβουλίες ευαισθητοποίησης του κοινού με καμπάνιες, αλλά και συνέργειες όπως με την Ελληνική Ομοσπονδία Καλαθοσφαίρισης για τον σκοπό αυτό. Η παχυσαρκία είναι ένα χρόνιο, πολυπαραγοντικό νόσημα, κατέληξε η κ. Καραγεώργου, επομένως θα πρέπει να συστρατευθούν όλες οι δυνάμεις ώστε να μπορέσουμε να σχεδιάσουμε, να αναπτύξουμε και να εφαρμόσουμε αποτελεσματικές στρατηγικές για την πρόληψη και διαχείρισή της. Ο ρόλος της φαρμακοβιομηχανίας είναι ασφαλώς πολύ σημαντικός, σχολίασε ο κ. Τεντολούρης ευχαριστώντας την ομιλήτρια, επειδή ωστόσο τα φάρμακα που αναπτύσσονται είναι ακριβά, ελπίζουμε να γίνουν ευρέως διαθέσιμα σε προσιτές τιμές ώστε να βοηθήσουν όσο το δυνατόν μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού.Παχυσαρκία και καρδιαγγειακή νοσηρότητα: η ανερχόμενη απειλή
Εκπροσωπώντας την Ελληνική Καρδιολογική Εταιρεία, η οποία συμμετέχει στην προσπάθεια για την πρόληψη και την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας στη χώρα μας, ο Καθηγητής Καρδιολογίας κ. Κωνσταντίνος Τούτουζας περιέγραψε την ανερχόμενη απειλή της αύξησης της καρδιαγγειακής νοσηρότητας ως αποτέλεσμα της νόσου της παχυσαρκίας. Περίπου 4.000 καρδιολόγοι, οι οποίοι ανήκουν στην Καρδιολογική Εταιρεία, αντιμετωπίζουν καθημερινά το πρόβλημα αυτό, καθώς 1 στους 2 ανθρώπους με παχυσαρκία έχουν υπέρταση ή σακχαρώδη διαβήτη, που αποτελούν παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου. Η παχυσαρκία είναι νόσος, προσβάλλει πολλά όργανα και έχει άμεση σχέση με τη βλάβη του καρδιαγγειακού συστήματος. Η αιτιολογία της είναι πολυπαραγοντική: σχετίζεται με τα γονίδια, το περιβάλλον, το κοινωνικοοικονομικό υπόβαθρο, όπως και παράγοντες συμπεριφοράς, που συμβάλλουν όλα στην ανάπτυξη και επιμονή της παχυσαρκίας. Τη δεκαετία του 1990 ξεκίνησε, καθυστερημένα, η προσπάθεια αντιμετώπισης της υπέρτασης και του καπνίσματος, χωρίς ωστόσο να συνυπολογισθεί η παχυσαρκία. Η μείωση του καπνίσματος και της χοληστερόλης, λόγω και των φαρμάκων που ήταν διαθέσιμα, οδήγησε σε μείωση των θανάτων και αύξηση του μέσου όρου ζωής. Μη αναγνωρίζοντας ωστόσο καρδιολογικά την παχυσαρκία ως ανεξάρτητο παράγοντα κινδύνου, αλλά θεωρώντας την ως παράγοντα που επηρεαζόταν από τον σακχαρώδη διαβήτη, από την υπερλιπιδαιμία και από τον τρόπο ζωής, οδηγηθήκαμε εν τέλει σε αύξηση των ασθενών με καρδιακή ανεπάρκεια. Καρδιακή ανεπάρκεια όχι απαραίτητα με έμφραγμα του μυοκαρδίου, αλλά ένα νέο είδος καρδιακής ανεπάρκειας με καλή λειτουργία της αριστερής κοιλίας. Παρατηρήθηκε ένας μεγάλος, αυξανόμενος πληθυσμός ασθενών με δύσπνοια, αύξηση της επίπτωσης της κολπικής μαρμαρυγής, με την καρδιά να μπαίνει σε έναν φαύλο κύκλο, και καρδιακή ανεπάρκεια στο τελικό στάδιο. Σήμερα, αντιμετωπίζεται συχνά από τους καρδιολόγους αυτός ο φαινότυπος, δηλαδή καρδιακή ανεπάρκεια, δύσκολα αντιμετωπιζόμενη κολπική μαρμαρυγή, η οποία οδηγεί σε συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια. Υπάρχει αλληλεπίδραση και με άλλους παράγοντες κινδύνου, με την υπέρταση, τη νεφρική ανεπάρκεια, με την αθηροσκλήρωση εν γένει του ασθενούς, με την παχυσαρκία να έχει το δικό της ανεξάρτητο μονοπάτι που επηρεάζει όλες αυτές τις καταστάσεις. Άτομα που έχουν ΔΜΣ >30 μπορεί να μην έχουν υπέρταση ή σακχαρώδη διαβήτη τύπου ΙΙ ή υπερλιπιδαιμία, αλλά έχει παρατηρηθεί πως το 50% έχει στεφανιαία νόσο, αύξηση του κινδύνου για καρδιαγγειακή νόσο κατά 7% και 96% αύξηση του κινδύνου για καρδιακή ανεπάρκεια. Δυστυχώς, οι επιπτώσεις αυτές του αυξημένου ΔΜΣ δεν εντοπίσθηκαν νωρίς, παρά το ότι ήταν γνωστό πως η απώλεια βάρους είναι το καλύτερο φάρμακο για την υπέρταση. Στην Αμερική, όπου το 73,6% του πληθυσμού είναι υπέρβαροι και παχύσαρκοι, έχουν άμεσα κόστη 480 δισ. $ και μεγάλα έμμεσα κόστη από τη μειωμένη παραγωγικότητα, με παράλληλη επίπτωση και στην κοινωνία. Η Καρδιολογική Εταιρεία συμμετέχει ενεργά στην κοινή προσπάθεια για πρωτογενή πρόληψη, στην προσπάθεια να συμπεριληφθούν στις δράσεις τα παιδιά του δημοτικού, ειδικά παιδιά ηλικίας 6-9 ετών, ώστε ο φαύλος κύκλος να σπάσει στις επόμενες γενιές. Εκτός από την κλασική ύλη του σχολείου, η ύλη του Υπουργείου Παιδείας οφείλει να διδάσκει στο παιδί και ποιο πρέπει να είναι το βάρος του, την υγιεινή διατροφή, πώς να αποφύγει οπωσδήποτε το κάπνισμα. Η προσπάθεια πρέπει να είναι κοινή και να συνδράμουμε όλοι σε αυτή: κοινωνία, επιστημονικές εταιρείες, ακαδημαϊκή και ιατρική κοινότητα, υπογράμμισε ολοκληρώνοντας την εισήγησή του ο κ. Τούτουζας.Πολιτικές του Υπουργείου Υγείας για την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας
Στη συνέχεια, η κ. Φωτεινή Κουλούρη, Προϊσταμένη της Γενικής Διεύθυνσης Δημόσιας Υγείας και Ποιότητας Ζωής στο Υπουργείο Υγείας, παρουσίασε τις πολιτικές που εφαρμόζει το Υπουργείο για την αντιμετώπιση του σημαντικού αυτού προβλήματος, δίνοντας έμφαση στο Εθνικό Σχέδιο Δράσης του Υπουργείου Υγείας για το 2024, ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα το οποίο περιλαμβάνει δράσεις για τη μείωση της υπερβαρότητας και της παχυσαρκίας τόσο σε ενήλικες όσο και σε παιδιά, ως έναν από τους βασικούς στόχους του άξονα «Βελτίωση της υγείας του πληθυσμού». Στόχος του Υπουργείου, ανέφερε η κ. Κουλούρη, είναι να θέσει την πρόληψη στο επίκεντρο, ώστε να περάσουμε από το ιατροκεντρικό στο ανθρωποκεντρικό μοντέλο φροντίδας υγείας. Στη χώρα μας, όπως και στις περισσότερες χώρες του Δυτικού κόσμου, οι κυριότερες αιτίες θανάτου είναι τα μη μεταδοτικά νοσήματα: οι καρδιοπάθειες, ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2, διάφορες μορφές καρκίνου και τα χρόνια αναπνευστικά νοσήματα. Σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία του ΟΟΣΑ για την Ελλάδα, οι κυριότεροι παράγοντες κινδύνου για την εμφάνιση αυτών των νοσημάτων σχετίζονται με τη συμπεριφορά μας και είναι το κάπνισμα, η διατροφή και η κατανάλωση αλκοόλ, σε συνδυασμό με την ατμοσφαιρική ρύπανση. Η διατροφή φαίνεται να σχετίζεται με το 15% των θανάτων στη χώρα μας. Η Ελλάδα βρίσκεται στις υψηλότερες θέσεις στον επιπολασμό της παχυσαρκίας, με το 65% των ανδρών και το 50% των γυναικών να έχουν βάρος υψηλότερο του φυσιολογικού, ενώ αντίστοιχα υψηλά είναι και τα ποσοστά παχυσαρκίας στα παιδιά, με τα Ελληνόπουλα να καταλαμβάνουν τις υψηλότερες θέσεις μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Περιφέρειας του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας. Η παχυσαρκία στην παιδική ηλικία δεν επηρεάζει μόνο την ποιότητα ζωής του παιδιού, αλλά το ακολουθεί και στην ενήλικη ζωή του και αυξάνει σημαντικά τον κίνδυνο εμφάνισης σοβαρών συννοσηροτήτων, ενώ επιπλέον έχει σημαντικές ψυχολογικές και κοινωνικές επιπτώσεις. Οι πολιτικές που εφαρμόζονται σήμερα για την αντιμετώπιση της παιδικής παχυσαρκίας περιλαμβάνουν την ευαισθητοποίηση των οικογενειών, την προώθηση της υγιεινής διατροφής στα σχολεία και τη διευκόλυνση της προσβασιμότητας σε υπαίθριες δραστηριότητες. Η Ελληνική Κυβέρνηση, συνέχισε η κ. Κουλούρη, αναγνωρίζοντας τα ανησυχητικά δεδομένα των πρόσφατων ερευνών έχει εντάξει το θέμα της αντιμετώπισης της επιδημίας της παχυσαρκίας στην προτεραιότητές της. Το Εθνικό Πρόγραμμα Δράσης για την παιδική παχυσαρκία, που έχει ενταχθεί στις δράσεις του προγράμματος «Σπύρος Δοξιάδης», πραγματοποιείται στο πλαίσιο του Εθνικού Σχεδίου «Ελλάδα 2.0» – Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (χρηματοδοτούμενο από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή – Next Generation EU), σε συνεργασία του Υπουργείου Υγείας με τη UNICEF και με συνολικό προϋπολογισμό 36 εκατ. ευρώ. Το Εθνικό Πρόγραμμα Δράσης για την παιδική παχυσαρκία στην Ελλάδα είναι ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα, που περιλαμβάνει δράσεις σε επίπεδο πρωτοβάθμιας, δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας πρόληψης, με στόχο όλα τα παιδιά ηλικίας 0-17 ετών, καθώς και τις οικογένειές τους. Αντικείμενο του έργου είναι η μείωση των παραγόντων κινδύνου και των κοινωνικοοικονομικών ανισοτήτων που ευθύνονται για την εμφάνιση παχυσαρκίας κατά την παιδική και εφηβική ηλικία και η καταπολέμηση των συνεπειών του υπερβάλλοντος σωματικού βάρους και της παχυσαρκίας που οδηγούν σε χρόνιες ασθένειες και συννοσηρότητες κατά την ενήλικη ζωή, μέσω της προώθησης της σωματικής άσκησης και της υγιεινής διατροφής, με στόχο τη βελτίωση της υγείας και ευημερίας του πληθυσμού, την εξοικονόμηση πόρων και τη μείωση της επιβάρυνσης του εθνικού συστήματος υγείας. Οι στόχοι της Εθνικής Δράσης κατά της Παιδικής Παχυσαρκίας στην Ελλάδα περιλαμβάνουν τη συγκέντρωση εμπεριστατωμένων και ποιοτικών δεδομένων σχετικά με τον επιπολασμό και την επιβάρυνση που επιφέρει το υπερβολικό βάρος, καθώς και για τις κύριες αιτίες εμφάνισης και δείκτες πρόβλεψής του στην παιδική και εφηβική ηλικία, καθώς και τη δημιουργία ευνοϊκού περιβάλλοντος για δράση πολιτικής στα συστήματα παροχής υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένου του συστήματος υγείας, εκπαίδευσης, κοινωνικής προστασίας και τροφίμων. Επιπλέον, η επιτυχής υλοποίηση της Δράσης αναμένεται να οδηγήσει στην καθιέρωση αποτελεσματικών προγραμμάτων και υπηρεσιών με στόχο την πρόληψη της παχυσαρκίας στην Ελλάδα κατά τις πρώτες δύο δεκαετίες της ζωής, την προώθηση της επικοινωνίας και της δέσμευσης των κοινοτήτων για υγιεινές διατροφικές πρακτικές και, τέλος, τη δημιουργία του Ευρωπαϊκού Κέντρου για την Καταπολέμηση της Παχυσαρκίας, με έδρα την Αθήνα. Στις δράσεις του Υπουργείου Υγείας που έχουν πραγματοποιηθεί με στόχο τη βελτίωση των διατροφικών συνηθειών του ελληνικού πληθυσμού και κατ’ επέκταση τη βελτίωση της υγείας του περιλαμβάνεται επίσης η δημιουργία Εθνικών Διατροφικών Οδηγών με τις εθνικές διατροφικές συστάσεις σε επίπεδο ομάδων πληθυσμού, καθώς και Οδηγιών και Εγκυκλίων για τη διάθεση υγιεινών τροφίμων στους παιδικούς σταθμούς. Επιπλέον, το Υπουργείο Υγείας, σε συνεργασία με τον Πανελλήνιο Σύλλογο Διαιτολόγων-Διατροφολόγων και την Ένωση Διαιτολόγων-Διατροφολόγων Ελλάδος, δημιούργησε Εκπαιδευτικό Υλικό Αγωγής Υγείας, το οποίο χρησιμοποιείται τα τελευταία χρόνια στα σχολεία μετά από έγκριση του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής, ενώ αντίστοιχα έχει δημιουργηθεί έντυπο ενημερωτικό υλικό για διάφορα θέματα διατροφής, που είναι διαθέσιμο στον ιστότοπο του Υπουργείου Υγείας. Σύντομα θα ανακοινωθεί και το Εθνικό Πρόγραμμα Πρόληψης και Αντιμετώπισης της Παχυσαρκίας Ενήλικων, συνέχισε η ομιλήτρια, επίσης επιχορηγούμενο από το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (χρηματοδοτούμενο από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή – NextGeneration EU), σε συνεργασία με τον ΕΟΔΥ. Το Πρόγραμμα, που βρίσκεται σε στάδιο ολοκλήρωσης σχεδιασμού, περιλαμβάνει δράσεις πρωτογενούς, δευτερογενούς και τριτογενούς πρόληψης και βασίζεται σε διεπιστημονική συνεργασία, καθώς ιατροί, διαιτολόγοι, ψυχολόγοι, φυσικοθεραπευτές θα παρέχουν υπηρεσίες σε άτομα που πληρούν τα κριτήρια για την παχυσαρκία. Η αντιμετώπιση της παιδικής παχυσαρκίας αποτελεί μια πολυεπίπεδη πρόκληση που απαιτεί συντονισμό προσπαθειών σε εθνικό, τοπικό και ατομικό επίπεδο, ανέφερε συνοψίζοντάς η κ. Κουλούρη. Η συνεργασία πολιτείας, τοπικών κοινοτήτων, εκπαιδευτικών και γονέων μπορεί να οδηγήσει στη δημιουργία ενός περιβάλλοντος που υποστηρίζει την ισορροπία, την ευζωία και την υγεία. Ας μην ξεχνάμε ότι η επένδυση στην υγεία της νέας γενιάς είναι επένδυση στο μέλλον. Νομίζω πως είναι η πρώτη φορά, σχολίασε ο κ. Τεντολούρης ευχαριστώντας την ομιλήτρια, που το Υπουργείο Υγείας αναγνωρίζει το πρόβλημα της παχυσαρκίας και λαμβάνει μέτρα και δράσεις για την αντιμετώπισή της τόσο στα παιδιά, όσο και στους ενήλικες. Για να υπάρξει ωστόσο πολιτική πρόληψης στην Ελλάδα, παρατήρησε ο κ. Τούτουζας, θα πρέπει να δεσμευθούμε σε 5-6 άξονες και να τους εφαρμόσουμε. Θα πρέπει να εισαχθεί στη διδακτέα ύλη στο σχολείο και να πάψουμε να είμαστε η μόνη χώρα στην Ευρώπη χωρίς σχολικό αθλητισμό. Θα πρέπει να υπάρξει μία στρατηγική και καταγραφή έτσι ώστε να συλλέγονται αξιόπιστα στοιχεία, καθώς και ένας ανεξάρτητος φορέας για την πρόληψη με σαφή οικονομικό προϋπολογισμό. Πολύ σωστές επισημάνσεις, συμφώνησε ο κ. Τεντολούρης. Ασφαλώς, στην υπόθεση αυτή θα πρέπει να εμπλακούν επίσης οι δήμοι, οι νομαρχίες και πολλοί άλλοι φορείς, καθώς χωρίς τους κατάλληλους χώρους για τον πολίτη, η άσκηση δεν είναι εφικτή, πρόσθεσε, ολοκληρώνοντας τις εργασίες της συνεδρίας. Read More
09 Δεκ
Τελετή Λήξης Πανελληνίου Συνεδρίου 2024
Οι εργασίες του Πανελλήνιου Συνεδρίου για τα Οικονομικά και τις Πολιτικές της Υγείας, που φέτος γιόρτασε την 20ή επέτειό του, ολοκληρώθηκαν με την Τελετή Λήξης, κατά την οποία έγινε ιδιαίτερη αναφορά στο σημαντικό έργο των πρωτεργατών και σταθερών στυλοβατών της διοργάνωσης Γιάννη Κυριόπουλου και Άρη Σισσούρα. Της Τελετής Λήξης του Συνεδρίου προήδρευσαν ο Πρόεδρος της Οργανωτικής Επιτροπής, κ. Κώστας Αθανασάκης, ο Πρόεδρος της Επιστημονικής Επιτροπής, κ. Κυριάκος Σουλιώτης. Τις βραβεύσεις των καλύτερων ανακοινώσεων του φετινού συνεδρίου ανακοίνωσε ο Επίτιμος Πρόεδρος της Οργανωτικής Επιτροπής του Συνεδρίου, κ. Χρήστος Λιονής από κοινού με την κ. Ελπίδα Πάβη, Πρόεδρο της Επιτροπής Αξιολόγησης και Βράβευσης Εργασιών.
[gallery link="file" size="medium" ids="11068,11067,11066,11070,11069,11071,11072,11073,11074"]Χαιρετισμός Υφυπουργού Υγείας
Η καθολική κάλυψη των αναγκών υγείας όλου του πληθυσμού και η παροχή ποιοτικών υπηρεσιών υγείας αποτελεί υποχρέωση κάθε ευνομούμενου κοινωνικού κράτους, τόνισε ο Υφυπουργός Υγείας κ. Δημήτρης Βαρτζόπουλος στην έναρξη της ομιλίας του. Σήμερα, χάρη στο έργο που προσφέρει το ΕΣΥ, δεν υπάρχουν πλέον στην Ελλάδα καταστροφικές ιδιωτικές πληρωμές για την αντιμετώπιση επειγουσών αναγκών υγείας του πληθυσμού. Το πρόβλημα ωστόσο στη μακροχρόνια φροντίδα υγείας και δη στη μακροχρόνια νοσηλευτική φροντίδα παραμένει και χρήζει επιτακτικής διευθέτησης και αναδιάταξης. Στο πλαίσιο της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης, εξήγησε, δημιουργήθηκαν περίπου 600 δομές ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης, οι δομές ωστόσο αυτές έχουν σημαντικό οικονομικό κόστος. Η μακροχρόνια νοσηλευτική φροντίδα αποτελεί τον υπ’ αριθμόν ένα κίνδυνο αδυναμίας κάλυψης των αναγκών του πληθυσμού, δεδομένης της γήρανσης του πληθυσμού, τόνισε ο Υφυπουργός, και χρειάζεται συνολική διευθέτηση. Μία καλή στρατηγική που θα μπορούσε να υιοθετηθεί και στη χώρα μας είναι η λύση που εφαρμόζει η Γερμανία, η οποία αντιμετωπίζει το ίδιο πρόβλημα, σύμφωνα με την οποία αξιολογείται και προσδιορίζεται ο βαθμός αδυναμίας αυτοεξυπηρέτησης των ασθενών, προκειμένου να κατευθύνονται στις κατάλληλες αντίστοιχες δομές.Ομιλία Υπουργού Υγείας
Δηλώνοντας τον τεράστιο σεβασμό που έτρεφε και εξακολουθεί να τρέφει για τον αείμνηστο Γιάννη Κυριόπουλο, ο Υπουργός Υγείας κ. Άδωνις Γεωργιάδης αποκάλυψε με συγκίνηση στους συνέδρους πως ο Καθηγητής ήταν αυτός που κατά την πρώτη του θητεία στο Υπουργείο Υγείας τού προσέφερε τις πολύτιμες κατευθύνσεις του ώστε να μπορεί να διακρίνει τι είχε ουσιαστικά πραγματική αξία και τι όχι. Ο Γιάννης Κυριόπουλος ήταν ένας άνθρωπος με πραγματικό ενδιαφέρον και βαθιά γνώση του συστήματος και η απουσία του έχει ιδιαίτερη βαρύτητα, ανέφερε ο Υπουργός. Τα οικονομικά και οι πολιτικές υγείας είναι ένα δυναμικό μέγεθος που μεταβάλλεται διαρκώς, καθώς αλλάζουν οι ανάγκες υγείας και οι προκλήσεις που καλούνται να αντιμετωπίσουν τα συστήματα υγείας. Η πρόοδος της τεχνολογίας είναι τόσο ραγδαία, με αποτέλεσμα οι προϋπολογισμοί να γίνονται γρήγορα παρωχημένοι, συνέχισε ο κ. Γεωργιάδης, επομένως χρειαζόμαστε πιο ευέλικτα εργαλεία για να προσαρμοζόμαστε στις εκάστοτε προκλήσεις των καιρών. Η γήρανση του πληθυσμού μεταβάλλει και αυξάνει δραματικά τις ανάγκες για την υγεία του, γεγονός που αποτελεί πρόκληση για τα συστήματα υγείας. Κλειδί για να μπορέσουν τα συστήματα υγείας να αντιμετωπίσουν τις νέες προκλήσεις που αναδύονται είναι η βιωσιμότητα, υπογράμμισε ο Υπουργός. Κάνοντας έναν απολογισμό των έντεκα μηνών της θητείας του, ο Υπουργός επισήμανε ότι μετά την εφαρμογή μέτρων για τον έλεγχο του clawback στη δαπάνη φαρμάκου διαπιστώνεται απόδοση των ληφθέντων μέτρων, καθώς το clawback του 2024 θα είναι μικρότερο αυτού του 2023, γεγονός που αποτελεί από μόνο του μεγάλη επιτυχία. Το clawback είναι ένα χρήσιμο εργαλείο, ωστόσο όταν υπερβαίνει κάποια όρια είναι επικίνδυνο για το σύστημα, κάτι το οποίο κατανοεί και η φαρμακοβιομηχανία. Όσον αφορά στα διαγνωστικά, η μεταρρύθμιση για τον έλεγχο του clawback αποτελεί επίσης μεγάλη επιτυχία, καθώς ενδεικτικά τον Αύγουστο του 2024 ήταν 0%, τη στιγμή που τον ίδιο μήνα του προηγούμενου έτους ήταν 12%. Η πολιτική για τον έλεγχο των οικονομικών αποδίδει ήδη καρπούς, τόνισε ο κ. Γεωργιάδης, επισημαίνοντας πως το 2024 οι προϋπολογισμοί δόθηκαν για πρώτη φορά στα νοσοκομεία έως 10/01, με αποτέλεσμα να υπάρχει δυνατότητα παρακολούθησης της δαπάνης ανά μήνα από την αρχή του έτους και για πρώτη φορά να μην αυξηθεί η δαπάνη για το νοσοκομειακό φάρμακο. Σαφώς δεν έχουμε λύσει όλα μας τα προβλήματα, συνέχισε ο Υπουργός. Η πρόσβαση των Ελλήνων ασθενών σε νέες καινοτόμες θεραπείες αποτελεί μία μεγάλη πρόκληση, δεδομένων των περιορισμένων πόρων, αποτελεί ωστόσο και μία μεγάλη ευθύνη. Στην αντιμετώπιση αυτής της πρόκλησης μπορεί να βοηθήσει σημαντικά η χρήση των θεραπευτικών πρωτοκόλλων, ώστε οι θεραπείες να στοχεύουν αυτούς που πραγματικά τις χρειάζονται. Για το 2025, ο σχεδιασμός του Υπουργείου περιλαμβάνει τη διεύρυνση της εφαρμογής του συστήματος των DRGs στα νοσοκομεία. Προφανώς αυτό θα υλοποιηθεί σταδιακά και με προσοχή, ώστε να συνεχίσει το σύστημα να λειτουργεί αρμονικά. Η εφαρμογή των DRGs έχει ως στόχο τη μέτρηση της παραγωγικότητας των νοσοκομείων και της ποιότητας των υπηρεσιών υγείας που παρέχουν και όχι να κλείσουν δομές, υπογράμμισε ο κ. Γεωργιάδης. Το καλοκαίρι του 2025, πρόσθεσε, θα τεθεί επίσης σε εφαρμογή η πλατφόρμα κωδικοποίησης όλων των ιατροφαρμακευτικών προϊόντων, για την πλήρη παρακολούθηση των δαπανών των νοσοκομείων. Είναι σημαντικό να θυμόμαστε, επισήμανε ο Υπουργός, πως, σε συμφωνία με το Υπουργείο Οικονομικών, ό,τι εξοικονομείται από τις δαπάνες υγείας επενδύεται στην υγεία. Επιπλέον, μέχρι το τέλος του 2025, θα έχει τεθεί σε παραγωγική λειτουργία η μεγαλύτερη ίσως μεταρρύθμιση που έχει γίνει στην υγεία, ο πλήρης Ηλεκτρονικός Φάκελος Υγείας κάθε Έλληνα πολίτη. Σε συνδυασμό, δε, με τα προγράμματα προσυμπτωματικού ελέγχου που «τρέχουν», τα δεδομένα των οποίων περνούν αυτόματα στον ΗΦΥ, πολύ σύντομα θα αποκτήσουμε έναν πρωτόγνωρο όγκο δεδομένων υγείας και θα μπορούμε να λαμβάνουμε αποφάσεις με στοχευμένη εφαρμογή στον πληθυσμό βάσει των υπαρκτών αναγκών. Το ΕΣΥ βελτιώνεται διαρκώς, συνέχισε ο ομιλητής, φέρνοντας το παράδειγμα του «Οίκοθεν», ενός προγράμματος που μερικά χρόνια πριν δεν θα μπορούσαμε να φανταστούμε πως θα υπάρξει, ενώ επιπλέον έχει ήδη ξεκινήσει και το δύσκολο εγχείρημα της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης. Συνοψίζοντας, ανέφερε ο Υπουργός, χάρη στο Ταμείο Ανάκαμψης αλλά και τη βούληση της πολιτικής ηγεσίας, η χώρα μας βρίσκεται πολύ μπροστά όσον αφορά στον ψηφιακό μετασχηματισμό της υγείας. Τα ψηφιακά εργαλεία που διαθέτουμε και η χρήση της τεχνητής νοημοσύνης θα συμβάλλουν, δε, και στην καταπολέμηση της διαφθοράς και των περιπτώσεων απάτης εντός του συστήματος. Σήμερα, 93 Νοσοκομεία και 158 Κέντρα Υγείας ανακαινίζονται πλήρως, ενώ επιπλέον θα δοθούν 100 εκατ. ευρώ για αγορά νέου τεχνολογικού εξοπλισμού στα νοσοκομεία και τα κέντρα υγείας. Το έλλειμμα ανθρώπινου δυναμικού αποτελεί τη μεγαλύτερη πρόκληση για το ΕΣΥ σήμερα, κάτι που δεν συμβαίνει μόνο στη χώρα μας αλλά παντού. Τα μέτρα που λαμβάνονται ωστόσο για την αντιμετώπιση του ελλείμματος αυτού, όπως η δυνατότητα των ιατρών του ΕΣΥ να ασκούν παράλληλα ιδιωτικό έργο, η δυνατότητα ιδιωτών ιατρών να εργασθούν μέσα στο ΕΣΥ και τα κίνητρα για την απασχόληση σε άγονες γραμμές, σε συνδυασμό με τις προσλήψεις που έχει αποφασισθεί να γίνουν, φαίνεται να αποδίδουν. Στην πραγματικότητα, το ΕΣΥ είναι σήμερα καλύτερο από ποτέ, ολοκλήρωσε την ομιλία του ο κ. Γεωργιάδης. Έχει περισσότερους πόρους, περισσότερο προσωπικό και καλύτερο εξοπλισμό, οι υποδομές του ανακαινίζονται πλήρως, ενώ επιπλέον ομαλοποιείται η διαδικασία προμήθειας φαρμάκων.Ομιλία στη μνήμη του Καθηγητή Άρη Σισσούρα
Ο αείμνηστος Άρης Σισσούρας, ανέφερε ο καθηγητής Νίκος Πολύζος στην ομιλία του «Η μεταρρύθμιση ως αντίδοτο στην αδράνεια: μια προσέγγιση του έργου του Άρη Σισσούρα», υπήρξε ένας από τους αρχιτέκτονες και τους πρώτους μεταρρυθμιστές του ΕΣΥ, με ιδιαίτερα αξιόλογη διεθνή καριέρα, δάσκαλος αυστηρός αλλά συνάμα υποβοηθητικός, συνάδελφος συνεργατικός, με πειθώ στις απόψεις του αλλά και προσπάθεια για consensus, άνθρωπος που χαιρόταν τη ζωή σε όλες τις εκφάνσεις της. Το σημαντικό έργο που άφησε πίσω του στηρίχθηκε στις αρχές που συνοψίζονται στο ότι βασικές συνιστώσες μιας μεταρρύθμισης είναι οι περισσότερο δομικές και όχι διορθωτικού χαρακτήρα ολοκληρωμένες αλλαγές, η καλά σχεδιασμένη διαδικασία, ο μεγάλος και όχι σύντομος χρόνος υλοποίησης, η πολιτική που δρα από πάνω προς τα κάτω -από εθνικό επίπεδο σε περιφερειακό και τοπικό- και επαναφέρει την ανάδραση από τον σχεδιασμό ως την αξιολόγηση. Τέλος, το περιεχόμενο της μεταρρύθμισης που ρυθμίζεται ανάλογα με τις σύγχρονες επιδημιολογικές κ.ά. ανάγκες των πολιτών και με τις ιδιοτυπίες του ευρύτερου κοινωνικοοικονομικού και πολιτικού περιβάλλοντος. Στο τελευταίο βιβλίο του «Τα Μετέωρα Βήματα του ΕΣΥ» (2012), ο αείμνηστος Άρης Σισσούρας αναφέρθηκε στις μεταρρυθμίσεις ως τομές κοινωνικής οργάνωσης της χώρας, που πολλές φορές παρέμειναν ανολοκλήρωτες στην υλοποίηση. Τέτοια ήταν και η μεταρρύθμιση του Εθνικού Συστήματος Υγείας· αξιακά και θεσμικά εδραιωμένη σε αρχές ισότητας και καθολικής κάλυψης, αλλά και αποδεκτή από το κοινωνικό σύνολο, διέγραψε όμως μια μετέωρη πορεία, με αντιφάσεις, μεταξύ εντυπωσιακής ανάπτυξης υποδομών και υπηρεσιών ιατρικής υποστήριξης από τη μια, και θεσμικής ανεπάρκειας, χαμηλών αποδόσεων και δυσαρέσκειας των πολιτών από την άλλη.Βραβεύσεις ανακοινώσεων – Βραβείο «Άρης Σισσούρας»
Ακολούθησε η βράβευση των δύο καλύτερων προφορικών ανακοινώσεων και της καλύτερης αναρτημένης ανακοίνωσης που υποβλήθηκαν στο Συνέδριο με το Βραβείο «Άρης Σισσούρας», ένα βραβείο που απονεμήθηκε για πρώτη φορά και θεσπίστηκε στη μνήμη του Καθηγητή Άρη Σισσούρα ως ένδειξη τιμής και αναγνώρισης για την προσφορά του στη διαμόρφωση του επιστημονικού πεδίου της πολιτικής υγείας και της διοίκησης υπηρεσιών υγείας στην Ελλάδα, αλλά και στον σχεδιασμό και τη δημιουργία του Εθνικού Συστήματος Υγείας της χώρας. Την Τελετή Λήξης έκλεισε ο Πρόεδρος της Οργανωτικής Επιτροπής κ. Κώστας Αθανασάκης, που ολοκλήρωσε τις εργασίες του Συνεδρίου ευχαριστώντας όλους για την πολύτιμη συμμετοχή τους. Ένας από τους κυριότερους στόχους του Συνεδρίου είναι οι διεργασίες που λαμβάνουν χώρα σε αυτό να καταλήγουν σε προτάσεις και να οδηγούν στη διαμόρφωση πολιτικών που μπορούν να βελτιώσουν το σύστημα υγείας της χώρας μας. Επόμενος στόχος του Συνεδρίου αυτού, πρότεινε ο κ. Αθανασάκης, θα μπορούσε να είναι να δώσει το έναυσμα ώστε να εργαστούμε όλοι για να μετατρέψουμε το εθνικό σύστημα υγείας μας σε ένα σύστημα που θα εστιάζει στο να αποτρέπει αντί να θεραπεύει τη νόσο. Read More
09 Δεκ
Νοσοκομειακή περίθαλψη και συμπληρωματική ασφάλιση υγείας: ΣΔΙΤ για ένα βιώσιμο σύστημα υγείας – Στρογγυλή Τράπεζα
Προλογίζοντας μια πολύ επίκαιρη συζήτηση για τη συμπληρωματική ασφάλιση υγείας στον χώρο της νοσοκομειακής περίθαλψης, συζήτηση που πραγματοποιήθηκε σε συνεργασία με την Ένωση Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδας (ΕΑΕΕ), ο καθηγητής χειρουργικής και συντονιστής της συζήτησης, κ. Χρήστος Δερβένης κάλεσε τους ομιλητές να καταθέσουν τις πάντα ευπρόσδεκτες προτάσεις τους για συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα (ΣΔΙΤ) στον χώρο αυτό.
[gallery link="file" size="medium" ids="11055,11056,11057,11058,11059,11060"] Λαμβάνοντας πρώτος τον λόγο, ο Γενικός Διευθυντής Ζωής & Υγείας της Interamerican και πρόεδρος του EURAPCO Health Group, κ. Γεώργιος Βελιώτης επισήμανε ότι πουθενά δεν υπάρχει ιδανικό σύστημα υγείας. Στην Ελλάδα, οι νοσηλευτικές δαπάνες κατανέμονται μεταξύ του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα με ποσοστά 60% και 40%, αντιστοίχως, ενώ το μεγαλύτερο μέρος των ιδιωτικών δαπανών καταβάλλονται από την τσέπη των ασθενών και μόνο ένα μικρό μέρος καλύπτεται από ιδιωτικές ασφάλειες. Έτσι, οι πολίτες πληρώνουν με πολλαπλούς τρόπους το κόστος νοσηλείας: μέσω φόρων, μέσω εισφορών, μέσω ιδιωτικής ασφάλισης και από την τσέπη τους. Αυτό δεν είναι αποτελεσματικό και όλο και περισσότερο χρειάζεται μια συνεργασία ανάμεσα στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα για να αντιμετωπιστεί αυτό το βάρος. Η μεγάλη πρόκληση είναι τα πάρα πολύ υψηλά κόστη νοσηλείας. Δεν μπορεί, σχολίασε ο κ. Βελιώτης, το κόστος της χολοκυστεκτομής στην Ελλάδα στον ιδιωτικό τομέα να είναι στο ίδιο επίπεδο με αυτό στην Ελβετία και τρεις φορές υψηλότερο από ό,τι στην Ισπανία ή στην Πορτογαλία. Το πρόβλημα, σύμφωνα με τον ομιλητή, πηγάζει σε μεγάλο βαθμό από τον νόμο-πλαίσιο που υπάρχει για τις ιδιωτικές κλινικές και το γεγονός ότι, τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα, δεν υπάρχουν σύγχρονες μονάδες, π.χ. χειρουργεία μίας ημέρας – τα περισσότερα νοσοκομεία και οι κλινικές είναι γενικής μορφής, ενώ λείπουν οι εξειδικευμένες κλινικές. Μια παλαιότερη προσπάθεια για θεσμική συνεργασία ιδιωτικού-δημόσιου τομέα δεν ευοδώθηκε, ωστόσο από αυτήν μάθαμε πολλά, παρατήρησε ο ομιλητής. Σήμερα καλούμαστε να συζητήσουμε ξανά για την εύρεση λύσεων, οι οποίες όμως, όπως επισήμανε ο ομιλητής, θα πρέπει να είναι αποδεκτές και από τους γιατρούς. Το κλειδί είναι ο διάλογος, το κοινό όραμα και η εμπιστοσύνη, κατέληξε ο κ. Βελιώτης. Στη συνέχεια, ο Καθηγητής Διοίκησης και Οργάνωσης Υπηρεσιών Υγείας, Δ.Π.Θ., κ. Νίκος Πολύζος περιέγραψε εν συντομία την παλαιότερη προσπάθεια σύμπραξης που είχε πραγματοποιηθεί το 2011 και η οποία δεν στέφθηκε από επιτυχία. Στην απόπειρα εκείνη είχε εκδοθεί υπουργική απόφαση η οποία προέβλεπε τη διάθεση 556 κλινών σε νοσοκομεία του Ε.Σ.Υ. πανελλαδικά, για 40.000 νοσηλείες ετησίως, και υπεγράφη πλαίσιο συνεργασίας με τις 7 μεγαλύτερες ασφαλιστικές εταιρείες (το 80% των εταιρειών). Το κόστος μιας νοσηλείας για τις ασφαλιστικές εταιρείες θα ήταν το μισό από ό,τι θα ήταν σε ένα ιδιωτικό νοσοκομείο. Η αποτυχία της προσπάθειας εκείνης, υποστήριξε ο κ. Πολύζος, οφειλόταν στην έλλειψη κεντρικού φορέα που να διαχειρίζεται το όλο εγχείρημα, στην αναποτελεσματικότητα των διοικήσεων, οι οποίες αδυνατούσαν να υλοποιήσουν τη συμφωνία, και στον μεγάλο αριθμό των νοσοκομείων. Ο κ. Πολύζος πρότεινε ότι οποιοδήποτε νέο εγχείρημα θα πρέπει να επιχειρηθεί στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη, σε μικρό αριθμό νοσοκομείων, ώστε η κατάσταση να είναι πιο διαχειρίσιμη. Πρόσθεσε, τέλος, ότι θα μπορούσε να υπάρξει χρηματοδότηση μιας συμπληρωματικής ασφάλισης στο πρότυπο ξένων συστημάτων, κατά το οποίο οι εργαζόμενοι και οι εργοδότες πληρώνουν το βασικό ασφάλιστρο και το κράτος επιδοτεί. Σχολιάζοντας την κατάσταση από την πλευρά του δημόσιου τομέα, ο κ. Σπύρος Αποστολόπουλος, Διοικητής του Νοσοκομείου «Αττικόν», παρατήρησε ότι οι μεγάλες θεσμικές μεταβολές που έχει επιφέρει η πολιτεία στις εργασιακές σχέσεις με το προσωπικό του δημόσιου συστήματος υγείας έχουν δημιουργήσει μια καινούρια εργασιακή πραγματικότητα: το πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης ιατρικό προσωπικό έχει πλέον την ελευθερία να ασκήσει ιδιωτικό επάγγελμα, μέσω των απογευματινών ιατρείων και χειρουργείων, κάτι που επί 40 χρόνια δεν είχε. Συνεπώς, ήδη το δημόσιο έχει επεξεργαστεί ένα εσωτερικό σύστημα ΣΔΙΤ, μέσα στους κόλπους του. Αυτή η πραγματικότητα έχει δημιουργήσει και μια ωριμότητα συνθηκών, η οποία ανοίγει τον δρόμο για συνέργειες με την ιδιωτική αγορά, με ένα θεσμικό πλαίσιο το οποίο είναι πολύ πιο ευνοϊκό σήμερα από ό,τι ήταν στο παρελθόν. Επομένως, ένα δημόσιο νοσοκομείο σήμερα μπορεί να αναπτύξει μια υγιή σύμπραξη με μια ιδιωτική ασφαλιστική εταιρεία, συνέχισε ο κ. Αποστολόπουλος, εφόσον συντρέξουν κάποιες προϋποθέσεις, οι οποίες θα καθορίζουν το εύρος της συνέργειας. Σε πρώτη φάση, η συνεργασία καλό θα ήταν να ξεκινήσει από στοχευμένες περιοχές, για παράδειγμα τα μεγάλα αστικά κέντρα, όπου υπάρχουν πανεπιστημιακά νοσοκομεία, τα οποία κατά τεκμήριο έχουν καλύτερη στελέχωση, δομή και υποδομή και, άρα, συγκεντρώνουν περισσότερες συνθήκες και προϋποθέσεις για μια αποτελεσματική συνέργεια. Επίσης, καλό θα ήταν το εγχείρημα να ξεκινήσει από μια γκάμα πιο σπάνιων υπηρεσιών, που απαιτούν μεγαλύτερη υποδομή, πιο εξειδικευμένες υπηρεσίες και πιο εξειδικευμένη τεχνολογία, και όχι από επεμβάσεις ρουτίνας, οι οποίες μπορούν να αντιμετωπιστούν οπουδήποτε. Συνεπώς, κατέληξε ο κ. Αποστολόπουλος, αν υπάρχει καλή θέληση και από τις δύο πλευρές, αξιοπιστία και ένα σοβαρό πλαίσιο το οποίο θα καθορίζει και θα αναδιανέμει εισοδήματα και ωφέλειες, δεν θα ήταν τόσο κακή μια δοκιμή σε ένα πιλοτικό μοντέλο.Συζήτηση
Κατά τη συζήτηση που ακολούθησε, ο κ. Δερβένης αναφέρθηκε αρχικά σε ένα άρθρο που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Η Καθημερινή» και το οποίο εντόπιζε δύο περιοχές κρίσης: α) το γεγονός ότι, καθώς οι δαπάνες είναι δυσανάλογες με το επίπεδο ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, οι ασφαλιστικές εταιρείες αναγκάζονται να αυξήσουν το κόστος των ασφαλιστικών συμβολαίων, ακόμη και των παλαιότερων, και β) το γεγονός ότι, ενώ οι ιδιωτικές δαπάνες έχουν φθάσει τα 5,5 δισ., ο Ε.Ο.Π.Υ.Υ., αντί να συμπληρώνει το ασφαλιστικό κομμάτι, πληρώνει τα ελλείμματα ή τα υπερκόστη του κράτους. Και στο σημείο αυτό, ο κ. Δερβένης έθεσε το εξής ερώτημα: Σε μια αγορά που λειτουργεί στρεβλά και δεν ακολουθεί τους κανόνες ανταγωνιστικότητας, μπορούν να λειτουργήσουν οι ΣΔΙΤ σε οποιαδήποτε μορφή; Ο κ. Βελιώτης σχολίασε ότι σήμερα οι Έλληνες που έχουν ιδιωτική ασφάλιση είναι λιγότεροι από 2 εκ., αλλά η ζήτηση για ιδιωτική ασφάλιση είναι πολύ μεγάλη. Το πρόβλημα –πέρα από τα ζητήματα κουλτούρας, που πλέον αλλάζει– είναι το υψηλό κόστος, το οποίο θα πρέπει να μειωθεί προκειμένου να μπορεί περισσότερος κόσμος, και ιδίως ο νεαρός πληθυσμός, να αγοράζει ιδιωτική ασφάλιση. Το δημόσιο προσφέρει μια πολύ βιώσιμη λύση και θα μπορούσαν να γίνουν πιλοτικά μία δύο δοκιμές σύμπραξης σε πιο μικρή κλίμακα, να διορθωθούν τα λάθη και σταδιακά να αναπτυχθεί η συνεργασία. Ο κ. Πολύζος σχολίασε με τη σειρά του ότι στη σημερινή αγορά κυριαρχεί η προσφορά, αλλά οι πάροχοι δεν καταφέρνουν να ανταποκριθούν στον ρόλο τους. «Γιατί δεν μπορούν οι ασφαλιστικές εταιρείες να επιβάλουν λογικές τιμές στα ιδιωτικά νοσηλευτήρια;», αναρωτήθηκε ο κ. Πολύζος και συνέχισε: Γιατί δεν μπορεί ο Ε.Ο.Π.Υ.Υ. να προσφέρει συμπληρωματική ασφάλιση σε όσους επιθυμούν επιπλέον παροχές; Γιατί δεν μπορεί μια ασφαλιστική εταιρεία να προσφέρει συμπληρωματική ασφάλιση και ζητάει υπέρογκα ποσά για πλήρη ασφάλιση; Το κράτος θα πρέπει πρώτα να βάλει τάξη στην αγορά και μετά να δει αν μπορεί να ελέγξει τις τιμές, κατέληξε ο κ. Πολύζος. Τέλος, ο κ. Αποστολόπουλος πρότεινε οι εταίροι να κάνουν μια ειλικρινή συζήτηση και να δουν τις παθογένειες, τις αδυναμίες και τις κακές προσεγγίσεις του παρελθόντος. Επισήμανε δε, ότι αφού μιλάμε για συνέργειες οι οποίες έχουν οικονομικό αντίκρισμα, αυτές θα πρέπει να είναι αμοιβαία ωφέλιμες. Το δημόσιο θα πρέπει να κατανοήσει τον τρόπο σκέψης της ιδιωτικής αγοράς και η ιδιωτική αγορά θα πρέπει να κατανοήσει τους περιορισμούς του δημοσίου, κατέληξε ο κ. Αποστολόπουλος. Read More
09 Δεκ
Χρηματοδότηση του συστήματος υγείας για την επίτευξη της καθολικής κάλυψης – Συνεδρία
Το πάγιο και πάντα επίκαιρο θέμα της χρηματοδότησης του συστήματος υγείας με στόχο την καθολική κάλυψη συζητήθηκε στο πλαίσιο στρογγυλής τράπεζας, την οποία συντόνισε ο καθηγητής πολιτικής υγείας κ. Κυριάκος Σουλιώτης. «Το μότο του NHS όταν ιδρύθηκε ήταν ότι μπορούμε να καλύψουμε τους πάντες, αλλά όχι για τα πάντα», σχολίασε ο κ. Σουλιώτης δίνοντας το σύνθημα για την έναρξη της συζήτησης, κατά την οποία έθεσε μια σειρά από ερωτήματα σε εκπροσώπους των εμπλεκόμενων φορέων, από το Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ., της φαρμακοβιομηχανίας, αλλά και της αντιπολίτευσης και του ακαδημαϊκού χώρου.
[gallery columns="4" link="file" size="medium" ids="11042,11046,11043,11041,11045,11044,11048,11047"]Ο προϋπολογισμός του Υπ. Υγείας και κάλυψη κενών
Η κ. Παυλίνα Καρασιώτου, Γενική Γραμματέας Δημοσιονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, έλαβε πρώτη τον λόγο προκειμένου να μιλήσει για τον φετινό προϋπολογισμό υγείας, ο οποίος, σύμφωνα με την ομιλήτρια, είναι σε γενικές γραμμές καλός. Μετά από πάρα πολλά χρόνια αλλεπάλληλων κρίσεων, η δημοσιονομική κατάσταση είναι καλή, η ανάπτυξη συνεχίζεται και ο πληθωρισμός σταθεροποιείται και μειώνεται. Έτσι, τα τελευταία χρόνια υπάρχει μια σταθερή αυξητική πορεία των δαπανών για την υγεία, την παιδεία και την άμυνα, τους τομείς δηλαδή στους οποίους διοχετεύεται το μεγαλύτερο μέρος των υπεραποδόσεων που προκύπτουν από τα φορολογικά έσοδα και από την πάταξη της φοροδιαφυγής. Ως αποτέλεσμα, η επιχορήγηση προς τα νοσοκομεία αυξήθηκε από 1,5 δισ. το 2019 σε 3,2 δισ. για το 2025, ο προϋπολογισμός του Υπουργείου Υγείας αυξήθηκε από 4,1 δισ. σε 7,18 δισ., ενώ οι συνολικές δαπάνες για την υγεία ανέρχονται σε 13,5 δισ. στον φετινό προϋπολογισμό, από σχεδόν 12 δισ. που ήταν το 2023. Με αυτόν τον τρόπο καλύπτονται κενά που είχαν δημιουργηθεί τα προηγούμενα χρόνια και κερδίζουμε το χαμένο έδαφος. Πρόκειται για μια δύσκολη άσκηση, γιατί προϋποθέτει προτεραιοποίηση των αναγκών και στη συνέχεια σωστή αξιοποίηση των δαπανών.Ο ρόλος του ΕΟΠΥΥ στο πλαίσιο του ψηφιακού μετασχηματισμού
Καλούμενη να σχολιάσει πώς μπορεί ο Ε.Ο.Π.Υ.Υ. να αξιοποιήσει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο αυτούς τους πόρους, η κ. Θεανώ Καρποδίνη, Διοικήτρια & Πρόεδρος Δ.Σ. του Ε.Ο.Π.Υ.Υ., συμφώνησε αρχικά ότι η χρηματοδότηση του συστήματος υγείας έχει αυξηθεί σημαντικά την τελευταία πενταετία, είτε άμεσα είτε έμμεσα, καθώς πλέον καλύπτονται από ξεχωριστό προϋπολογισμό τα εμβόλια, τα φάρμακα τα οποία βρίσκονται σε παγκόσμια έλλειψη, η χρηματοδότηση του ΕΚΑΣ και οι Ευρωπαίοι ασφαλισμένοι. Ωστόσο, ο Ε.Ο.Π.Υ.Υ. έχει να αντιμετωπίσει δύο στοιχήματα. Το ένα είναι η αποτελεσματική χρήση των πόρων, δεδομένου ότι οι μεγαλύτερες δαπάνες δεν σημαίνουν απαραίτητα καλύτερες υπηρεσίες ή καθολική πρόσβαση σε αυτές. Η εύρεση πρόσθετης χρηματοδότησης για την κάλυψη των νέων αναγκών και των νέων καινοτόμων θεραπειών είναι φυσικά μια πρόκληση, αλλά το μεγαλύτερο στοίχημα είναι ο αποτελεσματικότερος έλεγχος των παροχών προς τους ασφαλισμένους, έτσι ώστε να δημιουργείται χώρος για πρόσβαση σε νέα φάρμακα. Το δεύτερο στοίχημα σχετίζεται με τον ψηφιακό μετασχηματισμό και με τα νέα εργαλεία που είναι πλέον διαθέσιμα. Τα εργαλεία αυτά επιτρέπουν στον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. να μετρά πραγματικά την προστιθέμενη αξία από κάθε νέο φάρμακο ή κάθε νέα υπηρεσία, του δίνουν τη δυνατότητα αξιολόγησης των τεχνολογιών υγείας, ενώ μια δυνατή Επιτροπή Διαπραγμάτευσης έχει δώσει τα τελευταία χρόνια πάρα πολύ μεγάλη ανάσα στον προϋπολογισμό, καθώς και τη δυνατότητα στις εταιρείες να έχουν πιο προβλέψιμο δικό τους προϋπολογισμό. Το στοίχημα για τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. είναι πώς θα καταφέρει να συντονίσει όλα αυτά τα καινούρια εργαλεία, έτσι ώστε να φέρει αποτελέσματα τα οποία ο ασφαλισμένος θα μπορεί να αντιληφθεί ως βελτίωση της παρεχόμενης ποιότητας, μείωση της αναμονής, καθολική πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας και δυνατότητα λήψης εξατομικευμένης θεραπείας.Αξιοποίηση των εργαλείων χρηματοδότησης
Εκπροσωπώντας την αξιωματική αντιπολίτευση, ο κ. Παναγιώτης Δουδωνής, Βουλευτής Επικρατείας του ΠΑΣΟΚ, συμφώνησε με τη σειρά του για τη σημασία της παρακολούθησης του τρόπου διάθεσης των πόρων και διατύπωσε δύο ενστάσεις για τις πολιτικές της κυβέρνησης. Η μία ήταν ότι οι πόροι από το Ταμείο Ανάκαμψης χρησιμοποιήθηκαν στον τομέα της υγείας για μεγάλο διάστημα αποκλειστικά και μόνο για την ενεργειακή αναβάθμιση των νοσοκομείων και έτσι χρησιμοποιήθηκε μόνο το 1/4 περίπου των πόρων που θα μπορούσαν να είχαν απορροφηθεί, με αποτέλεσμα να χαθεί μια μοναδική ευκαιρία να χτίσουμε υποδομές για την υγεία. Η δεύτερη ένταση σχετιζόταν με τα απογευματινά ιατρεία και τον προσυμπτωματικό έλεγχο, τα οποία επίσης χρηματοδοτούνται από το Ταμείο Ανάκαμψης, χωρίς ωστόσο να έχει προβλεφθεί η ύπαρξη κάποιου μόνιμου εργαλείου χρηματοδότησης, έτσι ώστε να μπορούν να συνεχιστούν μακροχρόνια. Συνολικά, δηλαδή, αντί να διοχετευτούν τα χρήματα σε έργα υποδομών τα οποία θα μείνουν, διοχετεύονται σε προγράμματα τα οποία αναγκαστικά θα διακοπούν. Παρομοίως, υποστήριξε ο ομιλητής, η κυβέρνηση θεσμοθετεί διάφορα πράγματα, όπως η κοστολόγηση των ιατρικών πράξεων ή το σύστημα προμηθειών, χωρίς να περνά στη συνέχεια σε εφαρμογή αυτών που έχει θεσμοθετήσει. Ο κ. Δουδωνής πρόσθεσε ότι θα πρέπει να δούμε ξανά τον ρόλο του Ε.Ο.Π.Υ.Υ. και να εξετάσουμε κατά πόσο μπορεί να γίνει στρατηγικός αγοραστής υπηρεσιών υγείας και σε τι θα μπορούσε αυτό να μεταφραστεί. Τόνισε, τέλος, ότι η Ελλάδα διαθέτει εξαιρετικούς οικονομολόγους υγείας, τους οποίους θα πρέπει να αξιοποιήσουμε για να σχεδιάσουμε, αλλά και να εφαρμόσουμε, μηχανισμούς παρακολούθησης της διάθεσης των πόρων.Επένδυση στην καινοτομία
Στη συνέχεια, καλούμενη να απαντήσει στο ερώτημα του κατά πόσο η Ελλάδα, με το παραγωγικό της μοντέλο, μπορεί να επενδύσει στην καινοτομία, η κ. Έλενα Χουλιάρα, Πρόεδρος και Διευθύνουσα Σύμβουλος της Astra Zeneca Ελλάδας & Κύπρου, απάντησε πως η κατάσταση είναι πολύ μακριά από εκεί που θα έπρεπε να είναι. Σε σύγκριση με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ακόμη και τις νότιες, το χρηματοδοτικό κενό στον χώρο του φαρμάκου ήταν της τάξης του 1 δισ. ευρώ ήδη από το 2022. Η διαφορά αυτή διαρκώς αυξάνεται και έχουμε φτάσει στο σημείο τα τελευταία τρία χρόνια η φαρμακοβιομηχανία να καλύπτει πάνω από το μισό της χρήσης των φαρμάκων στην Ελλάδα και να υπάρχουν επιστροφές 83% για κάποια νοσοκομειακά φάρμακα. Αυτό πλήττει τη βιωσιμότητα σε όλον τον χώρο του φαρμάκου, αλλά πρωτίστως πλήττει την πρόσβαση των ασθενών στα φάρμακα και κυρίως στα νέα, καινοτόμα φάρμακα. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα τελευταία 4 χρόνια ο ΕΜΑ έχει εγκρίνει 221 νέα φάρμακα και από αυτά ούτε το 20% δεν είναι αυτήν τη στιγμή διαθέσιμα και αποζημιούμενα στην Ελλάδα. Επειδή θα μπορούσε κανείς να αναρωτηθεί κατά πόσο χρειάζονται πράγματι όλα αυτά τα καινοτόμα φάρμακα, η κ. Χουλιάρα υπενθύμισε ότι η φαρμακευτική καινοτομία ήταν αυτή που έσωσε πάρα πολλές ζωές στη διάρκεια της πανδημίας, ενώ χάρη στη φαρμακευτική καινοτομία πολλοί άνθρωποι με σοβαρές νόσους, όπως HIV, καρκίνο του πνεύμονα και μελάνωμα, ζουν περισσότερο και καλύτερα. Πολλά περισσότερα μπορεί να προσφέρει η φαρμακευτική καινοτομία στο μέλλον, χάρη σε εξελίξεις όπως οι γονιδιακές θεραπείες και η ιατρική ακριβείας. Επιπλέον, η φαρμακευτική καινοτομία έχει σημαντικό αντίκτυπο και στην οικονομία, καθώς όταν οι άνθρωποι ζουν περισσότερο και με καλή υγεία, είναι παραγωγικοί για μεγαλύτερο διάστημα και συμβάλλουν περισσότερο στην οικονομία. Υπολογίζεται ότι το 1/3 της αύξησης του ΑΕΠ της τελευταίας δεκαετίας συνδέεται και με τη βελτίωση της υγείας, ενώ έχει υπολογιστεί ότι εάν δοθεί κατάλληλη προτεραιότητα στην υγεία, το ΑΕΠ μπορεί να παρουσιάσει αύξηση της τάξης του 8% έως το 2040, το οποίο μεταφράζεται σε ένα ποσό της τάξης των 13 τρισ. δολαρίων στην παγκόσμια οικονομία. Γίνεται, λοιπόν, σαφές ότι αξίζει να επενδύσουμε στη φαρμακευτική καινοτομία και αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε μακριά από το κατάλληλο επίπεδο επενδύσεων.Βιωσιμότητα του συστήματος υγείας
Λαμβάνοντας τον λόγο, ο καθηγητής κ. Κώστας Αθανασάκης δήλωσε πως, σύμφωνα με έρευνες, όσο περισσότερο δημόσιος είναι ο χαρακτήρας ενός συστήματος υγείας τόσο καλύτερο είναι το επίπεδο υγείας στην ηλικία των 65 ετών – κάτι που μας ενδιαφέρει πολύ, δεδομένης της αύξησης του πληθυσμού των ατόμων άνω των 65 ετών. Ο κ. Αθανασάκης έκανε στη συνέχεια μια διάκριση ανάμεσα στην οικονομική βιωσιμότητα (δηλ. τη σχέση κόστους-οφέλους) και τη δημοσιονομική βιωσιμότητα (δηλαδή τη διάθεση των πόρων που επιτρέπουν σε ένα σύστημα να λειτουργήσει). Η οικονομική βιωσιμότητα, υποστήριξε ο ομιλητής, δεν είναι πολύ δύσκολο να επιτευχθεί, καθώς γνωρίζουμε σήμερα τεχνικές και λύσεις για να την επιτύχουμε, μεταξύ των οποίων και αυτές που αξιολογούν και επιβραβεύουν την καινοτομία. Η δημοσιονομική βιωσιμότητα, όμως, φαίνεται ότι είναι πιο δύσκολη υπόθεση, σχολίασε ο ομιλητής. Ο λόγος είναι ότι μέτρα όπως, για παράδειγμα, η επιβολή ειδικών φόρων σε προϊόντα που είναι επιβλαβή για την υγεία (όπως τα τσιγάρα και τα σακχαρούχα αναψυκτικά) δεν αποδίδουν τόσο ώστε να λυθεί το πρόβλημα. Ο βασικότερος λόγος, όμως, είναι το γεγονός ότι έχουμε ξεχάσει για ποιο λόγο δημιουργήθηκαν τα συστήματα υγείας. Απαιτούνται κυβερνήσεις με όραμα, οι οποίες να θυμούνται ότι τα συστήματα υγείας δημιουργήθηκαν γιατί διατηρούν την υγεία των ανθρώπων και, συνεπώς, την κοινωνική συνοχή και ευημερία. Αν το θυμηθούμε αυτό, θα γνωρίζουμε γιατί πρέπει να δοθούν χρήματα στον τομέα της υγείας, κατέληξε ο κ. Αθανασάκης.Συζήτηση
Σε αυτό το σημείο, ο κ. Σουλιώτης σχολίασε ότι κάποιες ακραίες απόψεις που έχουν διατυπωθεί κατά καιρούς, όπως γιατί να πληρώνουν όλοι οι πολίτες μέσω της φορολογίας τις ατομικές επιβλαβείς συμπεριφορές κάποιων ανθρώπων, έχουν απορριφθεί από όλες τις επιστημονικές κοινότητες και πρόσθεσε πως δεν υπάρχουν οικονομικά υγιείς χώρες με μη υγιείς πολίτες και πως χώρες με υψηλό επίπεδο διαφθοράς έχουν χειρότερα συστήματα υγείας και το αντίστροφο. Ο κ. Δουδωνής υπερθεμάτισε, λέγοντας ότι μια ισχυρή οικονομία είναι συμπεριληπτική οικονομία και ότι στην Ελλάδα ισχύει το εξής παράδοξο: ενώ είμαστε προτελευταίοι στην Ευρώπη σε αγοραστική δύναμη, ερχόμαστε δεύτεροι σε ιδιωτικές δαπάνες υγείας. Καυτηρίασε επίσης τον ολιγοπωλιακό χαρακτήρα του χώρου της ιδιωτικής υγείας, καθώς και την προχειρότητα, όπως είπε, με την οποία έγινε η εγγραφή μη έμπειρων γιατρών στη λίστα με τους προσωπικούς γιατρούς, με μόνο στόχο την εκταμίευση των χρημάτων από το ταμείο ανάκαμψης, αντί για τη δημιουργία δικτύων που να μπορούν να αντιμετωπίσουν την πολυνοσηρότητα, η οποία βρίσκεται σε αύξηση. Ο κ. Σουλιώτης επανήλθε λέγοντας ότι οι δαπάνες για την υγεία δεν θα έπρεπε να αντιμετωπίζονται ως πρόβλημα και ότι θα έπρεπε να βλέπουμε την επενδυτική διάσταση και τον εμπροσθοβαρή χαρακτήρα αυτών των δαπανών. Η κ. Χουλιάρα πρόσθεσε ότι απαιτείται εξορθολογισμός σε όλο τον χώρο της υγείας και ότι η φαρμακευτική καινοτομία είναι μία από τις πιο αποδοτικές επενδύσεις. Στη συνέχεια, ο κ. Σουλιώτης έθεσε το ερώτημα κατά πόσο θα μπορούσε ο Ε.Ο.Π.Υ.Υ. να γίνει ο βασικός μοχλός χρηματοδότησης των υπηρεσιών υγείας, δηλαδή να συγκεντρώνει όλα τα χρήματα από όλες τις δημόσιες πηγές χρηματοδότησης και να διαπραγματεύεται με τους παρόχους, δημόσιους και ιδιωτικούς, έτσι ώστε να μπορεί να υπάρξει αποτελεσματικός έλεγχος. Η κ. Καρποδίνη απάντησε πως κατά τη γνώμη της ο Ε.Ο.Π.Υ.Υ. θα μπορούσε να παίξει αυτόν τον ρόλο. Εξήγησε ότι ο Ε.Ο.Π.Υ.Υ. βρίσκεται σε φάση μετασχηματισμού και ότι εργαλεία όπως ο ψηφιακός ανασχηματισμός, τα μητρώα παρακολούθησης, τα DRG, τα εργαλεία μέτρησης της αποτελεσματικότητας και της προστιθέμενης αξίας, σε συνδυασμό με την πρόσβαση σε όλα τα δεδομένα και την ανάληψη όλων των πόρων, θα του επέτρεπαν να μετατραπεί σε στρατηγικό και όχι παθητικό αγοραστή υπηρεσιών υγείας και να επιτύχει αποτελεσματική αξιοποίηση των πόρων. Ολοκληρώνοντας τη συζήτηση, ο κ. Σουλιώτης ρώτησε κατά πόσο είναι εφικτή η ισότητα σε ένα σύστημα που αρνείται να αλλάξει, με τον κ. Αθανασάκη να απαντά ότι μια αλλαγή κοινωνικού χαρακτήρα δεν είναι ποτέ εύκολη και ότι δεν δόθηκε χρόνος να ανταποκριθούμε στην αλλαγή του θεσμού. Όταν δημιουργήθηκε το Ε.Σ.Υ., πριν από 40 χρόνια, παρήγε πολιτικές από την πλευρά της προσφοράς, αλλά δεν άκουσε κανείς τι πραγματικά θέλουν οι άνθρωποι. Σήμερα διαθέτουμε τα περισσότερα εργαλεία από ποτέ για να λύσουμε το θέμα των ανισοτήτων. Αλλά θα πρέπει να τις εντοπίσουμε και να ρωτήσουμε ποιες είναι οι πραγματικές ανάγκες. Τέλος, η κ. Καρασιώτου επισήμανε για μία ακόμη φορά πως υψηλότερη χρηματοδότηση δεν σημαίνει απαραίτητα καλύτερο σύστημα υγείας και ότι το κλειδί είναι η σωστή αξιοποίηση των πόρων. Read More
06 Δεκ
Η αξία των δεδομένων υγείας για την υγεία και ευημερία του πληθυσμού υπό το πρίσμα του νέου κανονισμού EHDS – Συνεδρία
Ο πολυαναμενόμενος Ευρωπαϊκός Χώρος Δεδομένων Υγείας (European Health Data Space – EHDS) ετοιμάζεται να τεθεί σε λειτουργία, διασφαλίζοντας την ισότιμη, ασφαλή και αποδοτική χρήση των δεδομένων υγείας. Στη συνεδρία που είχε ως κεντρικό θέμα την αξιοποίηση των δεδομένων υγείας προς όφελος της υγείας και ευημερίας του πληθυσμού συμμετείχαν όλοι οι εμπλεκόμενοι, εκπρόσωποι των ασθενών, της φαρμακευτικής βιομηχανίας, φορέων όπως η Η.ΔΙ.Κ.Α. και το ΚΕ.ΤΕ.Κ.Ν.Υ., καθώς και εκπρόσωποι του Υπουργείου Υγείας και του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης, υπό τον συντονισμό του κ. Χαράλαμπου Καρανίκα και του κ. Αλέξανδρου Μπέρλερ.
[gallery link="file" size="medium" ids="11025,11027,11030,11023,11028,11026,11029,11031"] Το θέμα της αξιοποίησης των δεδομένων υγείας συζητιέται αρκετά χρόνια, ανέφερε προλογίζοντας τη συνεδρία ο κ. Καρανίκας, πλέον ωστόσο είμαστε προ των πυλών μίας πολύ σημαντικής εξέλιξης. Ο Ευρωπαϊκός Χώρος Δεδομένων Υγείας (European Health Data Space – EHDS), ο πρώτος τομέας της Ευρωπαϊκής στρατηγικής για τα δεδομένα που οδεύει προς υλοποίηση, αναμένεται να ανακοινωθεί τον Φεβρουάριο του 2025. Ο EHDS αφορά τόσο την πρωτογενή χρήση των δεδομένων, δηλαδή την αξιοποίησή τους προκειμένου να παρέχουμε υπηρεσίες υγείας, κάτι το οποίο στη χώρα μας ήδη λειτουργεί και εξελίσσεται, όσο και τη δευτερογενή τους χρήση, η οποία μπορεί να συμβάλει σημαντικά στην έρευνα, την καινοτομία και τη χάραξη πολιτικών υγείας. Η αξία των δεδομένων υγείας είναι αναγνωρισμένη, υπογράμμισε ο κ. Καρανίκας. Η χώρα μας βρίσκεται σε πολύ καλό επίπεδο όσον αφορά στη συλλογή των δεδομένων, απαιτείται ωστόσο να γίνουν βήματα ώστε να διασφαλισθεί η εύρυθμη ροή τους, προκειμένου να μπορούν να αξιοποιηθούν.Εισαγωγική Ομιλία
Η αλήθεια είναι πως έχουν ήδη γίνει αρκετά πράγματα όσον αφορά στην ψηφιακή διακυβέρνηση της χώρας, ειδικά στον τομέα της υγείας, ανέφερε ξεκινώντας την ομιλία του ο Γενικός Γραμματέας Πληροφοριακών Συστημάτων και Ψηφιακής Διακυβέρνησης κ. Δημοσθένης Αναγνωστόπουλος, φέροντας ως επιτυχημένο παράδειγμα τον εμβολιασμό και τον τρόπο αντιμετώπισης του Covid-19. Το γεγονός πως η Ελλάδα μπόρεσε να πρωτοπορήσει στην καθιέρωση του ευρωπαϊκού πιστοποιητικού εμβολιασμού, το οποίο στην πραγματικότητα αποτελούσε την πρώτη επιτυχημένη προσπάθεια διασυνοριακής λειτουργικότητας είναι πολύ σημαντικό, υπογράμμισε ο κ. Αναγνωστόπουλος. Η οργάνωση των δεδομένων ώστε να μπορούν στη συνέχεια να αξιοποιηθούν έχει δύο πτυχές, συνέχισε ο ομιλητής. Η πρώτη αφορά στην καταγραφή των δεδομένων, την αποτύπωσή τους και τη δυνατότητα πρόσβασης σε αυτά από διαφορετικά σημεία και η δεύτερη στην ποιότητά τους. Στην Ελλάδα, έχουν γίνει σημαντικά βήματα προς την επίτευξη του στόχου αυτού με τη δημιουργία του ΑΗΦΥ και την εφαρμογή myHealth. Για πρώτη φορά αποκτάμε δεδομένα, εξήγησε ο κ. Αναγνωστόπουλος, είναι ωστόσο πολύ σημαντικό τα δεδομένα αυτά να είναι καλής ποιότητας και όχι μόνο πολλά. Στη χώρα μας έχει αρχίσει να δημιουργείται μεγάλος όγκος δεδομένων, για να είναι όμως τα δεδομένα αυτά ποιοτικά θα πρέπει να «καθαρίζονται» ώστε να υπάρχει η δυνατότητα διασύνδεσης των μητρώων, κάτι που έχει επιτευχθεί ήδη και συνεχίζει να βελτιώνεται. Όσον αφορά στον Ευρωπαϊκό Χώρο, είναι γνωστό ότι η Ευρώπη έχει παράδοση σε καλούς κανονισμούς. Ο EHDS αφορά τη δυνατότητα του πολίτη όχι μόνο να έχει πρόσβαση στα δεδομένα του, αλλά και να καθορίζει ο ίδιος με ποιες συνθήκες θα γίνεται η πρόσβαση τρίτων σε αυτά, εντός της χώρας του αλλά και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, επομένως είναι ιδιαίτερα σημαντικό να έχουμε διασυνοριακές συνεργασίες και κοινά πρότυπα στα συστήματα δεδομένων των χωρών. Το AI Act, το οποίο τέθηκε επίσημα σε εφαρμογή στην Ευρώπη τον Αύγουστο του 2024, προβλέπει την κατηγοριοποίηση των συστημάτων που χρησιμοποιούν τεχνητή νοημοσύνη είτε είναι τα ίδια τεχνητής νοημοσύνης σε κάποιες κατηγορίες βάσει του κινδύνου τον οποίο ενέχουν. Τα συστήματα κατηγοριοποιούνται κατ’ αυτόν τον τρόπο σε συστήματα μηδενικού ρίσκου, ελάχιστου ρίσκου, υψηλού ρίσκου και απαγορευτικού ρίσκου, εξήγησε ο κ. Αναγνωστόπουλος. Έτσι, τα μηδενικού ή ελάχιστου ρίσκου συστήματα είναι αποδεκτά στην Ευρώπη, τα συστήματα απαγορευτικού ρίσκου, όπως για παράδειγμα συστήματα που ενθαρρύνουν τις διακρίσεις ή τη βία, απαγορεύονται, ενώ για τα υψηλού ρίσκου συστήματα χρειάζεται να υπάρχει μια ειδική αποτίμηση του κινδύνου. Για τον χώρο ωστόσο της υγείας, που διαθέτει ευαίσθητα δεδομένα, υπάρχει μια ειδική πρόβλεψη. Το AI Board, το Συμβούλιο Τεχνητής Νοημοσύνης που δημιουργήθηκε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή με σκοπό να εφαρμόσει το AI Act σε όλα τα κράτη μέλη, διαθέτει μια ειδική θεματική υποκατηγορία για τον χώρο της υγείας που έχει ως αντικείμενο τα medical devices και in vitro diagnostics. Το ζητούμενο επομένως είναι να μπορέσουμε να εφαρμόσουμε το AI Act στην Ευρώπη, ώστε να προστατεύουμε τα προσωπικά και ιατρικά δεδομένα των πολιτών, συνέχισε ο ομιλητής, δίνοντας παράλληλα τη δυνατότητα εφαρμογής της τεχνητής νοημοσύνης με σκοπό την προαγωγή της εξατομικευμένης θεραπείας, της δημόσιας υγείας ή ακόμη και της κατ’ οίκον φροντίδας του ασθενούς με χρήση της τεχνητής νοημοσύνης. Οι εφαρμογές είναι πολλές και το έργο είναι πολύ μεγάλης σημασίας όχι μόνο για τον πολίτη, αλλά και για την ιατρική έρευνα και τη φαρμακοβιομηχανία. Ας μην ξεχνάμε, ολοκλήρωσε την εισήγησή του ο κ. Αναγνωστόπουλος, πως ένα πολύ σημαντικό τμήμα του ΑΕΠ στην Ευρώπη προέρχεται από τον ιατρικό χώρο, τη φαρμακοβιομηχανία και τη βιομηχανία ιατρικών τεχνολογιών και είναι σκόπιμο αυτό να διατηρηθεί. Η ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης εξαρτάται από πηγές ανάπτυξης όπως αυτή, οι οποίες θα πρέπει να ενισχυθούν ώστε να παράγουν καινοτομία. Είναι αλήθεια πως στην Ευρώπη ουσιαστικά παράγουμε κανονισμούς, συμφώνησε ο κ. Μπέρλερ. Θα πρέπει ωστόσο να γίνει συζήτηση και για δύο άλλους παράγοντες. Ο πρώτος είναι η συμμετοχή της αγοράς, καθώς για να μπορέσουμε να παραγάγουμε καλύτερα δεδομένα θα πρέπει όλα τα συστήματα στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα να μπορούν να ευθυγραμμιστούν με το νέο πλαίσιο μέσω της τυποποίησης και των πρότυπων, και ο δεύτερος αφορά στους ασθενείς και τα δικαιώματά τους. Η επαναχρησιμοποίηση και αξιοποίηση των δεδομένων προς όφελος του ασθενή είναι πολύ σημαντική.Η αξία ενός ολοκληρωμένου σχεδίου για την αξιοποίηση των δεδομένων πραγματικού κόσμου (RWD) στην υγεία
Τα δεδομένα πραγματικού κόσμου για την υγεία (Real World Data - RWD) είναι ένας γενικός όρος για διαφορετικούς τύπους δεδομένων υγειονομικής περίθαλψης που δεν συλλέγονται σε συμβατικές τυχαιοποιημένες κλινικές δοκιμές και διαφοροποιούνται από τα μεγάλα δεδομένα (Big Data), ανέφερε ξεκινώντας την εισήγησή του ο Καθηγητής του ΕΜΠ και Επιστημονικός Σύμβουλος του ΙΟΒΕ κ. Άγγελος Τσακανίκας. Πρόκειται ουσιαστικά για δομημένα σύνολα πληροφοριών με συνεπή κωδικοποίηση, ωστόσο οι εφαρμογές Big Data στον τομέα της υγείας συχνά ταυτίζονται με τη χρήση των Real World Data. Ο Κανονισμός για τον Ευρωπαϊκό Χώρο Δεδομένων Υγείας (EHDS) έφερε τα RWD για μία ακόμη φορά στην επικαιρότητα, συνέχισε ο Καθηγητής. Ο EHDS αποτελεί μια πρωτοβουλία της Ε.Ε. για τη δημιουργία ενός ενιαίου χώρου για ανταλλαγή και πρόσβαση σε δεδομένα υγείας, η οποία «ωρίμασε» γρήγορα, αφενός λόγω του Covid αφετέρου λόγω του ότι ήδη συλλέγονταν δεδομένα σε διάφορες πηγές. Αξίζει να σημειωθεί πως μία από τις 10 προτάσεις της έκθεσης «Ανταγωνιστικότητα της ΕΕ: Με το βλέμμα στο μέλλον» του Mario Draghi (2024) είναι η διασφάλιση της μεγιστοποίησης του αντίκτυπου του EHDS μέσω της διευκόλυνσης της πρόσβασης και χρήσης των δεδομένων υγείας. Η πρωτογενής χρήση των δεδομένων αναφέρεται στην αξιοποίησή τους για τον αρχικό σκοπό για τον οποίο συλλέχθηκαν και αποθηκεύτηκαν, ενώ η δευτερογενής χρήση τους αφορά την επεξεργασία τους για σκοπούς άλλους από τους αρχικούς σκοπούς για τους οποίους συλλέχθηκαν. Η δευτερογενής χρήση των δεδομένων υγείας είναι πολύ σημαντική, καθώς μπορεί να έχει πολλαπλά οφέλη στην έρευνα, την καινοτομία, τη χάραξη πολιτικής και τη λήψη αποφάσεων, τη διαχείριση κρίσεων, τη δημόσια υγεία, αλλά και την ανάπτυξη και βελτίωση των προϊόντων. Για τη δευτερογενή χρήση δεδομένων υγείας, ο EHDS καλεί τα κράτη μέλη να δημιουργήσουν έναν Φορέα Πρόσβασης στα Δεδομένα Υγείας (ΦΠΔΥ), ο οποίος θα έχει κομβικό ρόλο στη δομή του όλου έργου. Όλα τα κράτη μέλη καλούνται να προσαρμοστούν στον νέο Κανονισμό του EHDS, σημείωσε ο κ. Τσακανίκας, ωστόσο, αν και ορισμένα κράτη παρουσιάζουν μεγαλύτερη ετοιμότητα αναφορικά με την εφαρμογή του Κανονισμού με υφιστάμενους φορείς, κανένα κράτος δεν είναι πλήρως έτοιμο. Η Ελλάδα βρίσκεται αρκετά πίσω τόσο στην εφαρμογή όσο και στους δείκτες επιτυχίας όσον αφορά στη δευτερογενή χρήση των δεδομένων υγείας. Προκειμένου να αποτυπωθεί η υφιστάμενη κατάσταση στην Ελλάδα, συνέχισε ο ομιλητής, πραγματοποιήθηκε μια μελέτη για τη χαρτογράφηση και αξιολόγηση των διαδικασιών συλλογής δεδομένων υγείας στη χώρα. Η προσπάθεια αυτή, εξήγησε ο κ. Τσακανίκας, είχε στόχο να καταγράψει τον βαθμό ετοιμότητας του ψηφιακού μετασχηματισμού των φορέων, τον βαθμό ψηφιακής διαλειτουργικότητας, τις κατηγορίες συλλεγόμενων δεδομένων και την κατάσταση συλλογής και τις μεθόδους συλλογής και αποθήκευσης δεδομένων και, παρά το γεγονός πως η διαδικασία δεν ήταν εύκολη, οδήγησε στη δημιουργία ενός Χάρτη των Δεδομένων Υγείας για την Ελλάδα. Όσον αφορά στον Φορέα Πρόσβασης Δεδομένων Υγείας, η μελέτη προτείνει πως θα πρέπει να είναι ένας νέος ευέλικτος οργανισμός, ο οποίος θα είναι άμεσα εποπτευόμενος από το Υπουργείο Υγείας και περιγράφει τη λειτουργία και τις διαδικασίες του. Πέρα των επιταγών του EHDS, ανέφερε ο Καθηγητής, η ανάγκη αξιοποίησης του πλούτου δεδομένων υγείας που συλλέγεται στην Ελλάδα είχε ήδη επισημανθεί σε παλαιότερες μελέτες (ΕΒΕΟ-ΙΟΒΕ, 2022). Η αξιοποίηση των RWD προσφέρει ποικιλία οφελών στην χώρα με ποικίλα πεδία εφαρμογής, υπάρχει ωστόσο ανάγκη διαχείρισης των δεδομένων λόγω καταμερισμού τους σε διάφορες πηγές. Τα οφέλη από τη δευτερογενή χρήση δεδομένων υγείας έχουν πολυεπίπεδες επιδράσεις για τους πολίτες, τους επαγγελματίες του χώρου της υγείας, την κλινική και την εφαρμοσμένη έρευνα, τη χάραξη πολιτικών, αλλά και την ενίσχυση της εγχώριας βιομηχανίας. Η αξιοποίηση των δεδομένων υγείας μπορεί να θέσει τα θεμέλια για μια δυναμικά αναπτυσσόμενη οικονομία στη χώρα. Για να μπορέσει ωστόσο η Ελλάδα να εκμεταλλευτεί τον πλούσιο κατάλογο δεδομένων υγείας που συλλέγονται στη χώρα, βασική προϋπόθεση είναι η έγκαιρη κανονιστική και νομική προσαρμογή και εναρμόνιση της χώρας με τις επιταγές που θέτει ο EHDS, με σημαντικότερο βήμα την άμεση σύσταση και παραγωγική λειτουργία του εθνικού ΦΠΔΥ. Ασφαλώς, η ταχύτητα υλοποίησης του ΦΠΔΥ αποτελεί κομβικό παράγοντα ώστε να μπορέσουμε να αξιοποιήσουμε πλήρως την πολυεπίπεδη αναπτυξιακή προοπτική που παρουσιάζει η δευτερογενής χρήση δεδομένων υγείας, ανέφερε ολοκληρώνοντας την εισήγησή του ο κ. Τσακανίκας. Έτσι, η χώρα μας θα μπορέσει να μετασχηματίσει ουσιαστικά το εγχώριο οικοσύστημα υγείας, ενισχύοντας την ποιότητα και την αξία των παρεχόμενων υπηρεσιών προς τους πολίτες, εναρμονιζόμενη με τις νέες στρατηγικές στην Ευρώπη και συμβάλλοντας στην ορθή ανάπτυξη και λειτουργία λοιπών μεταρρυθμιστικών έργων στον τομέα της υγείας.Τοποθετήσεις - Συζήτηση
Είναι εξαιρετικά κρίσιμης σημασίας να διατυπώνονται συγκεκριμένες προτάσεις προκειμένου να μπορέσουμε να διαβουλευτούμε και να διαμορφώσουμε και το ελληνικό περιβάλλον, παρατήρησε ο κ. Καρανίκας, ευχαριστώντας τον ομιλητή και καλώντας στη βήμα τον κ. Κουτσιουρή από το Υπουργείο Υγείας για να παρουσιάσει τις τρέχουσες πρωτοβουλίες που υλοποιούνται στη χώρα μας. Ο EHDS είναι ένα οικοσύστημα υγείας με σαφείς κανόνες, κοινά πρότυπα, πρακτικές και υποδομές, καθώς και ένα πλαίσιο διακυβέρνησης για την πρωτογενή και δευτερογενή χρήση των δεδομένων, ξεκίνησε την τοποθέτησή του ο κ. Βασίλης Κουτσιουρής, που παρέχει τη δυνατότητα πρόσβασης και χρήσης των δεδομένων υγείας για σκοπούς έρευνας, καινοτομίας, χάραξης πολιτικής, δημόσιας υγείας. Η σημασία του EHDS αποτυπώνεται σαφώς στο πρώτο άρθρο του Κανονισμού όπου αναφέρεται πως «ο EHDS αποτελεί βασική συνιστώσα για τη δημιουργία μιας ισχυρής και ανθεκτικής Ευρωπαϊκής Ένωσης Υγείας», ανέφερε ο ομιλητής. Αφού παρουσίασε συνοπτικά τη διαδικασία διάθεσης δεδομένων στους χρήστες από τους κατόχους μέσω του Φορέα Πρόσβασης στα Δεδομένα Υγείας, ο κ. Κουτσιουρής εξήγησε πως ο ΦΠΔΥ που υλοποιείται θα τηρεί εθνικό κατάλογο συνόλων δεδομένων που θα ενημερώνεται από τους φορείς των δεδομένων (π.χ. ΗΔΙΚΑ, ΕΟΠΥΥ, ΕΟΦ, ΕΟΔΥ, Νοσοκομεία, ΕΛΣΤΑΤ, ιδιωτικοί φορείς κ.λπ.), θα λαμβάνει αιτήσεις άδειας πρόσβασης στα δεδομένα (data permit) και αιτήσεις παροχής δεδομένων (data request) από τους ενδιαφερόμενους φορείς (ερευνητές, πανεπιστημιακούς, κ.ά.) και θα τις αξιολογεί, θα εκδίδει, εφόσον εγκρίνει το αίτημα, άδεια επεξεργασίας, θα συγκεντρώνει και θα διαθέτει τα δεδομένα μέσω ασφαλούς περιβάλλοντος επεξεργασίας στους ενδιαφερόμενους και, τέλος, θα επικοινωνεί με την υποδομή HealthData@EU, για τη διασυνοριακή διακίνηση των δεδομένων. Τα 6 βήματα για τη λειτουργία του ΦΠΔΥ, συμπλήρωσε, είναι ο ορισμός του Φορέα Πρόσβασης Δεδομένων Υγείας, η σύσταση του Φορέα Πρόσβασης Δεδομένων Υγείας, η δημιουργία του καταλόγου δεδομένων, ο μηχανισμός έκδοσης αδειών επεξεργασίας, η κατασκευή του περιβάλλοντος επεξεργασίας και η σύνδεση με την ευρωπαϊκή υποδομή. Όσον αφορά στον χρόνο εφαρμογής του Κανονισμού, κατέληξε ο κ. Κουτσιουρής, η διόρθωση του Κανονισμού δημοσιεύθηκε στις 27.11.2024, αναμένεται να ψηφιστεί τον Μάρτιο 2025 και να τεθεί σε ισχύ σε 24 μήνες από την ψήφισή του. Επομένως, έχουμε μπροστά μας δύο χρόνια για να υλοποιήσουμε τα πάντα, σχολίασε ο κ. Μπέρλερ. Για να μπορέσουμε ωστόσο να έχουμε σωστή δευτερογενή χρήση, χρειαζόμαστε ποιοτική πρωτογενή συλλογή των δεδομένων, παρατήρησε, καλώντας την κ. Φωτιάδου από την Η.ΔΙ.Κ.Α. Α.Ε. να παρουσιάσει την πορεία υλοποίησης του Ηλεκτρονικού Φακέλου Υγείας και της ενσωμάτωσης του ευρωπαϊκού μορφότυπου για την κωδικοποίηση των δεδομένων. Στην Ελλάδα, είχε ήδη ξεκινήσει να δημιουργείται ένας χώρος δεδομένων υγείας, ανέφερε η κ. Ελπίδα Φωτιάδου. Τα δεδομένα της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης, που είναι σε εθνικό επίπεδο, αξιοποιήθηκαν μάλιστα κατά την περίοδο της πανδημίας στην προτεραιοποίηση του πληθυσμού για τον εμβολιασμό από την Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών, αλλά αξιοποιούνται και σήμερα για την επιλογή των πληθυσμών-στόχων των προγραμμάτων προσυμπτωματικού ελέγχου στις δράσεις προληπτικής ιατρικής. Όλα αυτά τα δεδομένα συγκεντρώνονται στον Εθνικό Ηλεκτρονικό Φάκελο Υγείας, ο οποίος θα ξεκινήσει να λειτουργεί στην πρώτη του φάση έως το τέλος Δεκεμβρίου και διαλειτουργεί με όλες τις πηγές δεδομένων υγείας, συλλέγοντας δεδομένα από την ηλεκτρονική συνταγογράφηση, από μητρώα ασθενών, από τα νοσοκομεία και τα εξιτήρια, από ιατρικές βεβαιώσεις, απεικονιστικές εξετάσεις κ.λπ. Η αξιοποίηση των δεδομένων είναι προφανώς πολύ σημαντική, τόσο πρωτογενώς όσο και δευτερογενώς. Πρωτογενώς, μπορεί να έχει πρόσβαση σε αυτά τα δεδομένα ο θεράπων ιατρός ώστε να παρέχει καλύτερες υπηρεσίες υγείας στον πολίτη, ακόμη και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, καθώς ήδη διαλειτουργούμε με 6 ευρωπαϊκές χώρες για την ανάκτηση και την εκτέλεση συνταγών φαρμάκων και για την ανταλλαγή συνοπτικού ιστορικού υγείας. Επιπλέον, έως το τέλος του 2026-2027 θα υλοποιηθούν και νέες υπηρεσίες, οι οποίες θα επιτρέπουν την ανταλλαγή δεδομένων εργαστηριακών εξετάσεων και εξιτηρίων νοσοκομείων. Όσον αφορά στη δευτερογενή χρήση των δεδομένων, η Η.ΔΙ.Κ.Α. «τρέχει» αυτή τη στιγμή μαζί με το Υπουργείο και την ΕΔΥΤΕ το έργο GR-HDAB, δηλαδή το Health Data Access Body για την Ελλάδα, το οποίο θα βασισθεί και σε ό,τι αποφασισθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Η διαλειτουργικότητα αποτελεί κύρια συνιστώσα σε όλα τα έργα που ετοιμάζονται, ανέφερε η κ. Φωτιάδου, φέρνοντας ως παράδειγμα το Εθνικό Μητρώο Κυστικής Ίνωσης. Τη σκυτάλη έλαβε στη συνέχεια ο κ. Κωνσταντίνος Χαλκιάς, από το Κέντρο Τεκμηρίωσης & Κοστολόγησης Νοσοκομειακών Υπηρεσιών (ΚΕ.ΤΕ.Κ.Ν.Υ.), το οποίο ιδρύθηκε πριν από 10 έτη με κομβικό του σκοπό αρχικά να εισάγει στην Ελλάδα το σύστημα των DRGs, ένα διεθνές σύστημα που μετράει το παραγόμενο έργο των Νοσοκομείων με βάση τα κλινικά δεδομένα, τις ιατρικές πράξεις και τα δημογραφικά δεδομένα. Στην πορεία, βέβαια, ανέφερε ο κ. Χαλκιάς, το ΚΕ.ΤΕ.Κ.Ν.Υ. απέκτησε και κάποιους επιπλέον στόχους και ρόλους, όπως η παραγωγή, συλλογή και διαχείριση των ιατρικών κωδικοποιήσεων, αλλά και η συμμετοχή στη θέσπιση κανόνων και διαδικασιών διαλειτουργικότητας. Η κωδικοποίηση είναι αναμφισβήτητα πολύ σημαντική για τη διαλειτουργικότητα των δεδομένων. Στην πράξη, το 2024, που είναι η πρώτη χρονιά που όλα τα δημόσια νοσοκομεία της χώρας «τρέχουν» σε περιβάλλον DRGs, διαπιστώνεται κάθε μήνα αυξημένη παραγωγή δεδομένων και διαμοιρασμός δεδομένων σε πραγματικό χρόνο μεταξύ νοσοκομείων, αλλά και υγειονομικών περιφερειών. Τα DRGs έχουν τη δυνατότητα να παράγουν πολύ περισσότερα και πιο ακριβή δεδομένα σε σύγκριση με τα ΚΕΝ, καθώς δεν περιλαμβάνουν μόνο την κύρια διάγνωση αλλά και δεδομένα συννοσηρότητας των ασθενών. Τέλος, το ΚΕ.ΤΕ.Κ.Ν.Υ. συνέβαλε και εξακολουθεί να συμβάλλει αποφασιστικά στην προώθηση της μετάβασης στον ψηφιακό φάκελο του ασθενούς στα Νοσοκομεία, εκπαιδεύοντας τους γιατρούς στην κωδικοποίηση, ώστε όλα τα δεδομένα να είναι ψηφιακά. Με βάση τον νέο Κανονισμό, οι ασθενείς έχουν πολύ σημαντικό ρόλο στη διαχείριση των δεδομένων τους, επισήμανε ο κ. Μπέρλερ, καλώντας την κ. Νομικού από την Ελληνική Ομοσπονδία Καρκίνου να μοιραστεί με το panel και το ακροατήριο την οπτική των ασθενών για τον Ευρωπαϊκό Χώρο Δεδομένων Υγείας και τις δυνατότητες που προσφέρει η χρήση και η αξιοποίηση των δεδομένων αυτών. Στη συζήτηση αυτή, παρατήρησε η κ. Μαρία Νομικού, οι ασθενείς είναι οι βασικοί ενδιαφερόμενοι, καθώς πρόκειται ουσιαστικά για τα δικά τους δεδομένα, τις δικές τους εμπειρίες, προκλήσεις και προσδοκίες, τη δική τους πορεία μέσα στο σύστημα υγείας. Επομένως, η διαχείριση και η αξιοποίηση των δεδομένων αυτών θα πρέπει να βασίζεται σε τρεις βασικές αρχές που είναι ιδιαίτερα σημαντικές για τους ασθενείς: την εμπιστοσύνη, την ισότητα στην πρόσβαση και την αξία από τη χρήση των δεδομένων. Αναφορικά με την εμπιστοσύνη, η ασφάλεια των δεδομένων και η προστασία της ιδιωτικότητας είναι θεμελιώδεις για τη διαχείριση και την αξιοποίηση των δεδομένων. Θα πρέπει να διασφαλίζεται η διαφάνεια, ο σεβασμός και η τήρηση αυστηρών κανόνων. Οι ασθενείς θα μπορέσουν να εμπιστευθούν όταν αισθανθούν ότι συμμετέχουν σε μία διαδικασία, η οποία τους εξηγείται επαρκώς και την κατανοούν, αλλά και όταν έχουν τη βεβαιότητα ότι τα δεδομένα τους δεν θα χρησιμοποιηθούν χωρίς τη συγκατάθεσή τους. Η ισότητα στην πρόσβαση αποτελεί σαφώς μία πρόκληση, καθώς δεν μπορούν να έχουν όλοι οι χρήστες πρόσβαση σε έναν ψηφιακό φάκελο υγείας, δεν μπορούν όλοι οι ασθενείς να χρησιμοποιήσουν τα wearables, ούτε να κατανοήσουν όλες αυτές τις αλλαγές. Επομένως, είναι επιτακτική ανάγκη, αν θέλουμε να μην δημιουργηθούν νέες ανισότητες, να εκπαιδευθούν ασθενείς και πολίτες σε θέματα υγείας και ψηφιακών δεξιοτήτων. Σε ό,τι αφορά την αξία, επισήμανε η κ. Νομικού, θα πρέπει και οι ασθενείς και οι πολίτες να δουν απτά οφέλη, βελτιώσεις στη διάγνωση, στην εξατομικευμένη θεραπεία, στην ποιότητα ζωής τους. Για να το πετύχουμε αυτό, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη και οι ανάγκες που έχουν, αλλά και οι ικανότητες και δεξιότητες που διαθέτουν για να κινηθούν μέσα σε αυτό το ψηφιακό περιβάλλον. Τέλος, οι ασθενείς θα πρέπει να συμμετέχουν σε όλες τις διαδικασίες, θα πρέπει να συμμετέχουν και στη διαμόρφωση των εργαλείων και στη διαμόρφωση του πλαισίου αξιοποίησης των δεδομένων υγείας, ανέφερε ολοκληρώνοντας την τοποθέτησή της η ομιλήτρια. Το 2014 σε αυτό το ίδιο συνέδριο, θύμισε ο Διευθυντής Εταιρικών Υποθέσεων της MSD Ελλάδας κ. Αντώνης Καρόκης, ακούστηκε για πρώτη φορά από τον αείμνηστο Γιάννη Κυριόπουλο πως η Ελλάδα θα μπορούσε να καταστεί Κέντρο Αριστείας στην ανάλυση δεδομένων σε πραγματικό χρόνο. Πλέον, 10 χρόνια μετά, βλέπουμε με ιδιαίτερη χαρά πως έχει γίνει τεράστιο έργο από όλους τους εμπλεκόμενους φορείς, με πολλή προσπάθεια και πολύ λίγους πόρους. Το κράτος αξίζει πραγματικά να επενδύσει στον ψηφιακό εκσυγχρονισμό του συστήματος υγείας, ώστε να διευκολύνει την επιτάχυνση υλοποίησης της σημαντικής αυτής προσπάθειας. Σήμερα, συνέχισε ο κ. Καρόκης, βλέπουμε μία σημαντική ποιοτική μεταβολή στον τρόπο που χαράσσονται πολιτικές υγείας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς πολλά ζητήματα που αποτελούσαν παλαιότερα αρμοδιότητα των εθνικών πολιτικών υγείας αντιμετωπίζονται πλέον σε ευρωπαϊκό επίπεδο με μια σειρά νομοθετικών παρεμβάσεων που καλούνται να εφαρμόσουν όλα τα κράτη μέλη. Έργα όπως ο EHDS είναι βέβαιο πως θα προχωρήσουν με εμάς ή χωρίς εμάς. Εάν η χώρα μας θέλει να κερδίσει από αυτά, θα πρέπει να καταβάλλει προσπάθεια ώστε να καταστεί ενεργός συμμέτοχος που θα διαμορφώνει τις εξελίξεις. Μέχρι σήμερα, η χώρα μας έχει δώσει μεγάλη έμφαση στην ανάπτυξη των συστημάτων συλλογής και καταγραφής των δεδομένων, παρατήρησε ο ομιλητής, κάτι που ήταν απόλυτα λογικό, αλλά ήρθε πλέον η ώρα να δούμε και μία εθνική στρατηγική αξιοποίησης και ποιότητας των δεδομένων. Για να εξαλειφθούν τα σφάλματα στην καταχώρηση των δεδομένων από τους χρήστες και να είμαστε βέβαιοι όταν φθάσουμε στο σημείο της ανάλυσης ότι τα δεδομένα μας είναι σωστά, απαιτείται να αναπτυχθεί από σήμερα μία στρατηγική και ένα πλαίσιο βελτίωσης της ποιότητας, εκπαίδευσης των χρηστών και μελέτης της ποιότητας των δεδομένων, ώστε να αρχίσουμε σταδιακά να έχουμε δεδομένα που θα είναι αξιοποιήσιμα. Η αξιοποίηση των δεδομένων αυτών θα μας βοηθήσει να βελτιώσουμε την ποιότητα περίθαλψης που παρέχει το σύστημα υγείας, την οικονομική διαχείρισή του, καθώς και την κατανομή των πόρων με βάση τις κοινωνικές ανάγκες. Η χώρα μας έχει ακόμη τη δυνατότητα και τον χρόνο να γίνει παγκόσμιο Κέντρο Αριστείας στην ανάλυση δεδομένων, κατέληξε ο κ. Καρόκης, ενώ επιπλέον δημιουργείται μια εξαιρετική ευκαιρία για τη δημιουργία start-ups επιχειρήσεων για τον σκοπό αυτό. Η ποιότητα των δεδομένων είναι ένα πολύ σημαντικό ζήτημα που απασχολεί όλα τα κράτη, συμφώνησε ο κ. Καρανίκας. Το πρόβλημα αυτό δεν μπορεί να λυθεί όσο τα δεδομένα είναι «κλειστά», μόνο όταν «ανοίγουν» τα δεδομένα, διορθώνονται και μπορούν να αξιοποιηθούν. Βλέπουμε ωστόσο πως, με την εξέλιξη των συστημάτων και των εργαλείων που διαθέτουμε, η ποιότητα των δεδομένων έχει βελτιωθεί και συνεχίζει να βελτιώνεται, παρατήρησε η κ. Φωτιάδου. Υπάρχουν θέματα ποιότητας, συμφώνησε ο κ. Κουτσιουρής, η αξιοποίηση ωστόσο των ψηφιακών εργαλείων βοηθάει στο «φιλτράρισμα» των δεδομένων ώστε να παράγουμε πιο αξιόπιστα δεδομένα. Είναι αναγκαίο να υπάρξει μία διαδικασία θωράκισης του νέου συστήματος που δεν θα επιτρέπει στους χρήστες να παρακάμψουν τους κανόνες του, σχολίασε ο κ. Χαλκιάς. Θα πρέπει να βελτιωθούν οι μηχανές αναζήτησης των κωδικών, καθώς πολλές φορές η έλλειψη χρόνου των χρηστών οδηγεί σε εσφαλμένη κωδικοποίηση, αλλά και υποκωδικοποίηση. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί η τεχνητή νοημοσύνη (ΑΙ) και να εφαρμοσθούν κανόνες ώστε να μην μπορούν να παρακάμψουν οι χρήστες το σύστημα. Κλειδί για τη βελτίωση της ποιότητας των δεδομένων είναι η πρόσβαση των ασθενών και των πολιτών στα δεδομένα τους, συμπλήρωσε η κ. Φωτιάδου, καθώς είναι σε θέση περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο να εντοπίσουν λάθη που έχουν γίνει στην καταχώρησή τους. Υπάρχει ανάγκη αφενός ανάπτυξης ενός υποσυστήματος εφαρμογών που θα δημιουργούν ποιοτικά δεδομένα, αφετέρου επένδυσης στην ψηφιακή εγγραμματοσύνη, παρατήρησε ο κ. Μπέρλερ. Τα προβλήματα ποιότητας δεν είναι καινοφανή στη χώρα μας, υπάρχουν παντού, παρατήρησε ο κ. Τσακανίκας. Ο EHDS ωστόσο θα μπορέσει, μέσα από την ταξινόμηση και την προτυποποίηση, να διορθώσει πολλά από τα προβλήματα αυτά. Ήδη πραγματοποιούνται δράσεις ψηφιακής εγγραμματοσύνης από αρκετούς φορείς, ανέφερε ο κ. Καρανίκας. Υλοποιούνται αρκετά έργα, αλλά υπάρχει έλλειμμα χρόνου και πρέπει να γίνουν σωστά. Αυτό που είναι βέβαιο, ανέφερε κλείνοντας τις εργασίες της συνεδρίας και ευχαριστώντας όλους τους ομιλητές, είναι πως απαιτείται διαβούλευση όλων των εμπλεκόμενων φορέων ώστε να υπάρξει συναίνεση (consensus). Read More
06 Δεκ
Η αναπτυξιακή διάσταση της υγείας – Ομιλία
Στην ομιλία του, την πρώτη ημέρα του Συνεδρίου, με θέμα την αναπτυξιακή διάσταση της υγείας, ο πρώην Αναπληρωτής Υπουργός Υγείας Βασίλης Κοντοζαμάνης, δήλωσε ότι η Ελλάδα, αντιμετωπίζοντας την πανδημία με επιτυχία και αποφασιστικότητα και έχοντας ανακτήσει το κύρος της διεθνώς, έχει θέσει τα θεμέλια, ώστε σήμερα η χώρα να αποτελεί έναν ταχύτατα αναπτυσσόμενο επενδυτικό προορισμό στον τομέα της υγείας.
Η Βιοτεχνολογία, η παραγωγή φαρμακευτικών προϊόντων, η ψηφιακή υγεία, οι κλινικές δοκιμές και οι βιοφαρμακευτικές υπηρεσίες είναι οι πέντε τομείς που παρουσιάζουν τις μεγαλύτερες αναπτυξιακές δυνατότητες για τη χώρα, είπε, προκειμένου να αναδειχθεί ως κορυφαίος παράγοντας στην παγκόσμια σκηνή της βιοφαρμακευτικής τεχνολογίας και καινοτομίας.
[gallery size="medium" link="file" ids="11015,11014,11016"] Ο κ. Κοντοζαμάνης ξεκίνησε την ομιλία του αναφέροντας ότι η αμφίδρομη θετική συσχέτιση μεταξύ επιπέδου υγείας, δαπανών υγείας και οικονομικής ανάπτυξης είναι τεκμηριωμένη με κατηγορηματικό τρόπο από την επιστημονική βιβλιογραφία. Ο ομιλητής ανέπτυξε τους τρεις τρόπους με τους οποίους η υγεία βοηθά στην οικονομία. Εξήγησε πως η αύξηση του εθνικού εισοδήματος συσχετίζεται με αυξημένες δαπάνες στον υγειονομικό τομέα, καθώς ενισχύονται περαιτέρω οι δυνατότητες δημοσίων και ιδιωτικών επενδύσεων στον τομέα της υγείας. Η αύξηση των δαπανών υγείας, πρόσθεσε, σχετίζεται με την οικονομική ανάπτυξη καθώς αυξάνει τις ευκαιρίες πρόσβασης σε υπηρεσίες υγείας και σε προγράμματα δημόσιας υγείας, βελτιώνοντας το ΑΕΠ και την παραγωγικότητα και συνεισφέροντας στην ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας. Βασικός πυλώνας της αναπτυξιακής διάστασης της υγείας είναι η ενίσχυση της καινοτομίας, η εισαγωγή νέων τεχνολογιών, προϊόντων και υπηρεσιών και η στήριξη επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, υπογράμμισε. Το σύστημα υγείας, πρότεινε ο κ. Κοντοζαμάνης, μπορεί να αποτελέσει ένα εργαστήρι ανάπτυξης και ενσωμάτωσης καινοτομιών σε όλο το φάσμα του υγειονομικού τομέα. Μπορούμε επομένως να δημιουργήσουμε έναν ενάρετο κύκλο, κατέληξε και στη συνέχεια παρέθεσε μια σειρά από βασικές πρωτοβουλίες με σκοπό τη στήριξη της μεταρρυθμιστική προσπάθεια στον τομέα της υγείας. - Τη σύσταση Κέντρου Δευτερογενούς Ανάλυσης Δεδομένων Υγείας Καθημερινής Κλινικής Πρακτικής (RWE) - Τα μητρώα ασθενών και οι αλγόριθμοι συνταγογράφησης που θα συμβάλουν στην ολοκλήρωση του ψηφιακού εκσυγχρονισμού - Την αξιοποίηση της Ιατρικής Ακριβείας και των Βιοδεικτών - Την αξιολόγηση ποιότητας και κίνητρα παραγωγικότητας / αποτελεσματικότητας των δομών υγείας και των παρεχόμενων υπηρεσιών - Την αξιοποίηση ψηφιακών εφαρμογών, τη χρήση και αποζημίωση τεχνολογιών και υπηρεσιών - Την εισαγωγή συμφωνιών διαχείρισης κινδύνου και εισαγωγής καινοτομίας - Την αποδοτική οικονομική διαχείριση με τελικό στόχο την κατάργηση του μηχανισμού αυτομάτων επιστροφών - Την ανάδειξη της Ελλάδας ως επενδυτικού προορισμού - Τη δημιουργία νέων ευκαιριών για πραγματοποίηση κλινικών δοκιμών και την ανάδειξη της χώρας ως κόμβου του βιοφαρμακευτικού κλάδου - Την αλληλούχιση του γονιδιώματος του πληθυσμού Επιδίωξη μέσω της ανάληψης των παραπάνω πρωτοβουλιών είναι, κατέληξε ο κ. Κοντοζαμάνης, να διαμορφωθούν οι συνθήκες που θα καταστήσουν την Ελλάδα όχι μόνο ελκυστική για επενδύσεις, αλλά και κορυφαίο παράγοντα στην παγκόσμια σκηνή της βιοφαρμακευτικής τεχνολογίας και καινοτομίας. Η παγκόσμια κοινότητα των επενδυτών αναγνωρίζοντας τις προσπάθειες επιδεικνύουν την εμπιστοσύνη τους και επιλέγουν να επενδύσουν στη χώρα, με αρκετές εταιρείες του κλάδου να έχουν ήδη δημιουργήσει ένα ισχυρό αποτύπωμα στη χώρα. Read More
05 Δεκ
Δημογραφία και επιδημιολογία ως καθοριστές του μέλλοντος της κοινωνικής ασφάλισης και της βιωσιμότητας του συστήματος υγείας
Δεδομένης της γήρανσης του πληθυσμού τόσο στην Ελλάδα όσο και πανευρωπαϊκά, το ιδιαίτερα επίμαχο θέμα της βιωσιμότητας της κοινωνικής ασφάλισης και του συστήματος υγείας συζητήθηκε στο πλαίσιο στρογγυλής τράπεζας, την οποία συντόνισε ο Πρύτανης του ΕΚΠΑ κ. Γεράσιμος Σιάσος.
[gallery link="file" size="medium" ids="11008,11007,11005,11006,11009,11004"] Ξεκινώντας με την επισήμανση ότι το δημογραφικό ζήτημα θα μπορούσε να αποτελέσει θέμα για ένα ξεχωριστό συνέδριο από μόνο του, ο κ. Σιάσος έθεσε μια σειρά από ερωτήματα στον Καθηγητή Δημογραφίας κ. Βύρωνα Κοτζαμάνη, στην Καθηγήτρια Δημόσιας Υγείας και Διευθύντρια Ερευνών στο Ίδρυμα Ιατροβιολογικών Ερευνών Ακαδημία Αθηνών κ. Ιωάννα Τζουλάκη και στον Υφυπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης κ. Πάνο Τσακλόγλου, σχετικά με το παρόν και το μέλλον του συστήματος υγείας και του ασφαλιστικού συστήματος της χώρας μας. Σχολιάζοντας αρχικά ότι το δημογραφικό πρόβλημα επηρεάζει την επιδημιολογία των νόσων, αλλά και τη βιωσιμότητα της κοινωνικής ασφάλισης και του συστήματος υγείας, ο κ. Σιάσος κάλεσε τον κ. Κοτζαμάνη να αναφέρει κάποια δεδομένα σχετικά με το δημογραφικό ζήτημα στη χώρα μας. Λαμβάνοντας τον λόγο, ο κ. Κοτζαμάνης ανέφερε ότι η δημογραφία επηρεάζεται από τρεις παράγοντες: τις γεννήσεις, τους θανάτους και τη μετανάστευση. Στην Ελλάδα, από 155.000 γεννήσεις ανά έτος που είχαμε κατά την πρώτη μεταπολεμική εικοσιπενταετία, ο αριθμός αυτός μειώθηκε σε περίπου 115.000 το διάστημα 1985-2010, ενώ μειώθηκε ακόμη περαιτέρω φθάνοντας τις 70.000 στη δεκαετία του 2020. Αντιθέτως, η διάρκεια ζωής έχει αυξηθεί κατά 15 χρόνια περίπου, με αποτέλεσμα να αυξάνεται ο αριθμός των ηλικιωμένων. Συγχρόνως, η αυξημένη μετανάστευση των νέων παραγωγικής και αναπαραγωγικής ηλικίας, ιδίως κατά την τελευταία 15ετία, έχει ανατρέψει ακόμη περισσότερο την ισορροπία μεταξύ νέων και ηλικιωμένων. Το ποσοστό των ατόμων >65 ετών, που σήμερα είναι 23%, αναμένεται ότι θα φθάσει το 33-35% το 2050, ενώ στο εσωτερικό αυτής της ομάδας αυξάνονται ταχύτερα τα άτομα >85 ετών. Η ομάδα των εν δυνάμει εργαζομένων (20-65 ετών) αριθμεί σήμερα 6 εκατομμύρια άτομα, αλλά αναμένεται ότι θα μειωθεί κατά 1.750.000 άτομα περίπου έως το 2050. Οι δυσμενείς αυτές δημογραφικές εξελίξεις δημιουργούν μεγάλες προκλήσεις για την κοινωνική ασφάλιση και το σύστημα υγείας. Ωστόσο, οι εξελίξεις αυτές δεν είναι απαραίτητο να συμβούν νομοτελειακά, υπάρχουν μέτρα με τα οποία θα μπορούσαμε να τις αναχαιτίσουμε. Θα πρέπει, λοιπόν, να μεριμνήσουμε από τώρα για την αύξηση των διαθέσιμων πόρων για κοινωνική ασφάλιση, γιατί αν δεν το κάνουμε, θα πληρώσουμε την αδράνεια της έλλειψης μέτρων. Στην ερώτηση του κ. Σιάσου, εάν θα αντέξει το σύστημα ασφάλισης και το συνταξιοδοτικό σύστημα και ποιες ενέργειες γίνονται προς αυτή την κατεύθυνση, ο κ. Τσακλόγλου απάντησε πως το πρόβλημα με το συνταξιοδοτικό μας σύστημα έγκειται στο ότι είναι διανεμητικό και εξαρτάται από την αναλογία συνταξιούχων και εργαζομένων. Σχεδόν όλες οι ευρωπαϊκές χώρες άρχισαν να παίρνουν μέτρα για το πρόβλημα αυτό: ανατροπή των σχεδίων για πρόωρες συνταξιοδοτήσεις, προσαρμογή των ποσοστών αναπλήρωσης, σύνδεση του προσδόκιμου επιβίωσης με την ηλικία συνταξιοδότησης. Κάποιες χώρες πήγαν ακόμα πάρα πέρα, θέτοντας τους λεγόμενους σταθεροποιητές, δηλ. άμεση προσαρμογή των συντάξεων σε περίπτωση που η συνταξιοδοτική δαπάνη ξεπερνούσε ένα ορισμένο όριο. Επίσης προσπάθησαν να δημιουργήσουν συστήματα που να λειτουργούν συμπληρωματικά προς το διανεμητικό σύστημα και τα οποία να μην υπόκεινται στον δημογραφικό κίνδυνο. Τέτοια είναι τα κεφαλαιοποιητικά συστήματα. Στην Ελλάδα, η πρώτη προσπάθεια για λήψη μέτρων επιχειρήθηκε το 2001 και εγκαταλείφθηκε γιατί η χώρα παρέλυσε από τις κινητοποιήσεις. Στην εποχή των μνημονίων υιοθετήθηκαν, με πολύ μεγάλο κοινωνικό κόστος, τα περισσότερα από τα προαναφερθέντα μέτρα, τα οποία οδήγησαν σε μια σχετική σταθεροποίηση του συνταξιοδοτικού συστήματος. Δεν λήφθηκαν όμως κεφαλαιοποιητικά μέτρα, τα οποία δρομολογούνται τα τελευταία χρόνια. Η άλλη πολιτική που επιχειρείται είναι η αύξηση του εργατικού δυναμικού. Υπάρχουν τέσσερις μεγάλες ομάδες με χαμηλό ποσοστό συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό: οι γυναίκες, οι νέοι, τα άτομα με αναπηρία και οι ηλικιωμένοι. Οι πολιτικές που ενθαρρύνουν τη συμμετοχή τους στο εργατικό δυναμικό έχουν ήδη δώσει αποτελέσματα, που σε κάποιες περιπτώσεις είναι ίσως και θεαματικά. Ο κ. Τσακλόγλου κατέληξε λέγοντας ότι, σύμφωνα με την έκθεση για τη γήρανση που εκδίδει η ΕΕ κάθε δύο χρόνια, φαίνεται ότι το συνταξιοδοτικό μας σύστημα είναι βιώσιμο, υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι θα τηρήσουμε τους σημερινούς κανόνες. Κατόπιν ο κ. Σιάσος κάλεσε την κ. Τζουλάκη να περιγράψει πώς η γήρανση του πληθυσμού και η επιδημιολογία των χρόνιων νοσημάτων πιέζουν το σύστημα υγείας και πώς μπορούμε να αντιμετωπίσουμε αυτή την πίεση. Η κ. Τζουλάκη απάντησε πως ο ρυθμός αύξησης του προσδόκιμου ζωής έχει αρχίσει να μειώνεται και να φθάνει σε ένα πλατό. Αυτό στο οποίο θα πρέπει να επικεντρωθούμε είναι η καλή υγεία σε μεγάλη ηλικία, καθώς αυξάνονται τα χρόνια ζωής με προβλήματα υγείας. Κάτι άλλο που πρέπει να προσέξουμε είναι το γεγονός ότι το ποσοστό των ατόμων άνω των 65 ετών δεν κατανέμεται ομοιόμορφα μέσα στη χώρα: τα μεγαλύτερα ποσοστά συναντώνται κυρίως στην περιφέρεια, όπου η πρόσβαση στο σύστημα υγείας είναι και πιο δύσκολη. Μεγάλες διαφορές παρατηρούνται επίσης στα φαινόμενα κοινωνικής αποστέρησης (social deprivation) μεταξύ διαφορετικών κοινωνικοοικονομικών ομάδων του πληθυσμού. Όσον αφορά στην επιδημιολογία, δύο χαρακτηριστικά που επηρεάζουν το σύστημα υγείας είναι τα εξής: αφενός ότι δεν μας ανησυχούν πλέον τόσο οι μολυσματικές νόσοι, αλλά τα χρόνια νοσήματα -π.χ. καρδιαγγειακά, νεοπλασματικά, ψυχικά, νευροεκφυλιστικά νοσήματα- και αφετέρου η πολυνοσηρότητα, δηλ. η συγκέντρωση πολλών χρόνιων παθήσεων, συστάδων χρόνιων παθήσεων σε ένα άτομο. Οι συστάδες αυτές οφείλονται είτε στο ότι το ένα νόσημα φέρνει το άλλο είτε στο ότι υπάρχουν κοινοί παράγοντες κινδύνου. Η παχυσαρκία και το κάπνισμα είναι σημαντικοί παράγοντες πολυνοσηρότητας, οι οποίοι είναι ιδιαίτερα αυξημένοι στη χώρα μας. Όλα αυτά δημιουργούν ξεχωριστές προκλήσεις ως προς τη χρήση του συστήματος υγείας και τις δαπάνες, καθώς το σύστημα υγείας είναι φτιαγμένο για τη διαχείριση μεμονωμένων νοσημάτων. Δεν γνωρίζουμε στην Ελλάδα, αλλά ούτε και στην Ευρώπη, πώς μπορούμε πλέον να έχουμε ένα σύστημα υγείας και μια κοινωνική ασφάλιση που να ανταποκρίνεται στην πολυνοσηρότητα. Στο σημείο αυτό, ο κ. Σιάσος επισήμανε ότι η πολιτεία κάνει προσπάθειες για την πρόληψη αυτών των χρόνιων νοσημάτων μέσω του προγράμματος «Προλαμβάνω» και στη συνέχεια κάλεσε τον κ. Κοτζαμάνη να καταθέσει τις προτάσεις του για τους τρόπους βελτίωσης του συστήματος υγείας και κοινωνικής ασφάλισης. Οι προσπάθειες θα πρέπει να επικεντρωθούν σε δύο σημεία, είπε ο Κοτζαμάνης. Το ένα είναι ότι, παρόλο που ο πληθυσμός των ατόμων 20-64 ετών θα μειωθεί, δεν πρέπει να μειωθεί ο αριθμός των εργαζομένων. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί αν το ποσοστό απασχόλησης στη χώρα μας φθάσει σταδιακά στο ποσοστό που υπάρχει σήμερα στις χώρες του ευρωπαϊκού βορρά (δηλαδή στα 100 άτομα 20-64 ετών να εργάζονται οι 82), με την είσοδο στην αγορά εργασίας διαφόρων ομάδων που σήμερα δεν εργάζονται. Το δεύτερο είναι ότι θα πρέπει να δεχτούμε ένα ήπιο θετικό μεταναστευτικό ισοζύγιο, γύρω στις 20.000 άτομα ανά έτος, το οποίο δεν θα προκύψει μόνο από την είσοδο αλλοδαπών, αλλά και από τη μείωση της φυγής των νέων και από την επιστροφή κάποιων Ελλήνων που μετανάστευσαν. Ο κ. Κοτζαμάνης επισήμανε επίσης ότι η χρηματοδότηση της κοινωνικής ασφάλισης και του συστήματος υγείας δεν εξαρτάται μόνο από το πλήθος των εργαζομένων. Σύμφωνα με εκθέσεις διαφόρων οργανισμών, είμαστε μια χώρα με χαμηλές επενδύσεις, χαμηλή παραγωγικότητα ανά ώρα εργασίας, χαμηλή προστιθέμενη αξία των προϊόντων που παράγουμε και χαμηλή ανταγωνιστικότητα. Αν, λοιπόν, θέλουμε να διευρύνουμε τις παροχές του κράτους πρόνοιας, θα πρέπει να αλλάξουμε ριζικά το σημερινό μοντέλο. Συνεπώς, το δημογραφικό πρόβλημα επιτάσσει αλλαγές και εκτός του δημογραφικού πεδίου. Όσον αφορά τον ρόλο που θα μπορούσε να παίξει η τεχνολογία στη βελτίωση των υπηρεσιών του συστήματος υγείας, η κ. Τζουλάκη παρατήρησε ότι θα πρέπει να εκμεταλλευτούμε την τεχνολογία, ιδίως για τη βελτίωση της πρόσβασης στο σύστημα υγείας. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει για παράδειγμα πλατφόρμες για τα χρόνια νοσήματα, εκπαίδευση για τα φάρμακα ή τηλεϊατρική. Ένας σημαντικός τομέας είναι τα συστήματα πρόληψης και στον τομέα αυτό υπάρχουν θετικές εξελίξεις – ήδη εφαρμόζεται περισσότερη πρωτοβάθμια πρόληψη, αλλά έχουμε περιθώρια να κάνουμε περισσότερα. Με στοχευμένες ενέργειες πρόληψης, κυρίως στη μέση ηλικία, θα μπορούσαμε να επιτύχουμε καθυστέρηση της εμφάνισης σημαντικών χρόνιων νοσημάτων, π.χ. της άνοιας, και έτσι να επιτύχουμε υγιή γήρανση. Συνεπώς, τα σημεία στα οποία θα πρέπει να επικεντρωθούμε στον τομέα της υγείας είναι η πρόληψη και η τεχνολογία. Τέλος, τέθηκε το ερώτημα από τον κ. Σιάσο, κατά πόσον προβλέπεται αύξηση της χρηματοδότησης του συστήματος υγείας τα επόμενα χρόνια, δεδομένης της αύξησης του αριθμού των ηλικιωμένων και των υπερηλίκων. Ο κ. Τσακλόγλου παρατήρησε ότι στην Ελλάδα διαχρονικά ξοδεύουμε περισσότερα για νοσοκομεία, φάρμακα και διαγνωστικά, ενώ ξοδεύουμε λιγότερα για πρόληψη και πρωτοβάθμια υγεία. Ωστόσο, αυτό αρχίζει να αλλάζει, καθώς ήδη έχουν ενταθεί οι προσπάθειες για την πρόληψη. Ο υφυπουργός πρόσθεσε ότι οι δαπάνες υγείας θα αυξηθούν σε όλες τις χώρες. Ο ένας λόγος είναι ότι οι εξελίξεις στην ιατρική τεχνολογία οδηγούν στην ανάπτυξη πανάκριβων θεραπειών. Ένας δεύτερος πολύ σημαντικός παράγοντας, που αποτελεί τεράστια πρόκληση σε όλες τις χώρες, είναι η μακροχρόνια φροντίδα. Στην Ελλάδα, αποτελεί ιδιαίτερο θέμα, καθώς έχουμε συνηθίσει να χρησιμοποιούμε τα νοσοκομεία σαν μονάδες μακροχρόνιας φροντίδας. Είναι ένας τομέας στον οποίο θα πρέπει να αυξηθεί η δαπάνη, καθώς κάτι τέτοιο θα αποσυμφορήσει σε μεγάλο βαθμό και το σύστημα υγείας. Read More
05 Δεκ
Η αξία των διαγνωστικών εξετάσεων: Προκλήσεις και προτάσεις για ένα βιώσιμο μέλλον – Συνεδρία
Η αξία των διαγνωστικών εξετάσεων είναι αναμφισβήτητη και αντιληπτή από όλους, ανέφερε προλογίζοντας τη συνεδρία ο δημοσιογράφος και συντονιστής της κ. Γιώργος Σακκάς. Ο διαγνωστικός κλάδος αποτελεί τον βασικό κλάδο στην υγεία όπου υπάρχει σταθερή συνεργασία δημοσίου και ιδιωτικού τομέα εδώ και πολλά χρόνια, καθώς ο ιδιωτικός τομέας καλύπτει τις περισσότερες ανάγκες του συστήματος υγείας σε εξετάσεις, απεικονιστικές και μικροβιολογικές, με το κυριότερο πρόβλημα να εντοπίζεται στη χρηματοδότησή του.
[gallery link="file" size="medium" ids="10991,10993,10989,10994,10988,10992"]Εργαλεία, δράσεις και πολιτικές για τη μετάβαση του συστήματος των διαγνωστικών εξετάσεων στις σύγχρονες ανάγκες
Η υλοποίηση της προσαρμογής του συστήματος υγείας με βάση τις ανάγκες των ασθενών που επιχειρείται σήμερα και η προσπάθεια αντιμετώπισης των προβλημάτων που αντιμετωπίζει ο ασθενής κατά το ταξίδι του στην αναζήτηση φροντίδας, ξεκίνησε την ομιλία του ο Πρόεδρος της Ιατρικής Εταιρείας Αθηνών κ. Ελευθέριος Θηραίος, αποτελούν μια εξαιρετική συγκυρία προκειμένου να αναζητηθούν λύσεις στα προβλήματα που αντιμετωπίζει και ο διαγνωστικός κλάδος. Κατά το ταξίδι του στην αναζήτηση φροντίδας, συνέχισε ο κ. Θηραίος, ο ασθενής δημιουργεί δεδομένα υγείας κάθε «στάση», ένα μεγάλο μέρος των οποίων αφορά στον διαγνωστικό έλεγχο. Τα δεδομένα αυτά οφείλουν να ακολουθούν τον ασθενή στο ταξίδι του στην αναζήτηση φροντίδας, η πρόκληση επομένως είναι να μπορέσουν να ενσωματωθούν, μέσω των ψηφιακών εργαλείων που διαθέτουμε, στον φάκελο υγείας του ασθενούς αλλά και στην εφαρμογή myHealth app. Ένα βασικό πρόβλημα των συστημάτων υγείας είναι οι μεγάλοι χρόνοι αναμονής, τόνισε ο ομιλητής. Η χώρα μας κατατάσσεται σε χαμηλή θέση όσον αφορά το ζήτημα αυτό τόσο στην ΠΦΥ, όσο και στη διαχείριση των περιστατικών στα τμήματα επειγόντων των νοσοκομείων και στην εξειδικευμένη φροντίδα. Η Ελλάδα έχει τους περισσότερους ιατρούς στην Ευρώπη, αλλά συγχρόνως έχει τους πέμπτους πιο δυσαρεστημένους πολίτες όσον αφορά στην αναζήτηση φροντίδας υγείας τους. Στο πλαίσιο αυτό, οι συνέργειες δημόσιου και ιδιωτικού τομέα έρχονται να αντιμετωπίσουν το κόστος χρόνου του ασθενή στην αναζήτηση φροντίδας. Τα εργαλεία και οι πολιτικές για την αντιμετώπιση του προβλήματος διενέργειας περιττών εξετάσεων και της προκλητής ζήτησης όσον αφορά στις διαγνωστικές εξετάσεις για τη διαχείριση χρονίων νοσημάτων περιλαμβάνουν την ορθολογική χρήση και αντιμετώπιση των αναγκών ασθενών με διαγνωστικά πρωτόκολλα και δείκτες audit, την κωδικοποίηση ώστε τα δεδομένα να μπορούν να ακολουθούν τον ασθενή και, τέλος, τη διαλειτουργικότητα με αποθετήρια δεδομένων. Ήδη, εξήγησε ο κ. Θηραίος, στο Υπουργείο Υγείας έχουν αναπτυχθεί 88 θεραπευτικά πρωτόκολλα, ψηφιοποιημένα στο σύστημα υγείας, και σε πολλά από αυτά μπαίνουν σταδιακά και τα διαγνωστικά πρωτόκολλα για τον χρονισμό των απαραίτητων εξετάσεων παρακολούθησης του ασθενή μαζί με δείκτες audit για την αξιολόγηση των συγκεκριμένων εργαλείων ποιότητας. Όσον αφορά στην κωδικοποίηση, έχουν ήδη κωδικοποιηθεί περίπου 100 εξετάσεις και σταδιακά τα αποτελέσματα από τις εξετάσεις αυτές μπαίνουν από τα εργαστήρια στα πρωτόκολλα. Αναφερόμενος στο θέμα των βιοδεικτών, ο ομιλητής επισήμανε πως από το 2014 δεν έχουν εισαχθεί νέοι βιοδείκτες στο σύστημα υγείας που να αποζημιώνονται από τον ΕΟΠΥΥ. Συνολικά σήμερα αποζημιώνονται περίπου 33 εξετάσεις βιοδεικτών, τη στιγμή που γνωρίζουμε ότι υπάρχουν περίπου 150 γονιδιακοί στόχοι που ανταποκρίνονται σε 750 φάρμακα και θα αναπτυχθούν μέσα στα επόμενα 10 έτη. Ήδη υπάρχουν προτάσεις για να αυξηθεί ο αριθμός των βιοδεικτών που θα αποζημιώνονται από το σύστημα υγείας, προϋπόθεση ωστόσο είναι αφενός να δημιουργηθεί μία ψηφιακή πλατφόρμα υποστήριξης της συνταγογράφησης, αφετέρου να γίνεται όχι πιστοποίηση αλλά διαπίστευση των εργαστηρίων. Η διαπίστευση των εργαστηρίων ειδικά για τους βιοδείκτες είναι κρίσιμης σημασίας, τόνισε ο κ. Θηραίος, αναφέροντας πως σήμερα τα περισσότερα εργαστήρια διαθέτουν πιστοποίηση με ISO και μόνο 4 είναι διαπιστευμένα. Ένα άλλο σημείο που είναι σημαντικό σε σχέση με το κόστος χρόνου απάντησης στη διαχείριση των ασθενών, συνέχισε ο κ. Θηραίος, είναι η προτεραιοποίηση και ο εξορθολογισμός στη χρήση νεότερων απεικονιστικών εξετάσεων στο σύστημα υγείας. Το 2011 η Ακτινολογική Εταιρεία είχε διαμορφώσει τα πρώτα Διαγνωστικά και Θεραπευτικά Ακτινολογικά Πρωτόκολλα, τα οποία δεν ψηφιοποιήθηκαν ωστόσο ποτέ, και είχε κάνει μία πρώτη ιεράρχηση για τη χρήση των εξετάσεων αυτών. Η επικαιροποίηση των πρωτοκόλλων αυτών έχει ήδη ξεκινήσει, ανέφερε ο ομιλητής, θα είναι χρήσιμο ωστόσο να αξιοποιηθούν και κάποιες καλές πρακτικές που υπάρχουν όπως το Σύστημα Υποστήριξης των Κλινικών Αποφάσεων για τις εργαστηριακές εξετάσεις που έχει αναπτύξει η Ευρωπαϊκή Ακτινολογική Εταιρεία μαζί με την Αμερικάνικη Ακτινολογική Εταιρεία, μία πλατφόρμα για την ιεράρχηση των εξετάσεων που πρέπει να γίνουν βάσει του συμπτώματος και της εκάστοτε ανάγκης. Ολοκληρώνοντας την τοποθέτησή του, ο κ. Θηραίος υπογράμμισε τη μεγάλη σημασία που έχει η αξιοπιστία του εργαστηρίου και των αποτελεσμάτων των εξετάσεων που εκτελεί, επισημαίνοντας ότι για να είναι ένα εργαστήριο αξιόπιστο οφείλει να διαθέτει ποιότητα και έλεγχο ποιότητας, να αποδίδει δηλαδή αποτελέσματα εξετάσεων με ταχύτητα και υψηλή αξιοπιστία ώστε να μπορεί να υποστηρίξει την έγκαιρη και σωστή λήψη ιατρικών αποφάσεων. Αυτό σημαίνει πως θα πρέπει να διαθέτει εργαλεία εσωτερικού ελέγχου ποιότητας ώστε να εντοπίζει τα σφάλματα την στιγμή που προκύπτουν, αλλά και εξωτερικό έλεγχο ποιότητας, για τον έλεγχο κυρίως της ακρίβειας του αποτελέσματος, είτε με τη μορφή πιστοποίησης είτε κατά προτίμηση με τη μορφή διαπίστευσης, που σημαίνει πως πιστοποιείται η τεχνική του επάρκεια, ότι δηλαδή, το εργαστήριο μετράει αξιόπιστα. Τέλος, κατέληξε ο ομιλητής, όσον αφορά στην επικοινωνία με τον ασθενή, από τα αποτελέσματα των εξετάσεων θα πρέπει να φύγουν πλέον οι φυσιολογικές τιμές, καθώς δεν υπάρχουν φυσιολογικές τιμές αλλά τιμές αναφοράς με βάση ένα δείγμα αναφοράς.Με στόχο την αποτελεσματικότητα και την αποδοτικότητα: Διαγνωστικά πρωτόκολλα για την ορθολογική χρήση των εξετάσεων
Όλοι γνωρίζουμε ότι η τεράστια εξέλιξη της ακτινολογίας κατά τον περασμένο αιώνα βελτίωσε σημαντικά τη φροντίδα των ασθενών, επισήμανε η κ. Πηνελόπη Λαμπροπούλου, Μέλος του Δ.Σ. της Ελληνικής Ακτινολογικής Εταιρείας. Παρ’ όλα αυτά, το σύστημα παραμένει κατακερματισμένο και πολλοί πάροχοι συνεχίζουν να εστιάζουν περισσότερο στην τεχνολογία και τις ανάγκες των ιατρών και λιγότερο σε αυτό που πραγματικά έχει σημασία για τους ασθενείς: καλύτερη αξία των εξετάσεων και καλύτερα αποτελέσματα. Η ευρεία χρήση της απεικόνισης την έθεσε στο προσκήνιο, αλλά συχνά για λάθος λόγους, με αποτέλεσμα να διενεργείται ένας μεγάλος αριθμός περιττών εξετάσεων, υπογράμμισε η ομιλήτρια, αναφέροντας πως πολλοί αναλυτές πιστεύουν ότι έως και το ένα τρίτο αυτών των εξετάσεων μπορεί να είναι τις περισσότερες φορές ακατάλληλες. Οι συνέπειες της χρήσης ακατάλληλων για τον ασθενή απεικονιστικών εξετάσεων είναι αυξημένο οικονομικό κόστος τόσο για το κράτος όσο και για τον ασθενή, επιβάρυνση της υγείας του ασθενούς σε περίπτωση χρήσης ιονίζουσας ακτινοβολίας, απώλεια χρόνου και, φυσικά, μη ικανοποιητικά αποτελέσματα. Τη λύση στο πρόβλημα αυτό μπορούν να προσφέρουν τα διαγνωστικά και απεικονιστικά πρωτόκολλα, ανέφερε η κ. Λαμπροπούλου, τα οποία συμβάλλουν στην επιλογή της καταλληλότερης απεικονιστικής εξέτασης ανάλογα με το κλινικό πρόβλημα που διερευνάται και στην επιλογή στη συνέχεια των τεχνικών παραμέτρων με τις οποίες θα εκτελεσθεί η εξέταση, οι οποίες θα πρέπει να είναι εναρμονισμένες με τα πρωτόκολλα αποδεκτών δόσεων ακτινοβόλησης του ασθενούς για τη διασφάλιση της προστασίας του. Βασικά χαρακτηριστικά ενός διαγνωστικού πρωτοκόλλου πρέπει να είναι η καταλληλότητα και διαθεσιμότητα της μεθόδου απεικόνισης, η ποιότητα, η ασφάλεια, η αποτελεσματικότητα και η ικανοποίηση του ασθενούς ως προς το αποτέλεσμα. Η χρήση των διαγνωστικών πρωτοκόλλων προσφέρει τη δυνατότητα επιλογής της καταλληλότερης για κάθε ασθενή εξέτασης, αποφυγής επανάληψης ίδιων ή παρόμοιων εξετάσεων, μείωσης των μη απαραίτητων ή εσφαλμένων εξετάσεων, καλύτερης οργάνωσης της ζήτησης εξετάσεων, μείωσης της ιονίζουσας ακτινοβολίας και εν τέλει εξοικονόμησης χρόνου και χρήματος. Τα πρώτα διαγνωστικά πρωτόκολλα στην Ελλάδα, τα Διαγνωστικά και Θεραπευτικά Πρωτόκολλα στην Ακτινολογία και τα Πρωτόκολλα Ογκολογικής Απεικόνισης, δημιουργήθηκαν από την Ελληνική Ακτινολογική Εταιρεία το 2011 και 2012, ανέφερε η κ. Λαμπροπούλου, περιγράφοντας στη συνέχεια τη δομή τους. Η επικαιροποίηση των πρωτοκόλλων αυτών έχει ήδη ξεκινήσει, καθώς είναι απαραίτητο αφενός να ενσωματωθούν σε αυτά καινούργιες τεχνολογίες και απεικονιστικές μέθοδοι όπως το ΡΕΤ, αφετέρου να υπάρξει προετοιμασία για την είσοδο στο εγγύς μέλλον της τεχνητής νοημοσύνης στην καθημερινότητα του ακτινολόγου, η οποία ενδεχομένως θα παίξει σημαντικό ρόλο και στα διαγνωστικά πρωτόκολλα. Σκοπός της επικαιροποίησης αυτής είναι να σταματήσει η άναρχη ζήτηση απεικονιστικών εξετάσεων, που καταπονεί όλο το σύστημα και οδηγεί πολλές φορές σε αμφίβολα διαγνωστικά αποτελέσματα, αυξάνοντας σημαντικά το κόστος. Στην πράξη, βεβαίως, συνέχισε η κ. Λαμπροπούλου, υπάρχουν αρκετά προβλήματα που θα πρέπει να αντιμετωπισθούν για τη σωστή εφαρμογή των πρωτοκόλλων, καθώς έχουμε δει πως, εκτός της προκλητής ζήτησης εξετάσεων, μερικές φορές γίνονται όλα λάθος, όπως στην περίπτωση των ΤΕΠ, όπου η συνεχώς αυξανόμενη προσέλευση ασθενών οδηγεί το ιατρικό προσωπικό σε αδυναμία σωστής διαχείρισης των περιστατικών και μεγάλη κατάχρηση στην εφαρμογή των αγγειογραφικών πρωτοκόλλων και στις ολόσωμες αξονικές τομογραφίες. Για να μπορέσουμε να έχουμε αποτελεσματικότητα και αποδοτικότητα στη χρήση των διαγνωστικών εξετάσεων, ολοκλήρωσε την εισήγησή της η κ. Λαμπροπούλου, απαιτείται άμεση επικαιροποίηση των διαγνωστικών πρωτοκόλλων, ευαισθητοποίηση των ιατρών ακτινολόγων που θα πρέπει να έχουν πρωταρχικό ρόλο στη διασφάλιση της εφαρμογής τους και στην ενημέρωση των άλλων ειδικοτήτων, στενή συνεργασία ιατρών ακτινολόγων, τεχνολόγων ακτινολόγων και ακτινοφυσικών ώστε να διασφαλιστεί πλήρως η εφαρμογή των πρωτοκόλλων, καθώς και συνεργασία με την Πολιτεία, ώστε τα διαγνωστικά πρωτόκολλα να λειτουργούν με στόχο το βέλτιστο αποτέλεσμα για τον ασθενή και ταυτόχρονα να οδηγήσουν σε εξορθολογισμό της χρήσης των απεικονιστικών εξετάσεων.Ο κλάδος των ιδιωτικών διαγνωστικών εργαστηρίων ως εταίρος στην πρόσβαση των πολιτών στη φροντίδα υγείας
Για να μπορούμε να έχουμε ποιότητα ζωής, θα πρέπει να έχουμε ποιοτική υγεία, η οποία με τη σειρά της βασίζεται στην πρόληψη και στην έγκυρη και έγκαιρη διάγνωση, ανέφερε ο Πρόεδρος του Πανελλήνιου Συνδέσμου Ιατρικών Διαγνωστικών Κέντρων κ. Ιωάννης Καραμηνάς. Αυτό σημαίνει πως θα πρέπει να έχουμε άμεση πρόσβαση σε διαγνωστικές εξετάσεις που παρέχονται με υψηλή ποιότητα και απαραίτητος παράγοντας γι’ αυτό είναι να υπάρχει χρηματοδότηση. Οι πόροι της χρηματοδότησης των ιατρικών διαγνωστικών εξετάσεων στην ΠΦΥ είναι φυσικά ο ΕΟΠΥΥ, τα λοιπά δημόσια ασφαλιστικά ταμεία, οι ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες, οι ιδιωτικές επιχειρήσεις και η ιδιωτική δαπάνη. Η κατανομή της χρηματοδότησης ανά πόρο, σύμφωνα με στατιστικά και οικονομικά δεδομένα του ΕΟΠΥΥ για το 2023, μας οδηγεί στο συμπέρασμα πως αφενός ο ΕΟΠΥΥ αγοράζει πολλά και πληρώνει λίγα, καθώς καλύπτει το 96-98% της αξίας ζήτησης και μόλις το 90-95% της αξίας αποζημίωσης, αφετέρου κατέχει τον ηγεμονικό ρόλο στην κατανομή της χρηματοδότησης της ΠΦΥ. Ακριβώς, δε, εξαιτίας του ηγεμονικού αυτού ρόλου, διαμορφώνει ουσιαστικά μια κουλτούρα τιμολογιακής πολιτικής για την αποζημίωση των διαγνωστικών εξετάσεων στην υπόλοιπη αγορά, η οποία κινείται στο φάσμα των δύο τιμολογιακών πολιτικών που χρησιμοποιεί ο ΕΟΠΥΥ. Περιγράφοντας τις τιμολογιακές πολιτικές του ΕΟΠΥΥ και τον μηχανισμό απομείωσης που εφαρμόζει, ο κ. Καραμηνάς παρατήρησε πως με την πολιτική αυτή αποζημίωσης τα έσοδα των παρόχων από τον ΕΟΠΥΥ ουσιαστικά συσσωρεύουν ζημίες. Για να υποστηριχθεί, ωστόσο, η ποιότητα, υπογράμμισε, απαιτείται χρηματοδότηση του συστήματος. Συνέπειες της υφιστάμενης υποχρηματοδότησης στην ΠΦΥ είναι η δραματική απομείωση του ιατρικού εργαστηριακού δυναμικού της χώρας, η συστηματική αύξηση της ιατρικής μετανάστευσης Ελλήνων ιατρών, η αυξανόμενη αδυναμία άμεσης εξυπηρέτησης των ασθενών και των κλινικών ιατρών, η αύξηση της νοσηρότητας και της φαρμακευτικής δαπάνης, η αδυναμία ενσωμάτωσης καινοτόμων υπηρεσιών στη σύγχρονη εργαστηριακή διάγνωση, η αιφνίδια κατάρρευση πολλών ιατρικών εταιρειών ανεξαρτήτως οικονομικού μεγέθους με αποτέλεσμα την απώλεια χιλιάδων θέσεων εργασίας και τη μεταφορά των συνεπειών της οικονομικής κατάρρευσης στην ευρύτερη αγορά υγείας, η απώλεια σημαντικών εσόδων του κράτους και η αδυναμία συνταξιοδότησης πολλών ελευθέρων επαγγελματιών. Προκειμένου να μπορέσει το σύστημα να έχει ένα βιώσιμο μέλλον, συνέχισε ο κ. Καραμηνάς, ο ΕΟΠΥΥ θα πρέπει να κινηθεί άμεσα σε 3 βασικούς πυλώνες. Ο ένας πυλώνας, εξήγησε, είναι να καθορίσει αρχικά τη ζήτηση των υπηρεσιών που έχει ανάγκη ο Οργανισμός, με προσδιορισμό των αναγκών για διαγνωστικές εξετάσεις ανά νομό, και στη συνέχεια να εφαρμόσει μία διαδικασία ελέγχου της ζήτησης, με επέκταση των διαγνωστικών πρωτοκόλλων στο σύνολο των ιατρικών ειδικοτήτων, καθορισμό της ετήσιας συχνότητας συνταγογράφησης αρκετών διαγνωστικών εξετάσεων και εφαρμογή ηλεκτρονικού αποθετηρίου αποτελεσμάτων (Ψηφιακός Φάκελος Υγείας). Ο δεύτερος πυλώνας αφορά στην αξιοποίηση της τεχνολογίας ΑΙ στη βάση δεδομένων που διαθέτει ο ΕΟΠΥΥ, ώστε να μπορέσει να υπάρχει έλεγχος του συστήματος με ψηφιακό τρόπο, αλλά και εξαγωγή πολύτιμων δεδομένων που μπορούν να συμβάλουν στη διαμόρφωση τεκμηριωμένων στρατηγικών παρέμβασης και διορθωτικών μέτρων. Τρίτος πυλώνας είναι να γίνει άμεσα εξορθολογισμός της αποζημίωσης των ιατρικών διαγνωστικών εξετάσεων, με άμεση επικαιροποίηση του ΦΕΚ 1991, τεχνοκρατική κοστολόγηση των ιατρικών διαγνωστικών εξετάσεων και ενιαίο προϋπολογισμό πιστώσεων για δημόσιες και ιδιωτικές δομές ΠΦΥ. Τέλος, θα πρέπει να υπάρξει δικαιότερη διαχείριση του clawback, με εφαρμογή του Μεσοσταθμικού Συντελεστή Εξομάλυνσης της ζήτησης και κατανομή του προϋπολογισμού ανά νομό και ανά υποκατηγορία δαπάνης, ώστε να οδηγηθούμε σε ένα βιώσιμο clawback με συνυπευθυνότητα της Πολιτείας. Κατά το τελευταίο έτος πραγματοποιήθηκαν αρκετές διορθωτικές κινήσεις για την ενίσχυση της χρηματοδότησης, παρατήρησε ο ομιλητής, αν θέλουμε ωστόσο να έχουμε ένα ευέλικτο, σύγχρονο και αξιόπιστο σύστημα πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας που θα προσφέρει ποιοτικές υπηρεσίες και ποιότητα ζωής στον Έλληνα πολίτη, είναι απαραίτητο να ληφθεί άμεσα και συντονισμένα μία δέσμη πολλαπλών ακόμη μέτρων, καθώς οι οικονομικές αντοχές του κλάδου εξαντλούνται.Στρατηγικές προσεγγίσεις του ΕΟΠΥΥ για τη βιώσιμη ανάπτυξη του διαγνωστικού τομέα και τη διασφάλιση της καθολικής κάλυψης
Παρουσιάζοντας την οπτική του ΕΟΠΥΥ, ο Προϊστάμενος Διεύθυνσης Στρατηγικού Σχεδιασμού του Οργανισμού κ. Σπύρος Γούλας ξεκίνησε την ομιλία του αναφέροντας πως οι προϋπολογισμοί των δαπανών υγείας διακρίνονται ουσιαστικά σε τρεις κατηγορίες, αυτή που αφορά το φάρμακο, αυτή που αφορά τις λοιπές υπηρεσίες υγείας του ΕΟΠΥΥ και την τρίτη που αφορά στη νοσοκομειακή δαπάνη. Οι διαγνωστικές εξετάσεις εντάσσονται στη δεύτερη κατηγορία και έχουν για το 2024 έναν προϋπολογισμό που ανέρχεται σε 489 εκατομμύρια. Όλοι οι προϋπολογισμοί του ΕΟΠΥΥ είναι κλειστοί, επισήμανε ο ομιλητής, που σημαίνει ότι οποιαδήποτε υπέρβαση πέραν του ορίου εντός του έτους ενεργοποιεί τον μηχανισμό αυτόματης επιστροφής, το clawback, και η υπέρβαση αυτή επιστρέφεται από τους παρόχους στον ΕΟΠΥΥ. Το τρέχον έτος, υπάρχουν περίπου 47.000 ενεργοί ιατροί στην ΗΔΙΚΑ που συνταγογραφούν μέσω e-prescription 886 διαγνωστικές εξετάσεις που αποζημιώνει ο ΕΟΠΥΥ, εκδίδουν ένα παραπεμπτικό και κάθε ασφαλισμένος, δικαιούχος του ΕΟΠΥΥ, αναζητά την εκτέλεσή του μέσα από ένα δίκτυο 3.900 παρόχων σε όλη τη χώρα. Σύμφωνα με τις τρέχουσες εκτιμήσεις, το 2024 η δαπάνη για τις διαγνωστικές αυτές εξετάσεις εκτιμάται πως θα ανέλθει σε 900 εκατομμύρια προ clawback και rebate, σημειώνοντας μεγάλη αύξηση. Μία από τις αιτίες της αυξανόμενης ζήτησης για εξετάσεις, παρατήρησε ο κ. Γούλας, είναι η γήρανση του πληθυσμού της χώρας, η οποία οδηγεί σε αυξημένη συχνότητα χρόνιων νοσημάτων, όπως ο διαβήτης, οι καρδιαγγειακές παθήσεις και ο καρκίνος, καθιστώντας απαραίτητη τη διενέργεια συχνών και προηγμένων διαγνωστικών εξετάσεων. Παράλληλα, η αλλαγή νοοτροπίας που έχει σημειωθεί τα τελευταία χρόνια, η έμφαση στην προληπτική ιατρική και η αυξημένη ευαισθητοποίηση του πληθυσμού σχετικά με τη σημασία των τακτικών εξετάσεων και της έγκαιρης διάγνωσης ενθαρρύνει όλο και περισσότερους ανθρώπους να υποβάλλονται σε διαγνωστικές εξετάσεις. Ανάλογη αλλαγή νοοτροπίας παρατηρείται ωστόσο και στους ιατρούς, καθώς παρατηρείται μεταβολή της προσέγγισης των κλινικών γιατρών από την κλινική εξέταση προς τις διαγνωστικές εξετάσεις. Τέλος, η πανδημία του COVID-19 ανέδειξε τον κρίσιμο ρόλο των διαγνώσεων στη διαχείριση των λοιμωδών νοσημάτων, οδηγώντας σε διαρκή ζήτηση για εξετάσεις πέρα από τον COVID-19, όπως για αναπνευστικές λοιμώξεις και μετα-COVID σύνδρομα. Οι κύριες προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο ΕΟΠΥΥ στο θέμα των διαγνωστικών εξετάσεων είναι η αυξημένη ζήτηση για διαγνωστικές εξετάσεις σε συνάρτηση με τους περιορισμένους οικονομικούς πόρους που διαθέτει ο Οργανισμός, οι υφιστάμενες ακόμη ανισότητες στην πρόσβαση μεταξύ αστικών κέντρων και περιφέρειας, αλλά και η έλλειψη ελέγχου ιατρικής αναγκαιότητας. Μία από τις βασικότερες επίσης προκλήσεις για τον ΕΟΠΥΥ, πρόσθεσε ο κ. Γούλας, είναι και η ενσωμάτωση των νέων τεχνολογιών, οι οποίες προσφέρουν έγκαιρη και ακριβέστερη διάγνωση, έχουν όμως υψηλό κόστος, το οποίο οι ασφαλιστικοί οργανισμοί δυσκολεύονται να καλύψουν. Ένα ιδεατό σενάριο, που θα μπορούσε να βοηθήσει στην ένταξη νέων εξετάσεων στην αποζημίωση, θα ήταν η αρχική απόφαση εισαγωγής μίας νέας εξέτασης από το ΚΕΣΥ ή άλλο φορέα να συνοδεύεται από τις ιατρικές ειδικότητες που θα μπορούν να τη συνταγογραφήσουν, τις ιατρικές ενδείξεις για τις οποίες πρέπει να διενεργείται και την επαναληψιμότητά της. Κριτήρια του ΕΟΠΥΥ, στη συνέχεια, για την ένταξη θα ήταν η αναγκαιότητα και η ζήτηση, η κλινική αποτελεσματικότητα και η ασφάλεια, η σχέση κόστους-αποτελεσματικότητας της εξέτασης και η αναγνώριση από αντίστοιχους Ευρωπαϊκούς Οργανισμούς. Οι υφιστάμενες στρατηγικές του ΕΟΠΥΥ για να είναι βιώσιμο το μοντέλο αποζημίωσης παρά τις πιέσεις, δήλωσε ο ομιλητής ολοκληρώνοντας την τοποθέτησή του, περιλαμβάνουν την αλλαγή στη συνταγογραφική συμπεριφορά των γιατρών που μπορεί να επιτευχθεί μέσω των διαγνωστικών πρωτοκόλλων, την ύπαρξη αποζημιωτικών κανόνων παραπομπής εξετάσεων, τον έλεγχο και περιορισμό της προκλητής ζήτησης εξετάσεων και, τέλος, τη διαπραγμάτευση των τιμών μέσω της Επιτροπής Διαπραγμάτευσης για τις πολύ δαπανηρές εξετάσεις. Read More
04 Δεκ
Οι απαραίτητες μεταρρυθμίσεις για τη διασφάλιση του μέλλοντος του ΕΣΥ – Ομιλία
Το ΕΣΥ μπορεί με τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις να διασφαλίσει τη βιωσιμότητά του στο μέλλον και παράλληλα να βελτιωθεί έτσι ώστε να ανταποκρίνεται και να καλύπτει τις εξελισσόμενες ανάγκες των πολιτών, αυξάνοντας την ικανοποίηση τόσο των τελευταίων όσο και των λειτουργών υγείας που επιλέγουν να το στηρίζουν. Τις εργασίες της δεύτερης ημέρας του Συνεδρίου άνοιξε ο Υφυπουργός Υγείας κ. Μάριος Θεμιστοκλέους, ο οποίος στην ομιλία που απηύθυνε στους συνέδρους, υπό την προεδρία του καθηγητή κ. Αθανάσιου Π. Βοζίκη και του καθηγητή και Προέδρου της Οργανωτικής Επιτροπής του Συνεδρίου κ. Κώστα Αθανασάκη, αναφέρθηκε στις μεταρρυθμίσεις που έχουν ήδη πραγματοποιηθεί και στα επόμενα βήματα που έχουν δρομολογηθεί με στόχο ένα σύγχρονο, οργανωμένο και λειτουργικό σύστημα υγείας.
[gallery link="file" size="medium" ids="10976,10978,10977"] Η εύκολη λύση, αν δεν θέλουμε να ρισκάρουμε, είναι να αφήσουμε τα πράγματα ως έχουν και να μην κάνουμε τίποτα, ανέφερε ξεκινώντας την ομιλία του ο κ. Θεμιστοκλέους. Η λύση αυτή έχει επιλεχθεί πολλάκις στο παρελθόν από πολιτικές ηγεσίες, ώστε να αποφύγουν τη σύγκρουση με συμφέροντα και επί μακρόν εγκατεστημένες νοοτροπίες, δεν αποτελεί ωστόσο επιλογή της τρέχουσας πολιτικής ηγεσίας, η οποία έχει αποφασίσει να φέρει το ΕΣΥ στη νέα εποχή, πραγματοποιώντας μεταρρυθμίσεις-τομές σε όλα του τα επίπεδα.Ανθρώπινο δυναμικό
Ο πρώτος άξονας μεταρρύθμισης του ΕΣΥ, εξήγησε ο Υφυπουργός, αφορά στο προσωπικό που το απαρτίζει. Αυτή τη στιγμή το προσωπικό που απασχολείται στο εθνικό σύστημα υγείας είναι περισσότερο από ποτέ, καθώς το ιατρικό, νοσηλευτικό και λοιπό προσωπικό είναι αυξημένο κατά 10% και όλες οι κενές θέσεις έχουν ήδη προκηρυχθεί, ενώ επιπλέον έχουν γίνει αλλαγές στη διαδικασία ώστε να επιταχυνθούν οι διορισμοί. Το εργασιακό περιβάλλον για τους ιατρούς του ΕΣΥ, ένα θέμα που συζητάται εδώ και 40 χρόνια, έχει επίσης αλλάξει. Εδώ και 2 μήνες οι ιατροί του ΕΣΥ απέκτησαν το δικαίωμα ιδιωτικού έργου, ενώ τα απογευματινά χειρουργεία έχουν ξεκινήσει εδώ και έξι μήνες και ήδη έχουν πραγματοποιηθεί 6000 χειρουργεία σε 50 νοσοκομεία της χώρας. Επιπλέον, έχει αυξηθεί το επίδομα απασχόλησης σε άγονες περιοχές και έχει γίνει 20% αύξηση στις εφημερίες. Το περιβάλλον εργασίας στο ΕΣΥ για έναν νέο ιατρό σήμερα είναι διαφορετικό από παλαιότερα, εξήγησε, προσθέτοντας ότι τα 2/3 των θέσεων σε άγονες περιοχές έχουν ήδη καλυφθεί. Τα πλήρη αποτελέσματα όλων αυτών των αλλαγών θα φανούν σε περίπου 12-18 μήνες, συνέχισε ο κ. Θεμιστοκλέους, και πιστεύουμε πως οι ιατροί θα αρχίσουν ξανά να επιλέγουν να εργασθούν στο ΕΣΥ, μετά από 15 χρόνια απογοήτευσης και στροφής στον ιδιωτικό τομέα παροχής υπηρεσιών υγείας. Οι προκηρύξεις μόνιμων ιατρών και νοσηλευτών θα συνεχισθούν, ενώ επιπλέον ο χρόνος διορισμού με τη νομοθετική παρέμβαση που πραγματοποιήθηκε έχει μειωθεί, από 3-4 χρόνια μετά την προκήρυξη, στους 12 μήνες. Ο μεγάλος αριθμός προσλήψεων νοσηλευτικού και λοιπού προσωπικού που θα γίνει στα μεγάλα νοσοκομεία της χώρας θα φέρει σημαντικές αλλαγές και βελτιώσεις στη λειτουργία τους. Μέχρι τέλος του έτους θα καλυφθούν οι θέσεις που είναι κενές και εντός του 2025 θα προκηρυχθούν 4000 επιπλέον θέσεις εργασίας.Ανακαίνιση νοσοκομείων
Ο δεύτερος άξονας αφορά στην αναβάθμιση/ανακαίνιση των νοσοκομείων. Στο τέλος του 2027 η χώρα μας θα διαθέτει τρία νέα υπερσύγχρονα νοσοκομεία, με το «Θεαγένειο» να αποτελεί το πρώτο έργο υλοποίησης της σημαντικής αυτής προσπάθειας. Η κτιριακή αναβάθμιση των νοσοκομείων που υλοποιείται, ανέφερε ο ομιλητής, αποτελεί την πιο συντεταγμένη προσπάθεια αναβάθμισης που γίνεται στον χώρο των υποδομών υγείας εδώ και χρόνια.Ψηφιακές εφαρμογές
Τρίτος άξονας των μεταρρυθμίσεων είναι οι ψηφιακές εφαρμογές. Στο τέλος του 2025 έως το πρώτο εξάμηνο του 2026, ανακοίνωσε ο Υφυπουργός, θα έχουν ολοκληρωθεί τα 3 μεγαλύτερα έργα του άξονα, με στόχο την εξωστρέφεια του συστήματος υγείας, τη βελτίωση της επικοινωνίας με τον πολίτη, την καλύτερη διοίκηση και την εξαγωγή αξιόπιστων δεδομένων που θα συμβάλουν στη χάραξη τεκμηριωμένων πολιτικών υγείας. Ο ΑΗΦΥ θα βοηθήσει τους πολίτες να κινούνται άνετα εντός του συστήματος υγείας, ενώ επιπλέον το πληροφοριακό σύστημα για τα ακτινολογικά εργαστήρια που έχει ήδη ολοκληρωθεί εκτιμάται πως θα συμβάλει στην επιτυχή αντιμετώπιση του προβλήματος της έλλειψης ακτινολόγων στις απομακρυσμένες περιοχές της χώρας, ιδιαίτερα στα νησιά, αλλά και στα νοσοκομεία της Αττικής.Οικονομικά
Ο τέταρτος άξονας μεταρρυθμίσεων αφορά στα οικονομικά των νοσοκομείων. Η μεγάλη αλλαγή στον τομέα αυτό, ήταν ότι φέτος, που για πρώτη φορά ο προϋπολογισμός των νοσοκομείων τούς δόθηκε έως τις 10 Ιανουαρίου, ήταν και η πρώτη φορά μετά από 40 χρόνια που όλα τα νοσοκομεία κινήθηκαν εντός του προϋπολογισμού αυτού. Η αλλαγή αυτή είναι σημαντική, καθώς επιδιώκει να αλλάξει τον τρόπο σκέψης και τη νοοτροπία ετών των διοικήσεων των νοσοκομείων και παρά το ότι ήταν δύσκολη, συνδέθηκε με αύξηση του παραγόμενου έργου και όλων των λειτουργικών δεικτών των νοσοκομείων. Η πολυσυζητημένη εφαρμογή των DRGs, ενός τεκμηριωμένου εργαλείου ελέγχου της νοσοκομειακής δαπάνης, είναι επίσης προ των πυλών, καθώς τα νοσοκομεία καλούνται να στείλουν τα DRGs έως το τέλος του Ιανουαρίου, ενώ σε λειτουργία έχει τεθεί και το σύστημα παραγγελιοληψίας του ΕΚΑΠΥ, ώστε το clawback να υπολογίζεται πλέον σε πραγματικό χρόνο (realtime) και όχι με καθυστέρηση 12-18 μηνών. Η μεταρρύθμιση αυτή αναμένεται να μειώσει σημαντικά τις ληξιπρόθεσμες οφειλές, με στόχο να μηδενιστούν εντός του 2025. Μια μεγάλη «τρύπα» του συστήματος, συνέχισε ο κ. Θεμιστοκλέους, αποτελούν επίσης τα μεγάλα ποσά δαπανών που προκύπτουν από τα ακαταχώρητα/ατιμολόγητα των νοσοκομείων, τα οποία σήμερα έχουν μειωθεί και η προσπάθεια θα συνεχισθεί έως ότου μηδενισθούν. Η «πληγή» αυτή του συστήματος αναμένεται να κλείσει οριστικά εντός του πρώτου διμήνου του 2025. Επιπλέον, θα δημιουργηθεί ένα νέο σύστημα για τις παραγγελίες υλικών στα νοσοκομεία, το οποίο θα είναι ηλεκτρονικό. Ο προϋπολογισμός για την υγεία ήταν φέτος αυξημένος κατά 600 εκατομμύρια, ανέφερε ο Υφυπουργός. Το αυξημένο προσωπικό στα νοσοκομεία φέρνει και αύξηση στους προϋπολογισμούς τους και για τον λόγο αυτό οι προϋπολογισμοί ήταν φέτος αυξημένοι κατά 120%, ποσοστό που αντιστοιχεί σε 220 εκατομμύρια ευρώ επιπλέον.Οργανωτικές αλλαγές
Πέμπτος άξονας μεταρρυθμίσεων ήταν οι οργανωτικές αλλαγές. Στον άξονα αυτό συναντάται η μεγαλύτερη αντίσταση λόγω είτε σύγκρουσης με διάφορα συμφερόντα είτε βαθιά εγκατεστημένης νοοτροπίας. Ωστόσο, παρά την αντίσταση, τα απογευματινά χειρουργεία εφαρμόσθηκαν με ιδιαίτερη επιτυχία, ενώ επιπλέον έχει ξεκινήσει η επικαιροποίηση και έλεγχος της λίστας αναμονής για χειρουργεία ώστε να έχουμε την πραγματική εικόνα των υφιστάμενων αναγκών. Στο τέλος Νοεμβρίου, ξεκίνησαν τα δωρεάν απογευματινά χειρουργεία ώστε οι χρόνοι αναμονής να μειωθούν σημαντικά και να μην υπερβαίνουν πλέον τους 4 μήνες. Η συμμετοχή όλων των εμπλεκομένων στις μεταρρυθμίσεις αποτελεί σαφώς ένα σύνθετο έργο με πολλές μεταβλητές, θα πρέπει ωστόσο να έχουμε όλοι ως στόχο την όσο το δυνατόν καλύτερη εξυπηρέτηση των πολιτών. Η χώρα μας έχει σημειώσει επίσης σημαντική πρόοδο τόσο στον τομέα των μεταμοσχεύσεων όσο και της αιμοδοσίας, επισήμανε ο κ. Θεμιστοκλέους. Το 2024, έγιναν οι περισσότερες μεταμοσχεύσεις που έχουν γίνει ποτέ στη χώρα, καταγράφοντας μεγάλη αύξηση. Όσον αφορά στην αιμοδοσία, η ενσωμάτωση από τη χώρα μας το 2024 της Ευρωπαϊκής Οδηγίας για την εφαρμογή ενός κεντρικού συστήματος διαχείρισης του αίματος έχει λύσει τις διαχρονικές ελλείψεις αιμοπεταλίων και έχει οδηγήσει σε σημαντική μείωση των ελλείψεων αίματος. Με δεδομένη τη μεγάλη συλλογή αίματος που πραγματοποιείται στη χώρα, στόχος είναι οι ελλείψεις να εξαλειφθούν πλήρως, μέσω της πρόβλεψης από το ΕΚΕΑ των αναγκών αίματος του συστήματος. Το σύστημα εφημέρευσης επίσης ξεκίνησε να αλλάζει από τον Νοέμβριο, με στόχο τη βελτίωση της ποιότητας των παρεχομένων υπηρεσιών, απαιτείται ωστόσο και αλλαγή του τρόπου σκέψης εντός των νοσοκομείων. Επιπλέον, ως το τέλος του 2025 θα έχει ανακαινισθεί το σύστημα επειγόντων περιστατικών, ενώ έχουμε ήδη σημαντική αύξηση του προσωπικού στα ΤΕΠ. Προφανώς, πραγματοποιώντας τις μεταρρυθμίσεις, εντοπίζονται ορισμένες ατέλειες, οι οποίες καταγράφονται ώστε να γίνουν οι απαραίτητες διορθωτικές αλλαγές. Ο υγειονομικός χάρτης της χώρας θα αλλάξει σταδιακά, ώστε να συνεχίσει το σύστημα να λειτουργεί. Είναι εύλογο ότι κανένα νοσοκομείο δεν θα κλείσει, καθώς δεν είναι εύκολο να δημιουργηθούν νέες δομές. Στόχος είναι η βελτίωση της περίθαλψης, με αλλαγές που θα πραγματοποιηθούν εντός της διοικητικής οργάνωσης των νοσοκομείων, οι οποίες βάσει των αναγκών μπορεί να περιλαμβάνουν μεταβολές, συγχωνεύσεις ή και δημιουργία νέων τμημάτων. Το σημαντικότερο που πρέπει να θυμόμαστε είναι πως είμαστε όλοι μέλη μίας ομάδας, κατέληξε ο Υφυπουργός Υγείας, επομένως πρέπει να είμαστε όλοι συμμέτοχοι στην προσπάθεια να βελτιώσουμε το εθνικό μας σύστημα υγείας, διασφαλίζοντας τη βιωσιμότητά του και στο μέλλον. Είμαστε υπερήφανοι για όσα έχουν ήδη πραγματοποιηθεί, χωρίς ωστόσο να επαναπαυόμαστε· συνεχίζουμε, πιστεύοντας ακράδαντα πως χαμένη μάχη είναι μόνο η μάχη που δεν δίνεται. Read More
04 Δεκ